Στην παγκόσμια κονίστρα η τεχνητή νοημοσύνη αναδύεται ως ένα νέο πεδίο διεκδικήσεων και αναμετρήσεων.
«Το μέλλον της Τεχνητής Νοημοσύνης είναι πολιτικό ζήτημα, ζήτημα κυριαρχίας και στρατηγικής εξάρτησης», όπως υπογράμμισε ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν.
Πρόκειται, πλέον, για μια τεχνολογική αναμέτρηση με γεωστρατηγικές, οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις.
Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής για την Τεχνητή Νοημοσύνη στο Παρίσι, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε την πρωτοβουλία InvestAI, ένα επενδυτικό σχέδιο ύψους 200 δισ. ευρώ, με στόχο να καταστήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτοπόρο στην ανάπτυξη συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει να ηγηθεί στην παγκόσμια ψηφιακή διαμάχη με την δημιουργία συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, τα οποία να είναι συμπεριληπτικά και βιώσιμα.
Γίνεται προσπάθεια να τεθούν αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ως ειδοποιός διαφορά σε σχέση με τον διεθνή ανταγωνισμό τόσο απέναντι στην Αμερική όσο και στην Κίνα.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, λίγες μέρες μετά την εκλογή του, ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε επενδύσεις 500 δισ. δολαρίων. Στις ΗΠΑ αίρονται οι κρατικές ρυθμίσεις στο βωμό μιας «ανεμπόδιστης ανάπτυξης» της τεχνητής νοημοσύνης, ενώ το κράτος στην Κίνα επηρεάζει σημαντικά τη τεχνολογική καινοτομία.
Επιπλέον, τα chatbots και τα social media που δημιουργούνται στην Κίνα, όπως το DeepSeek και το TikTok, αντιμετωπίζονται συχνά με σκεπτικισμό ως προς την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων των ατόμων που τα χρησιμοποιούν.
Το σχέδιο της ΕΕ
Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση γίνεται φανερή και από την διευρυμένη δημιουργία εργοστασίων τεχνολογικής καινοτομίας και αποθηκών δεδομένων (data centers). Ερχόμαστε, πλέον, αντιμέτωποι με την παραγωγή ψηφιακών αγαθών, προϊόντων και υπηρεσιών που αποτελούν τα τεκμήρια της ολοένα και πιο συστηματικής ψηφιοποίησης.
Το InvestAI συνιστά ένα φιλόδοξο σχέδιο ανάπτυξης, το οποίο προβλέπει τη δημιουργία τεσσάρων AI GigaFactories, εξοπλισμένων με τελευταίας γενιάς AI chips, ώστε να προσφέρουν υπολογιστική ισχύ σε πανεπιστήμια, start-ups και ερευνητικά κέντρα.
Αυτός ο σχεδιασμός έρχεται να συμπληρώσει την ανάπτυξη 7 AI Factories σε χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, όπου το Pharos AI Factory θα αποτελέσει κέντρο καινοτομίας για εφαρμογές στη γλωσσική τεχνολογία, τον πολιτισμό, την υγεία και τη βιωσιμότητα. Το Pharos AI Factory, με προϋπολογισμό 30 εκατ. ευρώ, αναμένεται να λειτουργήσει ως κόμβος καινοτομίας, εστιάζοντας στην ανάπτυξη γλωσσικών μοντέλων και εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης για την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό. Παράλληλα, το ελληνικό AI Factory θα συμβάλει στην ανάπτυξη συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης στον τομέα της ιατρικής, ενώ ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί και στη χρήση δορυφορικών δεδομένων για την προώθηση της ενεργειακής βιωσιμότητας και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η ένταξη της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό τεχνολογικό χάρτη είναι μια σημαντική εξέλιξη, που ενισχύει τη θέση της χώρας στον τομέα των προηγμένων τεχνολογιών.
Η Αμερική ελαχιστοποιεί την κρατική ρύθμιση
Οι Τραμπ και Μασκ χαράσσουν από κοινού την ψηφιακή πολιτική των ΗΠΑ. Σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή στρατηγική, οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθούν μια ακραιφνώς φιλελεύθερη προσέγγιση. Η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε ένα επενδυτικό πλάνο 500 δισ. δολαρίων, επικεντρωμένο στην απελευθέρωση της αγοράς και την ιδιωτική πρωτοβουλία των μεγάλων τεχνολογικών κολοσσών (Big Tech). Ο στόχος είναι η δημιουργία ενός επιχειρηματικού περιβάλλοντος που ενθαρρύνει την έρευνα και την ανάπτυξη, με έμφαση στην παραγωγή τεχνουργημάτων όπως AI chips, ώστε να μειωθεί η εμπορική και η οικονομική εξάρτηση από την Ασία.
Οι επενδύσεις αυτές στοχεύουν στην ενσωμάτωση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης στην άμυνα, την υγειονομική περίθαλψη, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και τη βιομηχανία, ενώ παράλληλα, επιδιώκεται η αδρανοποίηση των νομοθετικών περιορισμών, ώστε οι επιχειρήσεις να λειτουργούν με τη μέγιστη δυνατή ευελιξία. Η διαφορά στη φιλοσοφία της πολιτικής των ΗΠΑ έγινε ιδιαίτερα εμφανής στη Σύνοδο του Παρισιού, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο αρνήθηκαν να υπογράψουν τη σχετική συμφωνία.
Ένας κόσμος πολλών ταχυτήτων
Η έρευνα των Lehdonvirta, Wu και Hawkins εισήγαγε μια νέα γεωπολιτική οπτική, χαρτογραφόντας την παρουσία τεχνολογικών υποδομών υψηλής υπολογιστικής ισχύος, όπως προηγμένοι επεξεργαστές συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της έρευνας, οι ΗΠΑ και η Κίνα συγκεντρώνουν σχεδόν το 50% της παγκόσμιας υπολογιστικής ισχύος, με τις ΗΠΑ να φιλοξενούν τα πιο προηγμένα AI chips, όπως τα Nvidia H100, ενώ η Κίνα περιορίζεται κυρίως σε παλαιότερης γενιάς μοντέλα. Η ανισορροπία αυτή επιτείνεται από τους περιορισμούς των ΗΠΑ στις εξαγωγές τεχνολογίας προς την Κίνα, που έχουν οδηγήσει σε έλλειψη κορυφαίων chips στην κινεζική αγορά.

Οι ευρωπαϊκές χώρες, παρότι διαθέτουν ένα ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο όπως ο Κανονισμός για την Τεχνητή Νοημοσύνη, παρουσιάζουν καθυστερήσεις στην ανάπτυξη υπολογιστικών υποδομών.
Η παγκόσμια αγορά της τεχνητής νοημοσύνης αναμένεται να ξεπεράσει τα 1,5 τρισ. δολάρια έως το 2030. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βασίζονται στην επιχειρηματική καινοτομία και την ιδιωτική πρωτοβουλία, η Κίνα προωθεί ένα κρατικά ελεγχόμενο μοντέλο, ενώ η Ευρώπη προσπαθεί να συνδυάσει τεχνολογική καινοτομία με νομοθετική ρύθμιση και να προωθήσει συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που οι πολίτες θα μπορούν να εμπιστευτούν.
Το ερώτημα είναι αν η Ευρώπη μπορεί να καινοτομήσει χωρίς να καθυστερήσει σημαντικά.