Ο νομπελίστας Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ (1903-1991), από τους σημαντικότερους πεζογράφους του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στην Κεντρική Ευρώπη και αναδείχθηκε στις ΗΠΑ, όπου μετανάστευσε το 1938 γνωρίζοντας μόνο τρεις αγγλικές λέξεις.
Τέκνο της μεγάλης εβραϊκής διασποράς, μετέφερε τα βιώματά του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και κατάφερε να «αναστήσει» λογοτεχνικά με το έργο του τα γίντις.
Σ’ αυτήν έγραφε τα κείμενά του ως το τέλος της ζωής του, αλλά φρόντιζε να εκδοθούν στα αγγλικά, όταν πλέον κατείχε τη γλώσσα, είτε συνεργαζόμενος με τους μεταφραστές είτε μεταφράζοντάς τα ο ίδιος.

Isaac Bashevis Singer
Το πιστοποιητικό
Μετάφραση Σταύρος Νικολαΐδης
Εκδόσεις Κριτική, 2025, σελ. 344, τιμή 15 ευρώ
Πέραν όμως αυτού, ο Σίνγκερ πρόβαλε στα βιβλία του αφενός την εβραϊκή ταυτότητα, τόσο σε ό,τι αφορά την παράδοση όσο και τον κοσμοπολιτισμό της, και αφετέρου το κοινωνικό, ψυχολογικό, πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον της Κεντρικής Ευρώπης του Μεσοπολέμου.
Πέραν των αυτοβιογραφικών κειμένων του, και στα έργα μυθοπλασίας που εξέδωσε το αυτοβιογραφικό αποτύπωμα είναι ευδιάκριτο. Αλλά και στα αυτοβιογραφικά του κείμενα το αφηγηματικό τέμπο έχει όλα τα πλεονεκτήματα της μυθοπλασίας.
Ο Σίνγκερ ήταν μεγάλος μάστορας της αφήγησης. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το μυθιστόρημά του Το πιστοποιητικό, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κριτική.
Βιώματα και φιλοσοφία
Βρισκόμαστε στη Βαρσοβία, αρχές της δεκαετίας του 1920. Ο νεαρός Εβραίος Νταβίντ Μπέντιγκερ, στα δεκαεννιά του χρόνια, έχει εγκατασταθεί στην πόλη έχοντας φύγει από μια μικρή επαρχία όπου ο πατέρας του ήταν ραβίνος. Μολονότι άριστος γνώστης της Τορά, του Ταλμούδ και του συνόλου της εβραϊκής παράδοσης, το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι να γίνει συγγραφέας. Στο σακίδιό του άλλωστε εκτός από μερικά φτωχικά ρούχα έχει «μερικά κείμενα στα εβραϊκά και τα γίντις, ένα δοκίμιο για τον Σπινόζα και την Καββάλα και μια τοσηδά συλλογή από “πεζά” ποιήματα».
Ο αναγνώστης ίσως να αναρωτιέται στην αρχή πώς ένα νεαρός που δεν έχει κλείσει τα δεκαεννιά του χρόνια μπορεί να γράψει δοκίμιο για έναν μείζονα φιλόσοφο όπως ο Σπινόζα και να φιλοδοξεί να το δημοσιεύσει. Αλλά ο Μπέντιγκερ ανήκει σε μια διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα νεαρών Εβραίων της εποχής με υψηλό επίπεδο μόρφωσης.
Ας προσέξουμε όμως: Ο Μπέντιγκερ προβαίνει και σε ασυνήθιστες φιλοσοφικές αποφάνσεις σε όλη τη διάρκεια αυτής της (πρωτοπρόσωπης) αφήγησης, αλλά απολύτως συμβατές με τα βιώματά του. Αποσπώ μια από τις χαρακτηριστικότερες – και ωραιότερες – παραγράφους:
«Δεν πήγαινε πολύς καιρός που είχα διαβάσει πως κάθε άτομο αποτελούσε ένα είδος ηλιακού συστήματος. Εγώ, ο Νταβίντ, ο γιος του ραβί, καθόμουν στο μέσο της αιωνιότητας, γυρνώντας μαζί με τη Γη στον άξονά της, η οποία με τη σειρά της γυρνούσε γύρω από τον Ηλιο. Εγώ ο ίδιος αποτελούσα ένα ολόκληρο Σύμπαν. Και όμως ένιωθα φόβο: αποτελούσα ένα Σύμπαν το οποίο δεν είχε πού να περάσει τη νύχτα».
Ο νεαρός φτάνει απένταρος στη Βαρσοβία, μια εν πολλοίς «εβραϊκή» πόλη, και επικοινωνεί με μια παλιά του φίλη, τη Σόνια. Στη συνέχεια θα νοικιάσει ένα άθλιο και σκοτεινό δωμάτιο χωρίς παράθυρα στο σπίτι μιας νέας γυναίκας, της Εντουσα, η οποία είναι κομμουνίστρια αλλά ανεξάρτητη γυναίκα, όπως και οι υπόλοιπες που περνούν από το μυθιστόρημα, με κυρίαρχη τη Μίνα Ατονσον.
