Αυτή τη φορά, στην πορεία προς την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, το πολιτικό σύστημα καταγράφει περισσότερα φάλτσα παρά στιγμές για τις οποίες στο μέλλον μπορεί να σεμνύνεται. Ο Κώστας Τασούλας θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας και θεωρώ άκομψο να σταθούμε σε κριτική στο ίδιο το πρόσωπο. Αλλωστε ο ίδιος λίγη ή και καμία ευθύνη φέρει για τους χειρισμούς που έγιναν. Από την αρχή αυτής της πορείας, ανεξαιρέτως όλα τα κόμματα εφάρμοσαν στενά κομματικούς τακτικισμούς πάνω σε μία θεσμικά κορυφαία διαδικασία μειώνοντας το βάρος της.
Πρώτη, η Νέα Αριστερά άνοιξε τον χορό, η οποία πρότεινε μεν ένα πρόσωπο αδιαμφισβήτητου κύρους και υψηλού συμβολισμού, όμως βιάστηκε και δεν έκανε όλες τις αναγκαίες κινήσεις ώστε πράγματι η υποψηφιότητα του κ. Ράμμου να συγκεντρώσει μία ευρύτερη στήριξη. Η Νέα Αριστερά βιάστηκε καθοδηγούμενη και εκείνη από πολιτικό τακτικισμό.
Η Νέα Αριστερά είχε πρόβλημα πολιτικής ορατότητας και επέλεξε να το λύσει διά της προτάσεως για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κάπως έτσι η αξιολογότατη υποψηφιότητα του κ. Ράμμου κάηκε νωρίς και άδοξα. Ο Πρωθυπουργός από την πλευρά του αξιολογώντας προφανώς τις όλο και εντεινόμενες γαλάζιες γκρίνιες ότι «γινόμαστε ΠαΣοΚ» οι οποίες κορυφώθηκαν με τον θάνατο του Κώστα Σημίτη, επέλεξε ότι είναι η ώρα να στρίψει δεξιά και να κλείσει μέτωπα.
Αλλωστε από το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών μέχρι την επιλογή του αβερωφικού Κ. Τασούλα, τελικά ήταν ένα τσιγάρο δρόμος. Διότι τις μονές μέρες είμαστε δεξιοί και τις ζυγές κεντρώοι και προοδευτικοί ανάλογα με τις μετρήσεις.
Με αυτόν τον τρόπο πάντως έσπασε η πολιτική παράδοση 30 ετών που ήθελε τους πρωθυπουργούς να προτείνουν προσωπικότητα από άλλον χώρο, δεν υπηρετείται το πνεύμα του συνταγματικού νομοθέτη που στις δύο πρώτες ψηφοφορίες ζητεί 200 ψήφους για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας ακριβώς για να δείξει προς την οδό της συναίνεσης, δείχνει πράγματι μια διάθεση ελέγχου όλων των θεσμών καθώς Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Βουλής θα προέρχονται από την ίδια παράταξη. Και κάτι ακόμη. Ολος ο χειρισμός ήταν ιδιαίτερα άκομψος προς την κυρία Σακελλαροπούλου και δεν υπήρξε καν ένα θεσμικό τακτ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον ο μεγάλος κερδισμένος, επιλέγοντας όμως και εκείνος μία υποψηφιότητα που θα ασκούσε πίεση στο ΠαΣοΚ. Μεγάλος χαμένος το ΠαΣοΚ, που έμεινε να περιμένει τις κινήσεις Μητσοτάκη υπό τον μανδύα της θεσμικότητας, ελπίζοντας ότι ο Πρωθυπουργός θα προτείνει τον κ. Βενιζέλο.
Το ΠαΣοΚ εγκλωβίστηκε τελικά ανάμεσα στις μυλόπετρες. Από τη μία ένας δεξιός υποψήφιος και από την άλλη η Λούκα Κατσέλη προερχόμενη από το ΠαΣοΚ. Ομως και την ύστατη στιγμή δεν επέλεξε τον δρόμο της συναίνεσης αν και μπορούσε.