Στον ανακριτή θα οδηγηθούν 17 στελέχη του Λιμενικού Σώματος, μεταξύ των οποίων ο κυβερνήτης και το πλήρωμα του περιπολικού σκάφους ΠΠΛΣ 920, για τις ποινικές ευθύνες που τους αποδίδονται σε σχέση με το ναυάγιο του αλιευτικού «Adriana» στα ανοικτά της Πύλου, το βράδυ της 13ης προς 14η Ιουνίου 2023 που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 82 ανθρώπους, ενώ εκατοντάδες θεωρούνται αγνοούμενοι.
Το υπερφορτωμένο αλιευτικό, που μετέφερε περίπου 750 μετανάστες από χώρες όπως η Αίγυπτος, η Συρία, το Πακιστάν και το Αφγανιστάν, βυθίστηκε περίπου 80 χιλιόμετρα από τις ακτές της Πύλου, σε διεθνή ύδατα. Η επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, είχε ως αποτέλεσμα τη διάσωση 104 επιζώντων, ενώ οι σοροί 82 θυμάτων ανασύρθηκαν από τη θάλασσα. Οι επιζώντες κατήγγειλαν ότι οι διακινητές κρατούσαν στο αμπάρι γυναίκες και παιδιά, με εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για περίπου 100 παιδιά επί του σκάφους.
Σύμφωνα με τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από την Εισαγγελία του Ναυτοδικείου, ο κυβερνήτης του ΠΠΛΣ 920 κατηγορείται για πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο πολλών ανθρώπων, επικίνδυνες παρεμβάσεις στη συγκοινωνία πλοίων και παράλειψη προσφοράς βοήθειας. Το πλήρωμα του περιπολικού διώκεται για απλή συνέργεια, ενώ ποινικές ευθύνες αποδίδονται και σε ανώτατους αξιωματικούς του Λιμενικού, στον τότε Αρχηγό, στον επόπτη του Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ) και σε άλλους, για έκθεση σε κίνδυνο και πρόκληση θανάτου.
Οι καταθέσεις και οι μαρτυρίες
Οι καταθέσεις επιζώντων και ηχητικά ντοκουμέντα που ήρθαν στο φως, αποκαλύπτουν ότι το περιπολικό ΠΠΛΣ 920 προσέδεσε σχοινί στο αλιευτικό και επιτάχυνε, προκαλώντας την ανατροπή του. Επιπλέον, υπάρχουν μαρτυρίες ότι ο κυβερνήτης του αλιευτικού εγκατέλειψε το πλοίο πριν αυτό βυθιστεί, ενώ το Λιμενικό φέρεται να καθυστέρησε την κινητοποίηση της διάσωσης.
Η υπόθεση έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και διεθνή ανησυχία, με οργανώσεις να καταγράφουν σοβαρές παραλείψεις και ελλείψεις στη διαχείριση της τραγωδίας. Παράλληλα, έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση η διαχείριση των αποδεικτικών στοιχείων, όπως η κατάσχεση κινητών τηλεφώνων επιζώντων, που θεωρούνται κρίσιμα για την ανάκριση.
Σύμφωνα με έρευνα του Συνήγορου του Πολίτη (ΣτΠ) υπήρξε μια σειρά από σοβαρές και επίμεμπτες παραλείψεων στα καθήκοντα έρευνας και διάσωσης εκ μέρους ανώτερων αξιωματικών του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.)
Ο ΣτΠ «αποφάσισε να προβεί σε ιδία έρευνα, με την ειδική αρμοδιότητα του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας, τον Νοέμβριο του 2023, σε συνέχεια της ρητής άρνησης πειθαρχικής διερεύνησης από το Λιμενικό Σώμα, την οποία είχε ζητήσει η Αρχή στις επιστολές της από τον Ιούνιο 2023, μετά το τραγικό ναυάγιο της Πύλου».
