Η ιστορία της οικογένειας Αντετοκούνμπο, που έφτασε στην Ελλάδα το 1991, εγκαταστάθηκε στα Σεπόλια ως η πρώτη μαύρη οικογένεια σε μια περιοχή αποκλειστικά λευκών και επιβίωσε κάνοντας κάθε λογής δουλειά, από μπεϊμπισίτερ (η μητέρα) μέχρι πλανόδιοι πωλητές ρολογιών (τα παιδιά), θα ήταν μια τυπική ανώνυμη ιστορία προσπάθειας και μόχθου στην ξενοφοβική Αθήνα του 2013, αν δεν περνούσε την περασμένη εβδομάδα στην απέναντι όχθη: στην απόλυτη διασημότητα.

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έχει πια στην τσέπη το χρυσό συμβόλαιο με τους Μιλγουόκι Μπακς (δύο χρόνια με προοπτική ανανέωσης για ακόμη δύο), οι οποίοι κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των νέων ταλέντων αναγνώρισαν τις ικανότητές του και τον επέλεξαν στο νούμερο 15 του ντραφτ του NBA, θέση η οποία αποτελεί την υψηλότερη διάκριση που έχει πετύχει έλληνας παίκτης. «Δεν μπορώ να περιγράψω με λέξεις αυτό που νιώθω. Είναι ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Από την Ευρώπη και την Α2, στο ΝΒΑ» δήλωσε την ώρα που ο Τζον Χάμοντ, διευθυντής των Μπακς, ξεκαθάριζε ότι η ομάδα είναι σίγουρη πως έκανε την καλύτερη επιλογή. Λίγο προτού φύγει για την Αμερική, πάντως, ήλπιζε ότι θα κατάφερνε να μπει στη λίστα με τους προνομιούχους 30 παίκτες, αλλά «δεν το θεωρούσε αρκετά πιθανό».

«Οταν ακούγαμε Μίκη Θεοδωράκη»

«Εμείς από μικροί νιώθαμε Ελληνες. Οταν δεν έχεις γνωρίσει κάτι άλλο και όλοι οι φίλοι σου είναι Ελληνες, είναι λογικό νομίζω. Υπάρχουν παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα και στην πορεία της ζωής τους φεύγουν. Το γεγονός ότι γεννήθηκαν εδώ δεν σημαίνει κάτι απαραίτητα. Πρέπει να αποκτήσεις και κάποιες σταθερές, κάποιες αξίες. Θυμάμαι εμάς, για παράδειγμα, η νονά μου μας πήγαινε, όταν ήμασταν μικροί, να ακούσουμε τον Μίκη Θεοδωράκη» εξηγεί στο BHmagazino ο Θανάσης, που πήρε εφέτος την ελληνική υπηκοότητα, όπως και ο Γιάννης. Για να την πάρουν, λίγες ημέρες πριν από το ντραφτ, χρειάστηκε μια ολόκληρη διπλωματική περιπέτεια, καθώς τους δόθηκε κατ’ εξαίρεση μετά τις πληροφορίες πως θα τους προσέγγιζε η πρεσβεία της Νιγηρίας.

Η ιστορία μιας οικογένειας

Καλοκαίρι του 1991. Ο Τσαρλς και η Βερόνικα Αντετοκούνμπο αφήνουν τη Νιγηρία, όπου έμεινε και μεγάλωσε ο πρώτος τους γιος, Φράνσις, ο οποίος έγινε επαγγελματίας παίκτης ποδοσφαίρου στη Νιγηρία, και φθάνουν στην Ελλάδα αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Τα πράγματα δεν ήταν εύκολα για αυτούς. Αλλάζουν διαρκώς σπίτια σε αναζήτηση χαμηλότερου ενοικίου. Κάνουν διάφορες δουλειές (τον τελευταίο καιρό ο Τσαρλς ασχολούνταν με τα ηλεκτρολογικά και η Βερόνικα εργαζόταν ως μπεϊμπισίτερ). Κάνουν άλλα τέσσερα παιδιά, που γεννιούνται στην Ελλάδα: τον Θανάση, τον Γιάννη, τον Κώστα και τον Αλέξανδρο. Υπήρχαν εποχές που οικογενειακώς πουλούσαν τσάντες και γυαλιά ηλίου στους δρόμους. «Υπήρχαν στιγμές που το ψυγείο ήταν άδειο. Χάναμε προπονήσεις γιατί πουλούσαμε πράγματα στους δρόμους, χάναμε και γεύματα» δήλωνε ο Γιάννης. Είχαν, όμως, ένα αθλητικό κύτταρο που πέρασε στην επόμενη γενιά. Ο πατέρας έπαιζε ποδόσφαιρο, η μητέρα ήταν αθλήτρια του ύψους. Και το DNA τους, όπως με τον πρώτο γιο, δικαιώθηκε.