Η Μίνα, αριστοκρατικής καταγωγής, μολονότι η οικογένειά της βρίσκεται στα πρόθυρα της πτώχευσης, θέλει να μεταναστεύσει στην Παλαιστίνη για να συναντήσει τον αρραβωνιαστικό της, Ζμπίγκνιου Σαπίρα, που βρίσκεται εκεί. Γι’ αυτό χρειάζεται ένα πιστοποιητικό ότι είναι παντρεμένη. Θα συναντηθεί με τον Νταβίντ, θα συμφωνήσουν να κάνουν λευκό γάμο, να αποκτήσουν το πολύτιμο πιστοποιητικό και στην Παλαιστίνη να πάρουν διαζύγιο. Του δίνει λοιπόν όσα χρήματα χρειάζονται για την έκδοση του πιστοποιητικού. Τι θα κάνει στην Παλαιστίνη ο Νταβίντ; Δεν ξέρει. Ισως εκεί ν’ ανακαλύψει το νόημα της ζωής του.
Η αφήγηση όμως είναι γεμάτη ανατροπές: Ο Ζμπίγκνιου Σαπίρα επιστρέφει στην Ευρώπη, ο γάμος με τη Μίνα ακυρώνεται, αφού ο Σαπίρα έχει παντρευτεί μιαν άλλη πλούσια και διεφθαρμένη γυναίκα – και ωστόσο η εξάρτηση της Μίνας από αυτόν είναι καταλυτική: θα πάει και θα ζήσει για ένα διάστημα στο Βερολίνο, μαζί με το ζευγάρι – και σε συμφωνία μαζί τους.
Υπάρχουν κι άλλα πρόσωπα στο μυθιστόρημα που παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και περιγράφονται λιτά και με εντυπωσιακή ενάργεια: ο μεγαλύτερος αδερφός του Νταβίντ που τον πηγαίνει στη Λέσχη των Συγγραφέων· ο ευσεβής ραβίνος πατέρας τους, που φτάνει στη Βαρσοβία και η πίστη του είναι απόλυτη – σε αντίθεση με τον εκκοσμικευμένο Νταβίντ· ο Μέιρ Αρονσον, ο ευγενής πατέρας της Μίνας. Και πλήθος άλλοι.
Ο Νταβίντ θα φύγει, αλλά όχι για την Παλαιστίνη. Εχει αφήσει τα πάντα πίσω του. Τι απομένει; Οι αναμνήσεις. Εχει αποκτήσει πλέον συνείδηση συγγραφέα.
Ο αναγνώστης δεν θα πελαγώσει με τις πολλές αναφορές στην εβραϊκή παράδοση, που ενδέχεται να του είναι ξένη. Ο καλός μεταφραστής Σταύρος Νικολαΐδης φρόντισε να εφοδιάσει το μυθιστόρημα με όλες τις αναγκαίες σημειώσεις.
Το ζήτημα του χρόνου και η επαφή με τη φιλοσοφία
Το Πιστοποιητικό πρωτοδημοσιεύτηκε στα γίντις το 1969, όταν ο Σίνγκερ ήταν 63 ετών, αλλά δεν είναι τόσο βέβαιο ότι πρόκειται για παλαιότερο κείμενο. Το αψεγάδιαστο και παιγνιώδες ύφος του συνηγορεί για το αντίθετο, όπως και οι φιλοσοφικές αναφορές που παραπέμπουν στην αγωνία και το υπαρξιακό άγχος που καταλαμβάνει τον ήρωα. Οι διάλογοι επίσης συντείνουν στο ενδεχόμενο πως ακόμη κι αν πρόκειται για προγενέστερο κείμενο, πιθανότατα το ξανακοίταξε ο συγγραφέας του.
Η συμπεριφορά του πρωταγωνιστή είναι νεανική (το πώς επί παραδείγματι συνδέεται ερωτικά με τρεις γυναίκες, τη Σόνια, την Εντουσα και τη Μίνα) αλλά ο υπαρξιακός του προβληματισμός είναι σαφέστατα προβληματισμός ενηλίκου. Γιατί πώς αλλιώς χωράει εδώ ο Καντ, ο μπολσεβικισμός, η ψυχανάλυση, η εβραϊκή θεολογία και η θεωρία της σχετικότητας; Αλλά αυτές όλες οι θεωρίες διαμορφώνουν το κλίμα της εποχής και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, στην οποία βυθίζεται ο αναγνώστης από την αρχή ακόμη του βιβλίου.
Μέσα στην αγωνία του για την καθημερινότητα και για το αύριο, που δεν μπορεί να το φανταστεί, ο Νταβίντ Μπέντιγκερ ανατρέχει στον Καντ! Και η στάση του έναντι των γυναικών μπορεί να παραπέμπει στον Σπινόζα, που ήταν κι αυτός Εβραίος, αλλά και στον Αϊνστάιν. Πιστοποιεί ακόμη την πεποίθηση του Σίνγκερ ότι φιλοσοφία και λογοτεχνία κινούνται στο ίδιο πεδίο.



