Θερινή «Καταιγίδα» στα ταμεία





­ Τι παίζεις;


­ Μα, φυσικά, «Καταιγίδα».


­ Εσύ;


­ Κι εγώ.


Το μισό ­ κινηματογραφικό ­ Λεκανοπέδιο «παίζει» από την περασμένη Πέμπτη 13 Ιουλίου… κύματα ύψους 15 μέτρων και βάλε. Οι αιθουσάρχες αλληθωρίζουν προς την Αμερική, όπου εκ της πρωτοφανούς αυτής θαλασσοταραχής αποταμιεύθηκαν εντός του πρώτου τριημέρου εξόδου της ταινίας περί τα 45 εκατ. δολάρια. Ο ταμειακός θρίαμβος θεωρείται δεδομένος. Το ερώτημα που απασχολεί την «πιάτσα» είναι πού θα σταματήσει. Στις 200.000, στις 300.000 ή στις 400.000 εισιτήρια; Το ουσιώδες όμως ερώτημα, ύστερα από πολλές δεκαετίες παραγωγής τέτοιων ταινιών, εξακολουθεί να παραμένει ίδιο: Κινηματογράφος ή… καταστροφή;


Η παραγωγή που σκηνοθέτησε ο Γερμανός Βόλφγκανγκ Πέτερσεν (ο δημιουργός της αριστοτεχνικής, κλειστοφοβικής πολεμικής περιπέτειας «Το υποβρύχιο») διαιρείται σε δύο μέρη. Την πρώτη ώρα ο θεατής κοιτάζει το ρολόι του. Καμιά εικοσαριά ψαράδες (με τα γυναικόπαιδα) κάποιου παραθαλάσσιου χωριού της Αμερικής ανοίγουν ή λύνουν τις μεταξύ τους διαφορές. Η κουβέντα τραβάει σε μάκρος και ο θεατής κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα. Ποιο είναι το… θέμα; Κανένα. Ποια είναι η σύγκρουση; Σχεδόν καμία. Κάπου στον ορίζοντα διαφαίνεται αμυδρώς μια υποβόσκουσα κόντρα ανάμεσα στον μεγαλέμπορο ψαριών και στους «εργάτες» της θάλασσας. Η ιστορία μοιάζει με ηθογραφία παλιού ελληνικού κινηματογράφου με πρωταγωνιστές τον Γιώργο Φούντα ή τον Νίκο Κούρκουλο. Η ώρα περνάει, αλλά κύματα δεν φαίνονται. Ο θεατής όμως δεν φεύγει γιατί ξέρει ότι το «ψητό» της «Καταιγίδας» δεν είναι η εκμετάλλευση των ψαράδων ή τα προσωπικά τους προβλήματα. Κάθεται λοιπόν και περιμένει. Τι; Να αισθανθεί την εμπειρία της μεγαλύτερης καταιγίδας από συστάσεως… θαλασσών. Ετσι πλασάρεται η ταινία, έτσι το αποδέχεται ο θεατής, έτσι πηγαίνει στην αίθουσα. Περιμένοντας τη βιβλική καταστροφή.


Βαλβίδες ασφαλείας μιας ταραγμένης κοινωνίας


Στο δεύτερο μέρος ο Πέτερσεν φεύγει από τη μέση και ο Στίβεν Φανγκμάγερ και η Industrial Light and Magic ­ οι «παράγοντες» που κατασκεύασαν τυφώνες, τρικυμίες και καταποντισμούς ­ αναλαμβάνουν την πλοήγηση του «σκάφους». Το σενάριο είναι υποτυπώδες και αφελές. Οι ερμηνείες ανύπαρκτες (μάλιστα στη θέση του Τζορτζ Κλούνεϊ θα μπορούσε να παίζει ο οιοσδήποτε αμερικανός σταρ ανάλογης ηλικίας) και οι χαρακτήρες τυποποιημένοι. Η διαφορά ανάμεσα στην «Τρικυμία» και στον «Τιτανικό» είναι κολοσσιαία. Ο Τζέιμς Κάμερον, σκηνοθέτης του «Τιτανικού», εστιάζει την τραγωδία σε μια απίστευτα ρομαντική ερωτική ιστορία. Μια ιστορία με πολλαπλά επίπεδα «ανάγνωσης». Δύο νέα, ερωτευμένα παιδιά νικούν όλα τα ανθρώπινα εμπόδια αλλά στο τέλος η φύση… εκδικείται. Η «Καταιγίδα» του Πέτερσεν δεν έχει ιστορία. Αλιευτικό μικρών διαστάσεων παλεύει με τα κύματα. Αυτό και τίποτε άλλο. Πρόκειται καθαρά για μια επίδειξη οπτικών εφέ. Πώς συμβαίνει στο Πλανητάριο; Κάπως έτσι. Η ψευδαίσθηση μιας απίστευτης φυσικής καταστροφής στην υπηρεσία μιας κινηματογραφικής εκπόρνευσης.


