“Δεν με ενδιαφέρει η μοντέρνα τραγωδία”
Αγαμέμνων, ένας Αμερικανός, συνθέτης και τραγουδιστής των Tuxedomoon: ο Μπλέιν Ρέινινγκερ. Κλυταιμνήστρα, μια υψίφωνος και ηθοποιός: η Τζένη Δριβάλα. Κασσάνδρα, μια ηθοποιός και ροκ τραγουδίστρια: η Θεοδώρα Τζήμου. Τρία πρόσωπα. Πυρηνικά για την εξέλιξη της δράσης στον αισχύλειο «Αγαμέμνονα». Συνάντηση επί σκηνής τριών μουσικών χώρων; «Μου είναι εντελώς αδιάφορο. Η συνάντηση για μένα έχει να κάνει με την καταγωγή των προσώπων, με το περιεχόμενο που φέρει ο καθένας, με τα υλικά, αν θέλετε, της δικής του γλώσσας». Παραμονές Χριστουγέννων στο «Θησείον» με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό απέναντί μας και τον «Αγαμέμνονα» να πρωταγωνιστεί στην κουβέντα μας. Τον «Αγαμέμνονα» από τον οποίο είδαμε τον περασμένο Ιούνιο ένα πρώτο στάδιο (περιελάμβανε το τρίτο Επεισόδιο, την Πάροδο και το τρίτο Στάσιμο), για να παρουσιαστεί ολοκληρωμένος πλέον την Πέμπτη, ανήμερα τα Φώτα.
«Με ενδιέφερε αυτή η λοξή προσέγγιση στον “Αγαμέμνονα”», λέει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. «Ξέρω πως πρόκειται για ρίσκο. Το αποτέλεσμα δεν είναι διασφαλισμένο, την είχα όμως ανάγκη σαν ένα από τα “χρώματα” που θα παρενέβαιναν σε αυτή την “εικόνα” που λέγεται “Αγαμέμνονας”. Μερικές φορές χρειάζομαι μια απόσταση από το τυπικό θέατρο. Αυτή μπορεί να προκύψει από διάφορους δρόμους. Ενας από αυτούς είναι ο δρόμος προς τα πρόσωπα που πρόκειται να συναντηθούν στην παράσταση αποφεύγω λέξεις όπως “ρόλος” και “υπόδυση”. Τα πρόσωπα με ενδιαφέρουν ως κόσμοι που φέρονται από αλλού, σαν ένα εσωτερικό παρελθόν, σαν ένας τρόπος, ακόμη και σαν αισθητικός τρόπος. Χωρίς να το καταλαβαίνει κανείς, μετατοπίζουν λίγο την εικόνα του τυπικού θεάτρου και αυτό δεν είναι τυχαίο. Το τραγούδι είναι μια δύναμη ισχυρότερη από το νόημα ή από το συναίσθημα, όροι και οι δύο αυτού που αποκαλώ τυπικό θέατρο».
Ο φόβος για το απρόοπτο
Στο τυπικό θέατρο υπάρχει, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, ένας φόβος απέναντι σε όποια εισβολή του τυχαίου και του απρόοπτου. «Πασχίζω να κάνω θέατρο σε εκείνη την περιοχή όπου η θεατρικότητα πληγώνεται από την πραγματική ανάγκη. Στο μεταίχμιο αυτό το θέατρο κερδίζει, πιστεύω, μερικά χρόνια ζωής. Θα μπορούσα να πω ότι η παράσταση του “Αγαμέμνονα” λειτουργεί σαν ένα δίχτυ μέσα στο οποίο αιχμαλωτίζεται το απρόοπτο». Πέρα όμως από την επιλογή των προσώπων, ο τρόπος αυτού του «Αγαμέμνονα» στηρίζεται πρωτίστως στην απλότητα: «Η παράσταση ξεκινάει και καταλήγει, μετά από μια μεγάλη “διαδρομή”, στην απλότητα μιας όσο το δυνατόν βαθιάς ανάγνωσης του έργου. Πίσω από όλα υπάρχει πάντα η πρώτη ανάγνωση. Ολα τα στοιχεία της παράστασης προσπαθούν να αφήσουν ανοιχτό τον ρουν του λόγου. Και αυτό έχει να κάνει με κάτι ακόμη. Πιστεύω ότι μέσα από αυτόν τον δρόμο μπορούμε να επιτύχουμε ένα ακόμη ζητούμενο: την αφηγηματικότητα. Την αφηγηματικότητα όπως την εννοούμε στο έπος. Τα πρόσωπα πάνω στη σκηνή με άλλα λόγια ραψωδούν. Αφηγούνται. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Η συγκεκριμένη τραγωδία έχει μια ορατή καταγωγή και συγγένεια με την “Ιλιάδα” και αυτό δεν ξεχάστηκε καμία στιγμή κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της παράστασης».