Ο Θανάσης, ο Γιάννης και τα δύο μικρότερα αδέλφια τους, ο 15χρονος Κώστας και ο 11χρονος Αλέξανδρος – επίσης μπασκετμπολίστες, με τον μικρό Αλέξανδρο να θεωρείται το μεγαλύτερο ταλέντο απ’ όλους προτού ακόμη ψηλώσει αρκετά –, όταν βγαίνουν έξω για βόλτα, δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητοι. «Εχουμε πλάκα. Η αλήθεια είναι ότι μπορούμε να κατεβάσουμε πεντάδα» αστειεύονται λίγο προτού συμφωνήσουν ότι και για τα δύο αδέλφια τους θέλουν την ίδια πορεία με τη δική τους. Να συνεχίσουν να παίζουν και να πάρουν την ελληνική ιθαγένεια, «γιατί τη δικαιούνται, όπως και κάθε άλλο παιδί που έχει γεννηθεί εδώ, έχει μεγαλώσει εδώ και μιλάει τη γλώσσα» δηλώνουν στο ΒΗmagazino.

Ο Γιάννης, μάλιστα, προτού φορέσει τη φανέλα με το νούμερο 34 στην Αμερική – όπως όλα δείχνουν –, θα ντυθεί για πρώτη φορά στα γαλανόλευκα για να συμμετάσχει στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που πραγματοποιείται στην Εσθονία αυτόν τον μήνα. Ιδιαίτερα χαρούμενος που ύστερα από καιρό τον κάλεσαν στην Εθνική, επιμένει ότι «θα βάλει τα δυνατά του για να εκπροσωπήσει την Ελλάδα». Ο 20χρονος Θανάσης, από την άλλη, πιστεύει ότι «έχω ήδη χάσει κάποιες συμμετοχές λόγω παλαιότερων προβλημάτων με την απόκτηση υπηκοότητας και ίσως να μην έχω τη δυνατότητα να παίξω σε ένα υψηλότερο επίπεδο με ίδιου βεληνεκούς αθλητές και να κερδίσω τις αντίστοιχες εμπειρίες». Ξεκαθαρίζει, πάντως, πως «όταν με καλέσει η Εθνική, θα είμαι εκεί».

Ο Μότσαρτ και το φαγητό

«Εχεις μπροστά σου τον Μότσαρτ και δεν έχει φαγητό. Τι του δίνεις; Αυτό είναι το δίλημμα. Η απάντηση δεν είναι, πάντως, “βιολί”. Η απάντηση είναι “φαγητό”». Λίγες ημέρες νωρίτερα, οι «New York Times» ασχολήθηκαν με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Ενα κείμενο με τίτλο «Η δίψα για μια καλύτερη ζωή μπορεί να οδηγήσει στο ΝΒΑ» ανατέμνει το success story της οικογένειας Αντετοκούνμπο. Η παραπάνω δήλωση ανήκει στον Σπύρο Βελληνιάτη, προπονητή του Φιλαθλητικού, μιας ξεχωριστής ομάδας από του Ζωγράφου που αγκάλιασε την οικογένεια, όπως και δεκάδες άλλους μετανάστες. Ο Σύλλογος του Ζωγράφου, με παράδοση στη σιωπηλή βοήθεια οικογενειών που έχουν ανάγκη, έχει μεριμνήσει εδώ και καιρό – την εποχή πριν από τη διασημότητα, πριν από την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας – ώστε η μητέρα της οικογένειας να βρει δουλειά.

Δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να τους ξεχωρίσει ο Σπύρος Βελληνιάτης όταν τους είδε να παίζουν στην πρώτη γειτονιά τους, τα Σεπόλια. Τότε ακόμη έκαναν στίβο και έπαιζαν ποδόσφαιρο. Ο Φιλαθλητικός ανέλαβε τα δύο νέα παιδιά τα οποία το μόνο που έπρεπε να κάνουν ήταν να τιθασεύσουν τα ασυναγώνιστα φυσικά προσόντα τους. Αλλά ακόμη και αυτό γινόταν υπό δύσκολες συνθήκες. Στην αρχή έπαιζαν με ένα ζευγάρι παπούτσια, το οποίο μοιράζονταν. Εχαναν προπονήσεις επειδή έπρεπε να δουλέψουν. Είχαν πρόβλημα με τη διατροφή. Αλλά το ταλέντο ξεχείλιζε. Προτού ασχοληθούν με το μπάσκετ, έπαιζαν ποδόσφαιρο, πινγκ-πονγκ και βόλεϊ, στο σχολείο και στο κατηχητικό: έχουν χρυσά μετάλλια σε όλα τα αθλήματα.

Ο Γιάννης έχει ύψος 2,06 μ., άνοιγμα χεριών 2,20 μ. και φορά 50 νούμερο παπούτσι. Ο Θανάσης είναι 20 ετών με ύψος 2,01 μ. και χέρια που μπορούν να αγκαλιάσουν επιφάνεια 2,16 μέτρων. «Είναι ωραίο να παίζεις με τον αδελφό σου. Εμείς καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον και εντός και εκτός γηπέδου» λέει ο Θανάσης, και ο Γιάννης σπεύδει να τον διακόψει για να επισημάνει ότι «το καλό ήταν πως μέσα στο γήπεδο ο ένας έκανε τον άλλον καλύτερο. Προόδευε ο ένας και ο άλλος έπρεπε να ακολουθήσει». Οσο για τους καβγάδες μεταξύ τους; Ηταν συχνοί και εποικοδομητικοί, αφού, όταν η κριτική προέρχεται από τον αδελφό σου, ασκεί διαφορετική πίεση και γίνεται μόνο με καλό σκοπό. «Είναι φυσικό αν δεν δουλεύω σωστά να μου πει ο αδελφός μου “φίλε, τι κάνεις; Δεν το κάνεις όπως πρέπει” ή εγώ να του πω κάτι αντίστοιχο» εξηγεί ο Θανάσης και συμπληρώνει: «Θυμώναμε συχνά, αλλά στον Φιλαθλητικό είχαμε ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Ξέραμε ότι αν δεν έκανε κάτι μέσα στον αγώνα κάποιος συμπαίκτης, δεν γινόταν σκόπιμα. Το έκανε είτε επειδή δεν πρόλαβε την ενέργεια είτε επειδή δεν ήταν συγκεντρωμένος».

Φτάσε όσο πιο ψηλά μπορείς

Παρά τα κατορθώματά τους, τα δύο παιδιά δεν λένε μεγάλα λόγια. Ο Θανάσης, που έχει με τη σειρά του πολλές προτάσεις για την επόμενη χρονιά, πιστεύει ότι χρειάζεται ακόμη δουλειά σε ορισμένους τομείς, αλλά επιμένει ότι με την προπόνηση όλα μπορούν να βελτιωθούν, ενώ και οι δύο δεν παραλείπουν να ευχαριστούν τον Θεό – ανά τακτά χρονικά διαστήματα – για όλα όσα τους έχει χαρίσει. Από την άλλη, δεν μπαίνουν στη διαδικασία να σχολιάσουν το πολιτικό σκηνικό και να αναλύσουν το αν είναι πιο εύκολο να πάρει κάποιος την ιθαγένεια με την ιδιότητα του αθλητή: «Εμείς απλώς ευχαριστούμε τους πάντες και χαιρόμαστε που όλα πήγαν καλά» δηλώνουν.

