Οσο κρίσιμες και αν είναι οι εντυπώσεις, όπως αυτές διαμορφώνονται μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές και στον απόηχο της τηλεοπτικής αντιπαράθεσης των πολιτικών αρχηγών, το ενδιαφέρον όλων στρέφεται πλέον στα «σκληρά» μαθηματικά των εκλογών.

Από αυτά θα δρομολογηθούν οι πολιτικές εξελίξεις από το βράδυ της 21ης Μαΐου και μετά και οι αριθμοί θα καθορίσουν το αν θα υλοποιηθεί το ένα ή το άλλο πολιτικό σενάριο.

Το κρίσιμο στοιχείο της κάλπης θα είναι τα σύνολα από τα οποία θα προκύψουν τα ποσοστά και οι συσχετισμοί. Και εν τέλει, έτσι θα διαμορφωθεί η βάση της μετεκλογικής επιχειρηματολογίας του ενός ή του άλλου κόμματος, προς τη μία ή προς την άλλη κατεύθυνση.

Ο πήχης για τους στόχους

Εν αναμονή των αποτελεσμάτων της ερχόμενης Κυριακής, ιδιαίτερη αξία έχει η παρουσίαση των στοιχείων της προηγούμενης εκλογικής αναμέτρησης. Αυτή η παράμετρος θέτει τον πήχη για τους στόχους και τις φιλοδοξίες των πολιτικών αρχηγών και αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο της παρατήρησης και της ανάλυσης των εκλογικών επιτελείων. Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 τα αριθμητικά δεδομένα ήταν τα εξής:

Εγγεγραμμένοι: 9.984.934

Ψήφισαν: 5.769.644

Εγκυρα: 5.649.527

Ακυρα: 77.477

Λευκά: 42.640

Με βάση αυτά, ο καταμερισμός των ψήφων και τα ποσοστά των κομμάτων (επί των εγκύρων) ήταν:

ΝΔ: 2.251.618 (39,85%)

ΣΥΡΙΖΑ: 1.781.057 (31,53%)

ΠαΣοΚ: 457.623 (8,10%)

KKE: 299.621 (5,30%)

Eλλ. Λύση: 209.290 (3,70%)

ΜέΡΑ25: 194.576  (3,44%)

Λοιπά κόμματα (κάτω από το όριο του 3%): 455.742 (8,08%)

Οπως σημειώνεται σε όλες τις έρευνες των τελευταίων μηνών, μία από τις καθοριστικές παραμέτρους των εκλογών (πέραν των αναποφάσιστων, της ψήφου των νεότερων ηλικιών, κ.λπ.), είναι η αποχή και η προσμέτρηση σε αυτήν των άκυρων ψηφοδελτίων. Στις τελευταίες εκλογές αυτή είχε φθάσει σε απόλυτο αριθμό στα 4.215.290 (ποσοστό 42,22%) και τα άκυρα ήταν 120.117, ένα διόλου ευκαταφρόνητο σύνολο. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη ΝΔ, τα πράγματα είναι πολύ συγκεκριμένα ως προς το πού θα κριθεί η επιτυχία.

Η βάσιμη υπόθεση με την οποία εργάζονται στο εκλογικό επιτελείο του είναι ότι με δεδομένη την τάση της τελευταίας 20ετίας και σε συνδυασμό με την πιθανολογούμενη χαλαρή ψήφο στην κάλπη της απλής αναλογικής, η αποχή στις 21 Μαΐου θα είναι αυξημένη.

Με αυτή την υπόθεση εργασίας, ένα ενδεικτικό σενάριο προσφέρει αντιπροσωπευτική εικόνα για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να εξελιχθούν τα πράγματα το βράδυ της ερχόμενης Κυριακής.

Πιο συγκεκριμένα: Αν το σύνολο των εγκύρων ψηφοδελτίων στις 21 Μαΐου μειωθεί κατά 150.000 και υποθετικά φθάσει τα 5,5 εκατομμύρια, ο εκλογικός στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη για νίκη με ένα ποσοστό στη σφαίρα του 36% θα επιτευχθεί αν ο απόλυτος αριθμός των ψήφων φθάσει στα 2 εκατομμύρια.