Στο πόρισμά του που αριθμεί 148 σελίδες, «συνέβαλε η συγκέντρωση αποδεικτικού υλικού 5.000 περίπου σελίδων, στο οποίο μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονταν έγγραφες απαντήσεις των εμπλεκομένων υπηρεσιών, δημοσιογραφικές έρευνες, 17 ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, μία έκθεση πραγματογνωμοσύνης και μία γνωμοδότηση που ζήτησε η Αρχή, καθώς και ο φάκελος της δικογραφίας».
Τα κρατικά «εμπόδια» στην έρευνα
Ο ΣτΠ καταγγέλλει εξάλλου ότι «κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία δεν της γνωστοποιήθηκαν, παρά τα σχετικά αιτήματά της, ιδίως τα δεδομένα από το κινητό τηλέφωνο του πλοιάρχου Λ.Σ. του σκάφους αυτού, τα οποία διαθέτει το Ναυτοδικείο Πειραιά, και όλες οι συνομιλίες του πλοιάρχου με το Ε.Κ.Σ.Ε.Δ. του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. μέχρι την ανατροπή του αλιευτικού, για τις οποίες το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. ενημέρωσε, ότι δεν κατεγράφησαν ψηφιακά, παρά τις περί του αντιθέτου προβλεπόμενες διατάξεις.
Ομοίως, δεν τέθηκε υπόψη της Αρχής το καταγραφικό υλικό από τις κάμερες του σκάφους του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., για το οποίο υλικό η ενημέρωση του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ. ήταν, ότι ήταν εκτός λειτουργίας, λόγω βλάβης. Η αξιολόγηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού κρίνεται καθοριστική για την θεμελίωση ευθυνών για πρόκληση ναυαγίου».
Το πόρισμα της Ανεξάρτητης Αρχής διαβιβάσθηκε στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για την εκ μέρους του άσκηση πειθαρχικής δικαιοδοσίας και στην Εισαγγελία του Ναυτοδικείου Πειραιά, για την αξιολόγηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των σχετικών ποινικών αδικημάτων.
Οι συγκρίσεις με το Φαρμακονήσι
Ο Συνήγορος του Πολίτη κ. Ανδρέας Ποττάκης δήλωσε ότι, «για την Ανεξάρτητη Αρχή, η διαφάνεια της διοικητικής δράσης και η απόδοση ευθυνών, όπου υπάρχουν, για το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου αποτελεί στοιχειώδες δικαιοκρατικό αίτημα, άρρηκτα συνδεδεμένο με το σεβασμό στο κράτος δικαίου, όπως και η ενδελεχής διερεύνηση από τη διοίκηση, κάθε άλλου περιστατικού που συνδέεται με προσβολή του δικαιώματος στη ζωή, την υγεία και τη σωματική ακεραιότητα.
Ο ΣτΠ υπενθύμισε τις αρχές της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), το οποίο, στην υπόθεση του ναυαγίου του Φαρμακονησίου επεσήμανε ότι οι αρχές «δεν έλαβαν, στο πλαίσιο των εξουσιών τους, τα μέτρα που μπορούσαν να θεωρηθούν, ευλόγως, ικανά να αποτρέψουν τον κίνδυνο».
Το πρωταρχικό, κατά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ζήτημα σε μια επιχείρηση έρευνας και διάσωσης είναι αν οι προσπάθειες των αρχών «επικεντρώθηκαν επαρκώς και καταλλήλως, στη ζωή» των εμπλεκομένων προσώπων.
Η δικαστική διαδικασία
Η δικαστική διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη, με τις ανακρίσεις να εστιάζουν στην απόδοση ευθυνών για το πολύνεκρο ναυάγιο, το οποίο χαρακτηρίζεται ως το πιο θανατηφόρο στη σύγχρονη ελληνική ναυτική ιστορία. Η εξέλιξη των ερευνών και οι αποφάσεις της δικαιοσύνης αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς η υπόθεση εγείρει κρίσιμα ζητήματα για την προστασία των προσφύγων και μεταναστών στη Μεσόγειο και τη λειτουργία των ελληνικών αρχών.






