Ξεχώρισαν με την παρουσία τους κατά τη διάρκεια της χρονιάς που εκπνέει, όχι πάντοτε με πρόσημο θετικό: κάποιοι έγιναν βορά παντός είδους ειδημόνων και κριτών, άλλοι επαινέθηκαν για την άσκηση των καθηκόντων τους με επάρκεια, σε κάθε περίπτωση βρέθηκαν στο προσκήνιο, άμεσα συνδεδεμένοι καθώς ήταν με υποθέσεις ενδιαφέροντος. Οι δικαστικοί λειτουργοί δεν αγαπούν συνήθως τη δημοσιότητα –διέπεται άλλωστε από κριτήρια που πόρρω απέχουν από τα δικονομικά. Τα συγκεκριμένα –επτά τον αριθμό –πρόσωπα γνώρισαν το 2013 τι σημαίνει να είσαι «πρώτο θέμα» στις ειδήσεις, εμπειρία που ούτως ή άλλως δεν λησμονείται εύκολα και από κανέναν.
Συλλήψεις και περιοριστικοί όροι
Η υπόθεση της Χρυσής Αυγής είχε υπερσκελίσει τα πάντα όταν το πόρισμα του εισαγγελέα έφθασε στα χέρια των ανακριτών Διαφθοράς κκ. Σπύρου Γεωργουλέα και Χρήστου Παπακώστα. Οι ίδιοι ανέλαβαν την ευθύνη της προφυλάκισης του Νίκου Μιχαλολιάκου και του Γιάννη Λαγού, έκριναν ωστόσο με τη σύμφωνη γνώμη δύο εισαγγελέων (του κ. Κωνσταντίνου Σπηλιόπουλου και της κυρίας Ελένης Μαυροπούλου) ότι έπρεπε να αφήσουν ελεύθερους με περιοριστικούς όρους τον Ηλία Κασιδιάρη, τον Ηλία Παναγιώταρο και τον Νίκο Μίχο, ενέργεια που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Οι κατηγορίες ήταν ακόμη μετέωρες αλλά βαριές, ο κόσμος ζητούσε αίμα στην αρένα και η πλειονότητα των ΜΜΕ είχε ήδη αποφασίσει ότι κανένας από τους βουλευτές του νεοναζιστικού μορφώματος δεν έπρεπε να μείνει έξω από τον Κορυδαλλό.
Δικαστικές πηγές σχολιάζουν δηκτικά ότι δεν ήθελαν ανακριτές αλλά μετά Χριστόν προφήτες: «Η προκαταρκτική εξέταση που είχε προηγηθεί είχε διάρκεια μόλις πέντε ημερών και το πόρισμα μετρούσε – δεν μετρούσε πέντε-έξι σελίδες. Τα στοιχεία από τους υπολογιστές, οι φωτογραφίες με τα νεοναζιστικά σύμβολα, τα ενσταντανέ με τα όπλα ήλθαν πολύ αργότερα. Τον Οκτώβριο η υπόθεση ήταν απλώς στοιχειωμένη, οι αποδείξεις λιγοστές, δεν “έδεναν” κανέναν από τους τρεις τους» λένε χαρακτηριστικά.
Αμφότεροι οι ανακριτές (πρόεδροι Πρωτοδικών) Γεωργουλέας και Παπακώστας θεωρούνται εξάλλου –αν και νέοι –έμπειροι και ικανοί δικαστικοί. Ο κ. Σπύρος Γεωργουλέας έχει στην πλάτη του 16 χρόνια, εκ των οποίων τα τέσσερα στην ανάκριση υποθέσεων διαφθοράς –θέση για την οποία τον επέλεξε ο κ. Ευτύχιος Νικόπουλος, ως πρόεδρος Πρωτοδικών. Εχει χειριστεί υποθέσεις όπως αυτές της Energa και της Hellas Power αλλά και μέρους των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ενώ δεν έχει βάλει τελεία ακόμη στην υπόθεση της ΜΑΝ.
Ο κ. Χρήστος Παπακώστας έχει 15 χρόνια στη δουλειά και περίπου δύο χρόνια στην καρέκλα του ανακριτή. Στην κρίση του έχουν τεθεί γνωστές υποθέσεις όπως αυτή για τα μη πολιτικά πρόσωπα της λίστας Λαγκάρντ, καθώς και αυτή για τα οικονομικά πεπραγμένα της πρώην ΕΡΤ.