Οι «ταινίες καταστροφής» αποτελούν ένα είδος βαλβίδας ασφαλείας μιας ταραγμένης κοινωνίας. Οπως ακριβώς συμβαίνει με τον απρόσμενο θάνατο κάποιου γνωστού μας. «Είδες; Υπάρχουν και χειρότερα». Το «είδος» αυτό διέπρεψε στο Χόλιγουντ τη δεκαετία του ’70. Από τον «Σεισμό», το «Αεροδρόμιο» και «Τα σαγόνια του καρχαρία» ως και το «Twister» («Τυφώνας») που προβλήθηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Ο ανθρώπινος πολιτισμός χωρίς να το θέλει έχει κλείσει ραντεβού με την ολοσχερή καταστροφή του. Ο στόχος των σεναριογράφων είναι οφθαλμοφανής. Πρέπει να κλείσουμε την πόρτα στις υπαρκτές αντιθέσεις, στα πραγματικά προβλήματα. Υπάρχουν και χειρότερα. Σεισμοί, λοιμοί, καταποντισμοί. Συνήθως πριν από την επερχόμενη καταστροφή οι σχέσεις των μελών μιας μικρής «κοινωνίας» βρίσκονται σε κρίση από καθημερινά «μικροπροβλήματα». Η φύση… θυμώνει με την αχαριστία των ανθρώπων, ο Εγκέλαδος (ας πούμε) αγριεύει και όταν ξεσπάει οι αντιμαχόμενες πλευρές παραμερίζουν τις διαφορές τους, δίνουν τα χέρια, συμφιλιώνονται και επιβιώνουν εν πλήρει αρμονία. Μία καταστροφή την ημέρα κάνει το πρόβλημα πέρα.


Η αβάσταχτη ασφάλεια του θεατή


Η ίδια περίπου «φιλοσοφία» διαπερνά και το θρίλερ του Μάρτιν Σκορσέζε ­ μεταφυσικών προεκτάσεων ­ «Το ακρωτήρι του φόβου». Ενας επίγειος Εωσφόρος (Ρόμπερτ ντε Νίρο) απειλεί τη σωματική ύπαρξη μιας υπό διάλυση οικογένειας (Τζέσικα Λανγκ, Νικ Νόλτε, Τζουλιέτ Λούις). Οι κανιβαλικές ορέξεις αυτού του «σατανά» επανασυσπειρώνουν την οικογένεια. Εν ολίγοις; Το «πρόβλημα» (το οποιοδήποτε κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό ή άλλης φύσεως πρόβλημα) υποκαθίσταται από μια φυσική «καταιγίδα». Το Χόλιγουντ χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται τα στοιχεία της φύσης (ή τα άγρια ζώα) προς συμμόρφωση. Οι ταινίες αυτές μοιάζουν με ένα αόρατο «σωφρονιστικό ίδρυμα». Κάτσε καλά γιατί τα μποφόρ θα μας πάρουν και θα μας σηκώσουν.


