Στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών στο Βερολίνο βλέπουν αριθμούς. Και οι αριθμοί ευημερούν. Στο ογκώδες κτίριο που κατασκευάστηκε από τον Χέρμαν Γκέρινγκ για να στεγάσει το ναζιστικό υπουργείο Αεροπορίας, χρησιμοποιήθηκε μετά τον πόλεμο ως έδρα της ανατολικογερμανικής κυβέρνησης και στη συνέχεια φιλοξένησε την Τρόιχαντ, τον οργανισμό που ανέλαβε να ιδιωτικοποιήσει τα περιουσιακά στοιχεία της Αν. Γερμανίας, παρακολουθούν στενά την εξέλιξη του ελληνικού προγράμματος. Βλέπουν τη βελτίωση που έχουν σημειώσει οι δείκτες και έχουν καλά λόγια για την Ελλάδα.
Η εικόνα που παρουσιάζουν στους συνομιλητές τους κορυφαία στελέχη του υπουργείου είναι άκρως ενθαρρυντική: οι εξαγωγές ανεβαίνουν, η ανταγωνιστικότητα ενισχύεται, οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν, οι ιδιωτικοποιήσεις, αν και δεν «τρέχουν» με τον επιθυμητό ρυθμό, έχουν πάρει τον δρόμο τους, η χώρα γίνεται ελκυστικότερη λένε, διότι αυτά λένε οι αριθμοί. Και αν τους ρωτήσεις γιατί η χώρα δεν μπορεί να ανακάμψει, γιατί δεν γίνονται επενδύσεις, η απάντηση είναι ότι είναι θέμα εμπιστοσύνης. «Την αξιοπιστία σου τη χάνεις σε μια ημέρα, αλλά απαιτούνται πολλά χρόνια για να την ανακτήσεις» αναφέρουν.
Το στοιχείο της καρτερίας και της υπομονής που πρέπει να δείξει η Ελλάδα για να ανακάμψει είναι κεντρικό στην καλβινιστική θεώρηση των πραγμάτων που επικρατεί στη γερμανική κοινωνία. «Η κυρίαρχη άποψη στη γερμανική κοινή γνώμη είναι ότι η Γερμανία έχει κάνει αρκετά για την Ελλάδα και πλέον είναι στο χέρι των Ελλήνων να τηρήσουν αυτά που έχουν υποσχεθεί και να κάνουν αυτό που πρέπει να κάνουν για να αναμορφώσουν τη χώρα τους» αναφέρει ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «Frankfurter Allgemaine Zeitung» Μάνφρεντ Σάφερς.
Το κυνήγι των φοροφυγάδων


Οι Γερμανοί θα ήθελαν, για παράδειγμα, να δουν, σύμφωνα με τον Χριστιανοδημοκράτη βουλευτή και πρόεδρο της κοινοβουλευτικής επιτροπής για τον προϋπολογισμό Νόρμπερτ Μπάρτλε, την πάταξη της φοροδιαφυγής. «Γιατί δεν πληρώνουν οι πλούσιοι Ελληνες τους φόρους τους;» αναρωτιέται, επισημαίνοντας ωστόσο την ίδια στιγμή την πρόοδο που έχει σημειώσει η χώρα στον τομέα της είσπραξης φόρων, επιδεικνύοντας γερμανική εφημερίδα η οποία έχει κάνει πρωτοσέλιδο θέμα (!) την άνοδο των φορολογικών εσόδων στην Ελλάδα το δεκάμηνο.
Οι Γερμανοί έχουν κάθε λόγο να λένε καλά λόγια για την Ελλάδα. Στη συμφωνία 185 σελίδων στην οποία κατέληξαν Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες για τον σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού προτεραιότητα αποτελεί η σταθερότητα του ευρώ και η διατήρηση της ευρωζώνης με τη σημερινή μορφή της. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούν ότι δεν πρέπει να γίνεται λόγος για νέο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. «Δεν μπορούμε κάθε τρεις και λίγο να “κουρεύουμε” ομόλογα της ευρωζώνης. Δεν κάνει καλό για την αξιοπιστία της Ελλάδας και για την αξιοπιστία του ευρώ. Τι μήνυμα στέλνουμε στους επενδυτές για τις ευρωπαϊκές αξίες αν συζητάμε για νέο “κούρεμα”;» λένε στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.
Θεωρούν ότι προτεραιότητα για την Ελλάδα αποτελεί η επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων που θα της επιτρέψει τη μείωση του χρέους και τη σταδιακή έξοδο στις αγορές για την αναχρηματοδότησή του. Βεβαίως το θέμα του χρέους θα συζητηθεί «κάποια στιγμή την προσεχή άνοιξη», μετά την οριστικοποίηση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος από τη Eurostat. Πιθανότατα αυτό να συμβεί μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου, αφού στη Γερμανία δεν θα ήθελαν να ανοίξουν το ζήτημα νωρίτερα, φοβούμενοι την άνοδο των ευρωσκεπτικιστών που στις πρόσφατες εκλογές οριακά δεν «έπιασαν» το «κατώφλι» του 5% για την είσοδό τους στο κοινοβούλιο.
Αλλά και όταν στη συζήτηση τίθεται το θέμα πιθανής χαλάρωσης της λιτότητας, η απάντηση είναι και πάλι ένα ευγενικό «νάιν». «Οι περικοπές που γίνονται θα αποδώσουν καρπούς» προβλέπει με βεβαιότητα ο Νόρμπερτ Μπάρτλε, ο οποίος μάλιστα παρουσιάζει την όλη διαδικασία με το κούρεμα ενός δένδρου. «Πρώτα κλαδεύεις ένα δένδρο για να το απαλλάξεις από τα περιττά κλαδιά και να το βοηθήσεις να βλαστήσει και να γίνει πιο δυνατό» εξηγεί. Βεβαίως αναγνωρίζει ότι στη διαδικασία αυτή «μπορεί να κόψεις και χρήσιμα κλαδιά», αλλά σε κάθε περίπτωση εκτιμά ότι «το αποτέλεσμα θα είναι καλύτερο». Πάντως, σύμφωνα με τον ίδιο, για να αποδώσουν καρπούς τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να περάσουν 20-30 χρόνια.
Υπάρχει και η άλλη άποψη


