Το ζήτημα του κινδύνου για τη δημόσια υγεία από τους «υπερ-ρυπαντές» της ατμόσφαιρας, όπως η αιθάλη – ο μαύρος τοξικός καπνός που προκαλείται από την ατελή καύση υδρογονανθράκων -, δεν λείπει από τις διαπραγματεύσεις της εφετινής συνόδου του ΟΗΕ για το κλίμα (COP30), η οποία άρχισε την περασμένη Δευτέρα, στο Μπελέμ της Βραζιλίας και αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 21 Νοεμβρίου.

Και ενώ οι εργασίες της COP30 συνεχίζονται, η κυβέρνηση της Ινδίας ανακοίνωσε τη λήψη έκτακτων μέτρων για τη ρύπανση στο Νέο Δελχί, την πρωτεύουσα των 32 εκατομμυρίων κατοίκων: ανεστάλησαν όλα τα μη αναγκαία δημόσια έργα, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία παλαιών οχημάτων και τα σχολεία πέρασαν σε τηλεκπαίδευση. Δεν είναι η πρώτη φορά που λαμβάνονται τέτοιου είδους μέτρα. Τον Νοέμβριο του 2024, όπως θυμίζουν οι Νew York Times, η ινδική κυβέρνηση είχε λάβει ανάλογες πρωτοβουλίες.

Η πιο μολυσμένη πόλη στον κόσμο

Το Δελχί είναι η πόλη με τον πιο μολυσμένο αέρα στον κόσμο – την πρώτη πεντάδα, με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ), συμπληρώνουν η Nτζαμένα στο Τσαντ, η Ντάκα στο Μπανγκλαντές, η Κινσάσα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και το Ισλαμαμπάντ στο Πακιστάν.

Σύμφωνα με έρευνα της ιατρικής επιθεώρησης The Lancet, η ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ινδία συνδέεται με 1,7 εκατομμύρια θανάτους ετησίως. Οι επιπτώσεις της ρύπανσης είναι πιο έντονες στο Δελχί τον χειμώνα, όταν οι άνεμοι πέφτουν, οι θερμοκρασίες χαμηλώνουν μετά τους μουσώνες και οι ρύποι συσσωρεύονται.

Tαξικό ζήτημα

Οι μέχρι τώρα πρωτοβουλίες της συντηρητικής κυβέρνησης του Ναρέντρα Μόντι δεν επιλύουν το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο Δελχί – περιορίζουν μόνον την έκτασή του, για διάστημα λίγων ημερών. Το πρόβλημα αντιμετωπίζεται δύσκολα, καθώς πρόκειται για ζήτημα ταξικό: στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου (1,46 δισεκατομμύρια άνθρωποι το 2025) μόνον ένα πολύ μικρό ποσοστό των Ινδών μπορεί να έχει πρόσβαση σε καθαρή ατμόσφαιρα, μέσω συσκευών καθαρισμού του αέρα.

Πρόκειται για μια μικρή μερίδα νοικοκυριών που διαθέτουν τα οικονομικά μέσα για να εξασφαλίζουν καθαρό αέρα μέσα στα σπίτια τους χάρη σε μια καινοτόμο τεχνολογία που μιμείται τον τρόπο με τον οποίο εργαστήρια και βιομηχανίες δημιουργούν χώρους χωρίς ρύπους. Το κόστος όμως αυτής της τεχνολογίας αγγίζει το 70% του μέσου ετήσιου εισοδήματος στην Ινδία.

Φούσκα Καθαρού Αέρα

Η τεχνολογία που ονομάζεται Clean Air Bubble (Φούσκα Καθαρού Αέρα) είναι προϊόν της επιχείρησης ΥΟGA (Your Own Green Area), μιας ινδικής start-up η οποία την παρέχει σε 5.000 νοικοκυριά υψηλού εισοδήματος. Το 90% των πελατών της ζουν στο Δελχί. Η συσκευή YOGA λειτουργεί διαφορετικά από τους κλασικούς καθαριστές εσωτερικού χώρου, οι οποίοι ανακυκλώνουν αργά τον αέρα.

