Κάθε εταιρεία συχνά εμπλέκεται σε διαγωνισμούς, είτε για αγαθά είτε για υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της. Η συμμετοχή σε αυτούς τους διαγωνισμούς υπόκειται σε συγκεκριμένους και προκαθορισμένους κανόνες που συχνά λαμβάνουν τη μορφή γραπτών διαδικασιών.
Αυτές οι διαδικασίες εξαρτώνται εν πολλοίς από τη φύση των δραστηριοτήτων της κάθε εταιρείας, την εταιρική κουλτούρα, τις ικανότητες του προσωπικού, το ισχύον νομικό πλαίσιο, καθώς και το διαθέσιμο λογισμικό.
Δυστυχώς όμως η ύπαρξη απλά και μόνο κάποιων διαδικασιών δεν εξασφαλίζει την εταιρεία έναντι των φαινομένων απάτης. Η πιο κοινή μορφή απάτης που σχετίζεται με προμήθειες είναι οι περιπτώσεις χρηματισμού ατόμων που κατέχουν νευραλγικές θέσεις. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την ετήσια έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας η οποία αναφέρεται σε αξιοσημείωτα περιστατικά διαφθοράς σε διαγωνισμούς ανάθεσης έργων.
Οι εταιρείες που θα συμμετάσχουν σε κάποιον διαγωνισμό συχνά εξασφαλίζουν την ανάθεση του έργου με τη βοήθεια «γνωστών» τους στην Επιτροπή Αξιολόγησης. Φυσικά θα πρέπει να πληρώσουν ένα αντίτιμο για αυτή τη χάρη!
Ολόκληρη η διαδικασία ανάθεσης του έργου μπορεί να διαιρεθεί σε μερικές βασικές φάσεις: 1) προετοιμασία του διαγωνισμού, 2) πρόσκληση των υποψηφίων για την υποβολή προσφορών, 3) υποβολή προσφορών, 4) ανάθεση έργου, 5) εκτέλεση έργου. Παρατυπίες μπορούν να συμβούν σε οποιαδήποτε από αυτές τις φάσεις.
Ο βασικός τρόπος για να μπορέσει κάποιος να επηρεάσει τη διαδικασία κατά το στάδιο της προετοιμασίας είναι να εξασφαλίσει ότι οι προδιαγραφές του διαγωνισμού / διακήρυξης θα συνταχθούν με τρόπο τέτοιον ώστε να επιτρέπουν μόνο στον επιθυμητό προμηθευτή να κάνει την κατάλληλη προσφορά.
Προκειμένου να εξαλειφθούν οι ανταγωνιστές ένας ανέντιμος υπάλληλος θα πρέπει να προσαρμόσει τις προδιαγραφές του διαγωνισμού έτσι ώστε μόνο ένας διαγωνιζόμενος –φυσικά, ο «πλέον κατάλληλος» –να παρέχει το προϊόν ή την υπηρεσία που απαιτείται σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Συχνά για να μην αποκαλυφθεί το γεγονός ότι οι προδιαγραφές είναι στημένες για να ευνοήσουν έναν συγκεκριμένο προμηθευτή, οι ανέντιμοι εργαζόμενοι χρησιμοποιούν διάφορα κριτήρια τα οποία στο σύνολό τους αποκλείουν όλους τους ανταγωνιστές.
Κλασικά παραδείγματα αποκλεισμού ανεπιθύμητων ανταγωνιστών είναι όταν ο διαγωνισμός θέτει αδικαιολόγητα υψηλές απαιτήσεις για τις εταιρείες που υποβάλλουν προσφορές ή οι προδιαγραφές ενός διαγωνισμού έχουν συνταχθεί έτσι ώστε να μπορεί να επιλεχθεί μόνο ένας συγκεκριμένος μειοδότης ή να απομακρυνθεί ένας επικίνδυνος ανταγωνιστής.
Ενας άλλος αρκετά συχνός τρόπος νόθευσης διαγωνισμών είναι να οριστούν οι προδιαγραφές με τέτοιον τρόπο ώστε οι προσφορές να μην είναι συγκρίσιμες μεταξύ τους. Αυτό συνήθως επιτυγχάνεται όταν δεν διευκρινίζονται ορισμένα σημαντικά στοιχεία σχετικά με την ποιότητα των υλικών που έχουν ουσιαστική επίπτωση στην τιμή του αντικειμένου του διαγωνισμού. Συναντήσαμε μια περίπτωση διαγωνισμού κατασκευαστικού έργου στην οποία οι μόνες προδιαγραφές που είχαν τεθεί ήταν η εκτέλεση εργασιών οδικού δικτύου μήκους 15 χιλιομέτρων. Η προσφορά που υποβάλλεται από τον ευνοημένο προμηθευτή, δηλαδή, δεν προσδιορίζει ουσιώδη στοιχεία όπως αυτά της ποιότητας των υλικών παρά μόνο την τελική τιμή.
Και τι θα γίνει αν η προσφορά δε μπορεί να «στηθεί» στο στάδιο της προετοιμασίας ή οι προδιαγραφές δεν μπορούν να «κατασκευαστούν» όπως κάποιοι επιθυμούν; Αυτό δεν είναι πρόβλημα για τους δημιουργικούς απατεώνες, γιατί εξακολουθούν να έχουν πάρα πολλές επιλογές. Στο επόμενο άρθρο θα παρουσιάσουμε τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται κατά το στάδιο της πρόσκλησης για υποβολή προσφοράς.
O κ. Γιάννης Δρακούλης είναι επικεφαλής του Τμήματος Διερεύνησης Οικονομικής Απάτης και Εταιρικών Αντιδικιών της ΕΥ Ελλάδας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