Μια σύγχρονη παράσταση
Η στενή σχέση με τον κόσμο του έπους ήταν άλλωστε ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επέλεξε τον «Αγαμέμνονα». Οπως και η παρουσία του χορού: το πρώτο μέρος της «Ορέστειας» είναι ένα από τα κατ’ εξοχήν «χορικά» έργα. «Ο χορός στον “Αγαμέμνονα” συνεχίζει στην πραγματικότητα τη λογική του χορού στην επιδαύρεια “Ηλέκτρα”. Με κάποιες δυνατότητες βέβαια περισσότερες αφού τώρα έχουμε να κάνουμε με τα δεδομένα του κλειστού χώρου που μπορούν να αναδείξουν ευκρινέστερα τις “λεπτομέρειες” της ποίησης. Ο χορός πιστεύω ότι πρέπει να είναι και ως δομή και ως συμπεριφορά και ως εικόνα και ως δράση αλλά και ως λόγος βαθιά αναγνωρίσιμος από τον θεατή. Σαν ένα είδος αναφοράς που ανήκει στο βάθος των εμπειριών μας. Ο χορός έχει να κάνει με τη συλλογική μνήμη. Με εκείνη δηλαδή την κοινή εμπειρία που αντιλαμβανόμαστε ότι τη φέρουμε μονάχα τη στιγμή που τη συναντάμε. Από την πλευρά αυτή, ο χορός στον “Αγαμέμνονα” αρχίζει να συναντά την πραγματικότητα. Λειτουργεί ως όμιλος ανθρώπων, χωρίς από την άλλη τα μέλη του να χάνουν τα χαρακτηριστικά της ατομικότητάς τους».
Παρά τη «λοξή» προσέγγιση της αισχύλειας τραγωδίας, ο σκηνοθέτης υποστηρίζει ότι δεν πρόκειται για μια μοντέρνα αλλά για μια σύγχρονη παράσταση. «Ο “Αγαμέμνονας” δεν έχει νεωτερισμούς, όπως νεωτερισμούς δεν είχε ούτε η “Ηλέκτρα”. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι σύγχρονη, με την έννοια ότι το κείμενο του Αισχύλου παραμένει ένα κείμενο δραστικό στο σήμερα. Ο λόγος του δηλαδή δεν έχει να κάνει με εκείνη την αδρανή, αμήχανη απόσταση που συνήθως μας προκαλεί η αρχαία τραγωδία. Θα μου πείτε, είναι θέμα μετάφρασης η μετάφραση του Νίκου Φλέσσα είναι αρκετά σύγχρονη σαν γλώσσα αλλά από την άλλη κρατά την πρέπουσα απόσταση από έναν καθημερινό ρεαλισμό. Θα έλεγα ότι μας επιστρέφει ελαφρώς “διορθωμένο” ένα λεξιλόγιο αναγνωρίσιμο που πολλές φορές χάνουμε στην παρασκιά των πραγμάτων, χωρίς από την άλλη να χάνει ποτέ την αίσθηση του μέτρου, του ρυθμού, αν θέλετε. Πρωτίστως όμως πιστεύω ότι η δραστικότητα στην οποία αναφέρομαι είναι θέμα κειμένου. Δεν υπάρχει ούτε μία φράση στον “Αγαμέμνονα” που να μη νιώθω ότι αφορά εμένα, το τώρα, εμάς». Με τον σύγχρονο λόγο της παράστασης ευθυγραμμίζεται και η όψη της. «Τα κοστούμια του Διονύση Φωτόπουλου είναι σημερινά ως καθημερινά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τοποθετούνται στη δεκαετία του ’30 ή του ’60 για παράδειγμα. Δεν διευκολύνουν την τραγωδία αυτού του είδους οι αντιστοιχίες. Τη μεταφέρουν στον χώρο της αλληγορίας ή της μεταφοράς ενώ είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Ανήκει στην ποίηση. Αυτό που δεν πρέπει να στερήσει κανείς στην τραγωδία πέραν των νοημάτων που φέρει είναι το ποιητικό της άνυσμα που της δίνει τη δυνατότητα να “κυκλοφορεί” σε διάφορους χώρους και σε διάφορες εποχές αλλά με την ίδια ισχύ. Για τον λόγο αυτόν και δεν με ενδιαφέρουν τα μοντέρνα πράγματα στην τραγωδία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν χρησιμοποιώ τα πάντα».
Τα αντικείμενα στον «Αγαμέμνονα» αποτελούν άλλωστε έναν ολόκληρο κόσμο. «Κάθε αντικείμενο έχει μια δική του αγιότητα. Μπορεί να λειτουργήσει καταστροφικά ή συγκινησιακά. Εξαρτάται από το πού θα το τοποθετήσεις. Με αυτή την έννοια τα αντικείμενα έχουν πάρει μια πολύ σωστή θέση στην παράσταση, χωρίς σε καμία περίπτωση να λειτουργούν συμβολικά. Αντιπαθώ τα σύμβολα. Τα σιχαίνομαι. Ειδικά στην τραγωδία. Εχει υποφέρει τόσο από τους συμβολισμούς».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Η τραγωδία του Αισχύλου «Αγαμέμνων» ανεβαίνει στο θέατρο «Θησείον» (Τουρναβίτου 7, Ψυρρή) την Πέμπτη των Φώτων, στις 9 μ.μ. Μετάφραση: Νίκος Φλέσσας, σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία: Μιχαήλ Μαρμαρινός, σκηνικά – κοστούμια: Διονύσης Φωτόπουλος, μουσική: Μπλέιν Ρέινινγκερ (Tuxedomoon), φωτισμοί: Ανδρέας Τρύφωνας. Παίρνουν μέρος: Μπλέιν Ρέινινγκερ (Αγαμέμνων), Τζένη Δριβάλα (Κλυταιμνήστρα), Θεοδώρα Τζήμου (Κασσάνδρα), Θέμης Πάνου (Κήρυκας), Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης (Φρουρός), Ρένα Ανδρεαδάκη, Σταύρος Γιαγκούλης, Σεραφίτα Γρηγοριάδου, Βασίλης Καραμπούλας, Σωτήρης Πανταζής και Παναγιώτης Πιερράκος. Για 32 παραστάσεις.



