Θα συνεχίσει ο ΟΤΕ μετά την επικείμενη κατάργηση της μονοπωλιακής του θέσης στη φωνητική τηλεφωνία και στην κατασκευή και εκμετάλλευση τηλεπικοινωνιακών δικτύων να έχει δεσπόζουσα θέση στην ελληνική αγορά; Σίγουρα ναι, γιατί για πολλά χρόνια, τουλάχιστον στον τομέα των αστικών σταθερών δικτύων, η μονοπωλιακή του δύναμη θα βρίσκεται σε υψηλότατα επίπεδα.


Θα μπορεί ο ΟΤΕ όμως να εκμεταλλεύεται τη μονοπωλιακή του δύναμη, όπως το έκανε ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια; Η απάντηση, με πιθανότητα η οποία πλησιάζει τη βεβαιότητα, είναι ότι δεν θα μπορεί για ένα βασικό λόγο. Αυτός είναι ότι έχουμε εισέλθει οριστικά στην εποχή της γενικευμένης διεκδικησιμότητας, η οποία περιορίζει τη δυνατότητα των μονοπωλίων να εκμεταλλεύονται τους καταναλωτές. Στόχος μου πιο κάτω είναι να εξηγήσω πώς λειτουργεί και γιατί έχει φέρει μια οιονεί επανάσταση στην πολιτική για τον ανταγωνισμό γενικά.


Εστω ότι μια ιδιωτική εταιρεία έχει μονοπώλιο το οποίο πηγάζει από την τεχνολογία παραγωγής που χρησιμοποιεί. Για να κάνουμε το παράδειγμα προφανές, έστω ακόμη ότι έχει καταφέρει να το εξασφαλίσει με ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποια περιθώρια έχει να εκμεταλλευθεί τη μονοπωλιακή της δύναμη και από ποιες συνθήκες προσδιορίζονται. Η απάντηση είναι ότι τα περιθώρια που έχει είναι περιορισμένα ως μηδενικά. Ο λόγος είναι ότι, αν προσπαθήσει να πραγματοποιήσει υψηλά υπερκανονικά κέρδη, τα τελευταία θα προκαλέσουν αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν πρόκληση τεχνολογικής μεταβολής. Δηλαδή, θα ξεκινήσουν μια διαδικασία ανακάλυψης εναλλακτικής τεχνολογίας παραγωγής, η οποία, έχοντας μικρότερο κόστος, θα διαβρώσει τη δύναμη του μονοπωλητή στην αγορά. Το καταπληκτικό δε είναι ότι δεν χρειάζεται καν να γίνει η ανακάλυψη για να συγκρατείται η δύναμη του μονοπωλητή. Το μόνο που χρειάζεται είναι οι θεσμοί να εγγυώνται ότι, αν βρεθεί μια τέτοια εναλλακτική τεχνολογία, το κράτος δεν θα παρέμβει να προστατεύσει τον μονοπωλητή από την απειλή του ανταγωνισμού. Αυτή ακριβώς είναι η αρχή της «διεκδικησιμότητας». Αν με κάποιο τρόπο ο μονοπωλητής εκτεθεί σε δυνητικό ανταγωνισμό, όχι μόνο περιορίζεται η χρήση της μονοπωλιακής του δύναμης, αλλά δεν μπορεί να ησυχάσει ο ίδιος και προσπαθεί συνεχώς να μειώσει το κόστος της παραγωγής του μέσα από δική του έρευνα και ανάπτυξη.


Ενα προφανές παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η τεχνολογική μεταβολή περιόρισε το φυσικό μονοπώλιο στις τηλεπικοινωνίες ήταν η ανακάλυψη της δυνατότητας μεταφοράς σημάτων σε μεγάλες αποστάσεις μέσω μικροκυμάτων. Και το ίδιο μπορεί να συμβεί σύντομα στα τοπικά δίκτυα μέσω των δορυφόρων.


Ενώ όμως η δύναμη της διεκδικησιμότητας εξισορροπεί τη δύναμη των μονοπωλητών και προάγει την τεχνολογική εξέλιξη, η διαδικασία χρειάζεται να προστατεύεται από τις αθέμιτες πρακτικές στις οποίες καταφεύγουν οι μονοπωλητές, κυρίως με τη βοήθεια του κράτους. Γι’ αυτό χρειάζονται απολύτως ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές, πλήρως εξοπλισμένες, οι οποίες να απολαμβάνουν μεγάλη αξιοπιστία από τους παράγοντες της αγοράς.


Ο κ. Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.