Βεβαίως δεν συμμερίζονται όλοι τις απόψεις αυτές. Στους Σοσιαλδημοκράτες αρκετοί θα ήθελαν μεγαλύτερη αύξηση των δαπανών στη Γερμανία από τα 23 δισ. ευρώ την επόμενη τετραετία που προβλέπει η συμφωνία με τους Χριστιανοδημοκράτες για τον σχηματισμό κυβέρνησης αλλά και περισσότερα κονδύλια στον ευρωπαϊκό Νότο με στόχο την αύξηση της απασχόλησης και την ενίσχυση της ανάπτυξης. Ωστόσο φαίνεται ότι δεν θα καταφέρουν να αποτρέψουν τον σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού. Τα περίπου 470.000 κομματικά μέλη που ψηφίζουν ταχυδρομικά ως τη 12η ώρα της 12ης ημέρας του 12ου μήνα εκτιμάται ότι θα εγκρίνουν τη συμφωνία, η οποία δεν προβλέπει αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας.
Αλλά και η Αριστερά θεωρεί ότι θα πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις στον ευρωπαϊκό Νότο για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, ένα «σχέδιο τύπου Μάρσαλ», όπως το αποκαλεί η Γκεζίν Λοτζ, βουλευτής της Αριστεράς και αναπληρωτής πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος.

Η συνταγή
Ανάκαμψη εκ των έσω

Η γερμανική κυβέρνηση αλλά και μεγάλο μέρος του επιχειρηματικού κόσμου θεωρεί ότι η ανάκαμψη της Ελλάδας θα είναι μια πολυετής διαδικασία. Η συνταγή, όπως λένε στους συνομιλητές τους κορυφαία στελέχη του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, είναι «τηρήστε τις υποσχέσεις, μη χαλαρώνετε την προσπάθεια, πιάστε τους στόχους ώστε να ανακτήσετε την αξιοπιστία σας». Θεωρούν απαραίτητη την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών για την προσέλκυση επενδύσεων και την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς. Δεν δίνουν πλέον έμφαση στο άνοιγμα αγορών, στη μείωση μισθών και σε εργασιακά θέματα, τομείς στους οποίους αναγνωρίζουν ότι έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές, αλλά εστιάζουν σε ζητήματα που σχετίζονται με την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα και ιδιαίτερα τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και την ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης. Για τον εκπρόσωπο του προέδρου της Bundesbank Μίχαελ Μπεστ τα δύο αυτά ζητήματα είναι κορυφαία για την επιστροφή της Ελλάδας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς. «Για να ανακάμψει η ελληνική οικονομία θα πρέπει να υπάρξει ένα ευνοϊκότερο πλαίσιο λειτουργίας, με πιο απλές διοικητικές διαδικασίες και ταχύτερες δικαστικές αποφάσεις, το οποίο θα ευνοεί την επιχειρηματικότητα» αναφέρει. Ο ίδιος μάλιστα επισημαίνει την ανάγκη να αναδειχθούν νέοι έλληνες επιχειρηματίες με εξωστρεφείς αντιλήψεις που να έχουν ως στόχο να ανταγωνιστούν γερμανικές και άλλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Πάντως, για τον σύμβουλο Διοίκησης της Ενωσης Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων της Γερμανίας και ειδικό σε θέματα εξαγωγικού εμπορίου Ιλια Νοτχάγκελ στην παρούσα φάση η Ελλάδα δεν αποτελεί ελκυστικό προορισμό για γερμανικές επενδύσεις. «Γιατί να επενδύσει κάποιος σε μια οικονομία που συρρικνώνεται όταν μπορεί να τοποθετήσει τα κεφάλαιά του σε μια αναπτυσσόμενη αγορά;» αναφέρει κυνικά. Για τον ίδιο πρώτα θα πρέπει να επενδύσουν οι έλληνες επιχειρηματίες και στη συνέχεια θα ακολουθήσουν ξένες επενδύσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