Δικαστικός που τυχαίνει να έχει συνεργαστεί μαζί τους σημειώνει ότι και οι δύο καταρρίπτουν την παλιά θεωρία που θέλει τους δικαστικούς κοσμοκαλόγερους. «Είναι άνθρωποι που ξέρουν καλά τι συμβαίνει στην “πιάτσα” και θεωρούνται συγκροτημένοι. Θέλει θάρρος για να μείνεις προσηλωμένος στον νομό και να πας κόντρα στο ρεύμα, αυτό δεν τους πιστώθηκε. Είναι αλήθεια βεβαίως ότι έχουν τον δικό τους Θεό, δεν καταλαβαίνουν από πιέσεις. Γνώμονας για τον δικαστικό δεν μπορεί να είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα…».
Ο Ακης και το εισαγγελικό δίδυμο
Οι αντεισαγγελείς Εφετών κυρία Γεωργία Αδειλίνη και κ. Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος είναι το εισαγγελικό δίδυμο που έστειλε τον Ακη Τσοχατζόπουλο φυλακή για τις μίζες από τα εξοπλιστικά. Επί έξι μήνες κάθονταν απέναντί του, παρακολουθούσαν τη στάση που επέλεξε να τηρήσει, στάση της σιωπής, των αλλεπάλληλων διαψεύσεων, «δεν είδα, δεν ξέρω», και της θεωρίας των πολιτικών σκευωριών. Ακουγαν τις διαμαρτυρίες του, εισέπρατταν την αλαζονεία που του κληροδότησαν τα σαράντα χρόνια της στενής επαφής με την εξουσία.
Οι συγκρούσεις μεταξύ τους δεν ήταν λίγες. Σε μια έξαρση ναρκισσισμού, κατά την οποία ο πρώην υπουργός διέκοπτε ανά τρίλεπτο τη διαδικασία, φώναζε αγανακτισμένος, σχολίαζε, κατηγορούσε, τον ανέκοψε ο κ. Παναγιωτόπουλος. «Δεν είναι καφενείο εδώ πέρα! Μάθετε δικονομικούς τρόπους».
Η συνήθως ήπια κατά τη διαδικασία κυρία Αδειλίνη έγινε βιτριολική όταν έφθασε η ώρα της εισαγγελικής πρότασης, αποδίδοντάς του εξαρχής σύλληψη σχεδίου για το ξέπλυμα του μαύρου χρήματος και την απώλεια του λογαριασμού από τα πολλά «λαδώματα» ενώ ο κ. Παναγιωτόπουλος δεν δίστασε να προσάψει στον πρώην κραταιό Ακη «ύβριν», με την αρχαιοελληνική έννοια, ζητώντας να «εγκλειστεί διά βίου» στη φυλακή (και προκαλώντας κύματα ενθουσιασμού στο ακροατήριο).
Και οι δυο τους έχουν πείρα στα εισαγγελικά έδρανα –και όχι μόνο. Η κυρία Αδειλίνη, με καταγωγή από την Κεφαλλονιά (από μέρος με ωραίο δειλινό), είναι στο σώμα από το 1984, επιλέγοντας να αποδίδει δικαιοσύνη στα ακροατήρια, ενώ τελεί αντεισαγγελέας Εφετών από το 2006. Χαμηλού προφίλ άνθρωπος, δέχθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης πολλά θετικά σχόλια από δικηγόρους των κατηγορουμένων για την ποιότητα του χαρακτήρα της, ακόμη και όταν βρίσκονταν σε πλήρη διαφωνία μαζί της. Η ίδια έδειξε άλλωστε ανθρώπινο πρόσωπο κατά τη διαδικασία, τόσο όταν χαρακτήριζε συμπαθή τον Γιώργο Σαχπατζίδη (ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι αργότερα ζήτησε την ενοχή του) όσο και όταν πρότεινε αναστολή της ποινής για την Αρετή Τσοχατζοπούλου, κόρη του πρώην υπουργού, με το σκεπτικό ότι είναι μάνα τριών παιδιών.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος είναι πολυσχιδής: διαθέτει εμπειρία στα πολιτικά δρώμενα, καθώς έχει θητεύσει γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης, και χαίρει δημοφιλίας στον κλάδο, τον έχει εξάλλου εκπροσωπήσει στο παρελθόν από τη θέση του γραμματέα της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος. Εχει επιλεγεί στον ρόλο του εισαγγελέα και για τη δίκη του Τάσου Μαντέλη, ως προς την υπόθεση της Siemens –δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη. Εχει το χάρισμα του λόγου, είναι γνωστός για τα καλά ελληνικά του και διαθέτει στεντόρεια φωνή, προσόντα που τον καθιστούν απολαυστικό κατά τις αγορεύσεις του. Δεν υπολείπεται σε χιούμορ, αν δεν το διέθετε, οι ρήξεις του με τον κ. Αλέξη Κούγια, δικηγόρο της συζύγου Τσοχατζοπούλου, Βίκυς Σταμάτη, θα ήταν μάλλον ολέθριες για τη διαδικασία.