Τοποθετείται εξωτερικά, ρουφά τον μολυσμένο αέρα και τον περνά μέσα από παχιά, υψηλής απόδοσης φίλτρα. Έπειτα τον διοχετεύει συνεχώς μέσα στο σπίτι από ειδικά διαμορφωμένα ανοίγματα, δημιουργώντας πίεση που εμποδίζει τον μολυσμένο αέρα να εισέλθει από χαραμάδες. Η τεχνολογία θυμίζει τις μεθόδους καθαρισμού αέρα σε εμπορικά κτίρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η συσκευή καταναλώνει λιγότερη ενέργεια από ένα κλιματιστικό, ενώ τεχνικοί της εταιρείας αντικαθιστούν τακτικά τα φίλτρα.

Ωστόσο το κόστος της συσκευής παραμένει απαγορευτικό για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στην Ινδία, όπου εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με κρατικές επιδοτήσεις στα τρόφιμα και οι περισσότεροι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά ούτε το κλιματιστικό -απαραίτητο καθώς οι θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 49°C.

Η εγκατάσταση της Clean Air Bubble κοστίζει περίπου 1.900 δολάρια για ένα διαμέρισμα τριών υπνοδωματίων, ενώ το μέσο ετήσιο εισόδημα στην Ινδία είναι 2.800 δολάρια. Παρ’ όλα αυτά, η ζήτηση αυξάνεται ραγδαία: σύμφωνα με τον ιδρυτή της επιχείρησης, Σατσίν Πανουάρ, το μέγεθος της ΥOGA έχει διπλασιαστεί από το 2020.

Η επιχείρηση ετοιμάζει επίσης μια φορητή συσκευή για τους εργαζόμενους σε εξωτερικούς χώρους, ενώ η Breathe Easy, μια ανταγωνιστική επιχείρηση που τα τελευταία χρόνια σχεδίαζε κυρίως λύσεις για καθαρισμό του αέρα σε σχολεία και εμπορικά κέντρα, τώρα επικεντρώνεται ξανά στα σπίτια. Σημειωτέον ότι και οι δύο εταιρείες εξετάζουν φθηνότερες, μικρότερες εκδόσεις των συσκευών τους.

Ο Μπαρούν Αγκαρβάλ, ο οποίος ίδρυσε τη Breathe Easy (Αναπνεύστε Εύκολα) στο Δελχί το 2013, όταν ακόμη οι περισσότεροι Ινδοί δεν είχαν συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος και σοκάρονταν από το ότι η ατμόσφαιρα στην πόλη τους ήταν πιο μολυσμένη από του Πεκίνου, τονίζει ότι η ενημέρωση για το πρόβλημα παραμένει ελλιπής. Οι Αμερικανοί και Γερμανοί, προσθέτει, ξοδεύουν πολλαπλάσια χρήματα σε τεχνολογία καθαρισμού του αέρα, παρότι το πρόβλημα είναι λιγότερο σοβαρό στις χώρες τους.

Κοινωνική αγανάκτηση

Παρά την κρισιμότητα του προβλήματος, η ατμοσφαιρική ρύπανση σπανίως αποτελεί ζήτημα στις προεκλογικές εκστρατείες στην Ινδία. Η κοινωνική δυσαρέσκεια όμως αυξάνεται. Την περασμένη Κυριακή, μερικές εκατοντάδες διαδηλωτές με μάσκες συγκεντρώθηκαν μέσα στην αιθαλομίχλη στο Δελχί, κρατώντας πλακάτ με συνθήματα όπως «Υπάρχει δηλητήριο στον αέρα» και «Γιατί η αναπνοή είναι προνόμιο;».

Τα αιτήματά τους δεν μοιάζουν να εισακούονται από την κυβέρνηση Μόντι. Όσες οικογένειες μπορούν, εγκαταλείπουν το Δελχί για άλλες περιοχές με καθαρότερο αέρα. Οι περισσότερες όμως δεν έχουν τη δυνατότητα αυτής της επιλογής.