Στη νέα γενιά του μπάσκετ, πάντως, και οι οπαδικές προτιμήσεις δεν βρίσκουν θέση. Τα δύο παιδιά έχουν μάθει να είναι επαγγελματίες και το μέλλον τους το βλέπουν αποκλειστικά σε ομάδες που θα τους δώσουν την ευκαιρία να προοδεύσουν. Εχοντας ως εγχώρια παραδείγματα τον Σπανούλη, τον Διαμαντίδη – «και τον Παπαλουκά», όπως σπεύδει να προσθέσει ο Γιάννης – εκτιμούν ότι το ελληνικό μπάσκετ έχει ανέβει πάρα πολύ έπειτα από όλες αυτές τις κατακτήσεις που έχουν πετύχει ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός και πιστεύουν ότι έχει καταφέρει να περάσει σε άλλο επίπεδο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το συγκεκριμένο άθλημα, είτε εκτός είτε εντός συνόρων, είναι η μεγάλη αγάπη τους και νιώθουν – δικαίως – τυχεροί που δουλεύουν, έστω και ατελείωτες ώρες, για να διακριθούν με τη βοήθεια του ταλέντου «που τους έχει δώσει ο Θεός». Λίγες ημέρες πριν από το ντραφτ, πάντως, ο Θανάσης έλεγε ότι το όνειρό τους ήταν να παίξουν στο NBA και στις μεγαλύτερες ελληνικές ομάδες. Ο «μικρός», όμως, μάλλον κάτι παραπάνω ήξερε, δεν σταμάτησε εκεί και έσπευσε να συμπληρώσει: «Εμένα δεν είναι αυτό το όνειρό μου. Θέλω να φτάσω όσο πιο ψηλά μπορώ. Να αγγίξω το ταβάνι». Το έχει αποδείξει πως μπορεί. Και κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Το ζήτημα της ιθαγένειας

Εδώ και περίπου δύο μήνες ο Γιάννης και ο Θανάσης Αντετοκούνμπο είναι κάτοχοι ελληνικού διαβατηρίου και αναγνωρίζονται – έπειτα από μεγάλη ταλαιπωρία – ως έλληνες πολίτες. Η διαδικασία για τη χορήγηση ιθαγένειας ξεκίνησε για τον Θανάση πριν από δύο χρόνια και για τον Γιάννη πριν από έναν χρόνο. Χωρίς την ελληνική ιθαγένεια δεν θα μπορούσαν να αγωνιστούν στην Α1 κατηγορία και ο Φιλαθλητικός δεν θα είχε δικαίωμα να τους συμπεριλάβει στην ομάδα σε περίπτωση ανόδου. Στις αρχές Φεβρουαρίου, όμως, το Συμβούλιο της Επικρατείας «πάγωσε» τον Ν. 3838/2010 – τον γνωστό και ως νόμο Ραγκούση – για την ιθαγένεια, μετά την κρίση του ως αντισυνταγματικού και η διαδικασία έγινε ακόμη πιο σύνθετη για τα δύο παιδιά. Οι αρμόδιοι κινητοποιήθηκαν μόνο όταν η νιγηριανή πρεσβεία πρότεινε την έκδοση νιγηριανού διαβατηρίου στον Γιάννη, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να βγάλει την απαραίτητη βίζα και να παρευρεθεί στο ντραφτ, και έτσι ο Γιάννης και ο Θανάσης έγιναν και επίσημα έλληνες πολίτες.

Το ΥΠΕΣ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία διευκρίνισε πως τα δύο παιδιά, που γεννήθηκαν στην Ελλάδα χωρίς ουδέποτε να αποκτήσουν κάποια ιθαγένεια, πήραν την υπηκοότητα απολύτως νόμιμα, βάσει των διατάξεων περί ανιθαγενείας, και η μοναδική παρέμβαση της ελληνικής πολιτείας είχε να κάνει με την επίσπευση των διαδικασιών, όπως συμβαίνει πάντοτε όταν κρίνεται ότι πρόκειται για περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης. Ο Αντώνης Σαμαράς υποδέχθηκε τον Γιάννη και τους γονείς του στο Μέγαρο Μαξίμου για να τον συγχαρεί, ενώ η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σχολίασε χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή της: «Η ελληνική κοινωνία, που δέχθηκε και ενσωμάτωσε τους γονείς του Γιάννη, που τον σπούδασε και τον διαμόρφωσε αθλητικά, έχει κάθε λόγο να τον καμαρώνει. Αντιθέτως, η ελληνική πολιτεία έχει έναν ακόμη λόγο να ντρέπεται. Ο δε Πρωθυπουργός, μέγας πολέμιος του Ν. 3838, τον υποδέχεται για να τον συγχαρεί. Αφού στέρησε από όλα τα παιδιά σαν τον Αντετοκούνμπο την ελληνική ιθαγένεια, τώρα επιχαίρει για το πρώτο ελληνικό ντραφτ στο NBA. Εχει όρια η υποκρισία;». Τα δύο μικρότερα αδέλφια Αντετοκούνμπο, πάντως, ο Αλέξανδρος και ο Κώστας, που παίζουν μπάσκετ στο εφηβικό τμήμα του Φιλαθλητικού, παραμένουν χωρίς πατρίδα στα χαρτιά.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Ιουλίου 2013