Η πρώτη αντιμετάθεση (από το υπαρκτό πρόβλημα στη φανταστική καταστροφή) συνοδεύεται από μια δεύτερη, εξίσου παγιδευτική και άκρως επικίνδυνη. Η φύση μεταφέρεται… αφύσικα. Ενα πραγματικό φυσικό γεγονός αποκτά διαστάσεις υπερφυσικές, μεταφυσικές, βιβλικές. Εξωτερικά αυτές οι ταινίες φαίνονται «ρεαλιστικές», στην πραγματικότητα όμως είναι οι καλύτεροι και πιο επιδέξιοι διαχειριστές και προπονητές ενός μεταφυσικού φόβου. Παρ’ όλα αυτά ο θεατής αισθάνεται ασφαλής. Μάλιστα όσο μεγαλύτερη και ολοκληρωτική είναι η «φυσική» αυτή καταστροφή τόσο περισσότερη ασφάλεια αισθάνεται. Το «θέαμα» (δηλαδή το «ψευδές», το «φανταστικό» ή το «πέρα από μένα») λειτουργεί κατεναυστικά και ηρεμιστικά στην ψυχολογία του. Η καταστροφή συμβαίνει «αλλού» και σε «άλλους». Με την ίδια ψυχολογική προσέγγιση απολαμβάναμε το τηλεοπτικό «θέαμα» από τον Πόλεμο του Κόλπου.


Ο στρατός αναλαμβάνει δράση και σώζει τη Γη


Το ψευδές θέαμα μιας κινηματογραφικής «καταστροφής» ενισχύει την αποτελεσματικότητα του τηλεοπτικού θεάματος μιας αληθινής «καταστροφής». Εχει αποδειχθεί από μελέτες κοινωνιολόγων των «Μέσων» και του «θεάματος» ότι από τη συνεχή και πολλαπλή προβολή τέτοιων έργων ο θεατής υποσυνείδητα μπερδεύει το αληθινό με το φανταστικό. Η τελειοποίηση της τεχνικής των οπτικών και ηχητικών εφέ στον κινηματογράφο συντείνει στην ταύτιση μιας φανταστικής με μια πραγματική «καταστροφή». Οσο ακριβέστερο είναι το «αντίγραφο» τόσο περισσότερο πειστικά λειτουργεί. Στην ίδια ακριβώς «λογική» στηρίζονται και οι ταινίες με ακατάσχετη, αδικαιολόγητη βία. Ετσι ο θεατής φοβάται και τον ίσκιο του ακόμη. Οτιδήποτε και οποιοσδήποτε αποτελεί κίνδυνο-θάνατο. Ο γείτονας, η γυναίκα σου, το παιδί σου, τα ζώα, τα αυτοκίνητα, τα φυσικά φαινόμενα. Τα 2/3 των παραγωγών του Χόλιγουντ περικυκλώνουν τον θεατή απειλώντας τη σωματική του ακεραιότητα. Ανίσχυρος, ανήμπορος, απροστάτευτος μπροστά σ’ αυτή την καταιγιστική επέλαση βίας, σεισμών και καταποντισμών, αισθάνεται τυχερός που ακόμη αναπνέει.


Υπάρχει σωτηρία; Φυσικά! Οι ένστολες, κατασταλτικές δυνάμεις. Μπροστά στον απίστευτο αυτόν κίνδυνο που την απειλεί, η κοινωνία σηκώνει τα χέρια ψηλά. Αστυνομικοί, στρατός, βατραχάνθρωποι, πυροσβέστες και γενικώς πάσης φύσεως «Σώματα» αναλαμβάνουν έκτακτες εξουσίες για να αντιμετωπίσουν τον φοβερό κίνδυνο. Θυμηθείτε τη «Μέρα ανεξαρτησίας» του Ρόλαντ Εμεριχ. Ο πλανήτης κινδυνεύει από τις «ανθρωποφάγες» ορέξεις κάποιου είδους εξωγήινων. Ο στρατός αναλαμβάνει δράση και σώζει τη Γη! Ο Κλεμανσό έλεγε ότι ο πόλεμος είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε στα χέρια του στρατού. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τον κινηματογράφο. Τα τεχνικά εφέ είναι μια από τις σοβαρότερες κατακτήσεις του πολιτισμού μας για να την αφήσουμε στα χέρια της απληστίας του Χόλιγουντ. Γιατί σε λίγο, με τη φόρα που έχουν πάρει, δεν θα απαιτείται ίχνος καλλιτεχνικής ουσίας για τη δημιουργία μιας ταινίας. Ούτε σενάριο ούτε σκηνοθεσία ούτε ηθοποιοί ούτε καν μια υποτυπώδης ιστορία. Ολα, μα όλα θα αποτελούν παράγωγα μιας εικονικής, απειλητικής πραγματικότητας!