Από την επαλήθευση ή διάψευση αυτού του σεναρίου και – προφανώς – από την εκλογική επίδοση των υπόλοιπων κομμάτων θα επηρεαστεί κατά μείζονα λόγο η μετεκλογική συζήτηση.

Από την πρώτη στη δεύτερη κάλπη

Υπό τον όρο της επίτευξης αυτού του στόχου, εύκολα γίνεται αντιληπτό και ποιες θα είναι οι προϋποθέσεις στη συνέχεια, εφόσον δεν σχηματιστεί κυβέρνηση και προκηρυχθούν οι δεύτερες εκλογές στις αρχές Ιουλίου, με στόχο την αυτοδυναμία.

Σε αυτή την περίπτωση, η εξίσωση γίνεται πιο σύνθετη, καθώς προστίθεται η μεταβλητή του ποσοστού των κομμάτων τα οποία θα μείνουν εκτός Βουλής.

Το κρίσιμο στοιχείο εν προκειμένω είναι τι θα γίνει με τις ψήφους που πιθανολογείται ότι θα συγκέντρωνε το κόμμα Κασιδιάρη. Στις εκλογές του 2019, η Χρυσή Αυγή είχε μείνει εκτός Βουλής με ποσοστό 2,93% (165.620 ψήφους), περίπου δηλαδή όσο μετρούνταν και το κόμμα Κασιδιάρη στις δημοσκοπήσεις, προτού αποκλειστεί από τις εκλογές με την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου. Με αυτό το ποσοστό, το σύνολο των κομμάτων δίχως κοινοβουλευτική εκπροσώπηση το 2019 ήταν οριακά πάνω από το 8%.

Στην παρούσα συγκυρία, μια λογική εκτίμηση είναι ότι λόγω της απουσίας του νεοναζιστικού κόμματος ένα μέρος των ψήφων οι οποίες θα πήγαιναν σε αυτό θα κατευθυνθεί προς άλλες επιλογές και ένα άλλο θα προσμετρηθεί στην αποχή.

Τα σημερινά δημοσκοπικά ευρήματα εμφανίζουν το συνολικό ποσοστό των κομμάτων τα οποία πιθανώς θα μείνουν εκτός Βουλής (Πλεύση Ελευθερίας, Εθνική Δημιουργία, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΝΙΚΗ, ΕΑΝ και Λοιπά/Αλλα) στο επίπεδο του 7%.

Υπό αυτή τη συνθήκη, παραμένει συνεπώς ως βασική προϋπόθεση για την αυτοδυναμία η επίτευξη ενός ποσοστού άνω του 38% στις δεύτερες εκλογές, με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.

Οι απόλυτοι αριθμοί για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι ωστόσο αρκετά πιο δύσκολο να προσδιοριστούν, καθώς στη δεύτερη κάλπη θα είναι πολύ διαφορετικές οι παράμετροι από τις οποίες θα διαμορφωθεί η αποχή.

Η διαχρονική τάση της μειωμένης συμμετοχής

Το κρισιμότερο στοιχείο αυτής της ανάλυσης στη σημερινή συγκυρία είναι το πού θα κατευθυνθεί η ψήφος των κομμάτων τα οποία έχουν αποκλειστεί από τις εκλογές.

Αν προστεθεί στο συνολικό ποσοστό της αποχής ή σε εκείνο των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής, τότε ευνοείται η επίτευξη των εκλογικών στόχων του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Αν αντιθέτως οι ψήφοι αυτές κινηθούν προς κόμματα τα οποία θα μπουν στη Βουλή (και προφανώς όχι προς τη ΝΔ), τότε τα δεδομένα θα τροποποιηθούν σε σημαντικό βαθμό.

Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις της τελευταίας 20ετίας η τάση της συμμετοχής στις εκλογές έβαινε μειούμενη, με μοναδική εξαίρεση εκείνη του 2019.

Αναλυτικά, στις βουλευτικές εκλογές από το 2004 έως και το 2019 η συμμετοχή έχει καταγραφεί ως εξής:

Ψήφισαν
• 2004: 7.573.368
• 2007: 7.355.026
• 2009: 7.044.606
• (Μάιος) 2012: 6.476.751
• (Ιούνιος) 2012: 6.217.000
• (Ιανουάριος) 2015: 6.330.356
• (Σεπτέμβριος) 2015: 5.567.930
• 2019: 5.769.644