Η υπόθεση της «φούσκας» του Χρηματιστηρίου
Στον αντίποδα της θετικής δημοσιότητας, οι τρεις εφέτες που εκδίκασαν την υπόθεση με τις περιώνυμες μετοχές-«φούσκες» του Χρηματιστηρίου, δεκατρία ολόκληρα χρόνια μετά τις πρώτες διώξεις, φτύνουν τον κόρφο τους όταν ακούν για ΜΜΕ. Η απόφασή τους, με βάση την οποία δεν στοιχειοθετήθηκε το αδίκημα της απάτης και αθωώθηκαν οι 42 εμπλεκόμενοι (από επιχειρηματίες ως χρηματιστές), μετεξελίχθηκε σε δυσάρεστη εμπειρία για τις ίδιες: την κυρία Χρυσούλα Φλώρου-Κοντοδήμου, την κυρία Σταμάτα Πετσάλη και την κυρία Ελένη Θεοδωρακοπούλου. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εφέτες διατείνονται ότι απλώς δεν υπήρχαν τα στοιχεία εκείνα που θα οδηγούσαν τους 42 από το εδώλιο στη φυλακή, και παραπέμπουν στη δικογραφία και Στην ακροαματική διαδικασία. Κάποιοι από τους δικηγόρους των κατηγορουμένων μιλούν για «υπέρβαση» του δικαστηρίου (Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων), αλλά κοινή γνώμη και ΜΜΕ δηλώνουν ενοχλημένοι, μιλώντας για «πρόκληση». Πληροφορίες θέλουν τις ίδιες σίγουρες για την ετυμηγορία τους –«Θα δούμε αν θα ασκηθεί αναίρεση κατά της απαλλακτικής απόφασης» εκμυστηρεύονται σε συναδέλφους.
Στον αντίποδα της θετικής δημοσιότητας, οι τρεις εφέτες που εκδίκασαν την υπόθεση με τις περιώνυμες μετοχές-«φούσκες» του Χρηματιστηρίου, δεκατρία ολόκληρα χρόνια μετά τις πρώτες διώξεις, φτύνουν τον κόρφο τους όταν ακούν για ΜΜΕ. Η απόφασή τους, με βάση την οποία δεν στοιχειοθετήθηκε το αδίκημα της απάτης και αθωώθηκαν οι 42 εμπλεκόμενοι (από επιχειρηματίες ως χρηματιστές), μετεξελίχθηκε σε δυσάρεστη εμπειρία για τις ίδιες: την κυρία Χρυσούλα Φλώρου-Κοντοδήμου, την κυρία Σταμάτα Πετσάλη και την κυρία Ελένη Θεοδωρακοπούλου. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εφέτες διατείνονται ότι απλώς δεν υπήρχαν τα στοιχεία εκείνα που θα οδηγούσαν τους 42 από το εδώλιο στη φυλακή, και παραπέμπουν στη δικογραφία και Στην ακροαματική διαδικασία. Κάποιοι από τους δικηγόρους των κατηγορουμένων μιλούν για «υπέρβαση» του δικαστηρίου (Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων), αλλά κοινή γνώμη και ΜΜΕ δηλώνουν ενοχλημένοι, μιλώντας για «πρόκληση». Πληροφορίες θέλουν τις ίδιες σίγουρες για την ετυμηγορία τους –«Θα δούμε αν θα ασκηθεί αναίρεση κατά της απαλλακτικής απόφασης» εκμυστηρεύονται σε συναδέλφους.
Η πιο έμπειρη εκ των τριών, και πρόεδρος του δικαστηρίου, κυρία Χρυσούλα Φλώρου-Κοντοδήμου, έχει εκδικάσει πολλές σημαντικές υποθέσεις, εκ των οποίων και αυτήν της Ρικομέξ (οι 11 κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν μάλιστα επί της προτάσεως της τότε εισαγγελέως Πρωτοδικών κυρίας Αδειλίνη). Τον Ιούλιο του 2004, και ύστερα από σειρά δικαστικών εξελίξεων, η κυρία Φλώρου ως πρόεδρος του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών έκρινε ενόχους τους δύο από τους τέσσερις μηχανικούς, τους Αλ. Δόβα και Ν. Σχολίδη, επιβάλλοντάς τους ποινή πέντε ετών, με αναστολή. Η ίδια συμμετείχε σχετικά πρόσφατα (2012-2013) και στην επιτροπή αναθεώρησης του Ποινικού Κώδικα, με παρουσία που σχολιάζεται θετικά από δικηγόρους και δικαστικούς λειτουργούς.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



