Σε νέα φάση εισέρχεται την προσεχή εβδομάδα η δίκη Τσοχατζόπουλου. Φθάνει στο τέλος της η εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας, αρχίζει η ανάγνωση των εγγράφων και αναμένεται η κλήση μαρτύρων αυτή τη φορά από την υπεράσπιση των 19 κατηγορουμένων. Στην εξέλιξή της η διαδικασία έχει προκαλέσει νομικές και δικονομικές αντεγκλήσεις, σωρεία ενστάσεων, ακόμη και προσωπικές διενέξεις· πρώτη φορά άλλωστε στην ιστορία της Μεταπολίτευσης εκδικάζεται υπόθεση διαφθοράς κρατικού αξιωματούχου, και δη υπουργού, συναρτώμενη άμεσα με ιλιγγιώδη ποσά. Τόσο ο χαρακτήρας της δίκης όσο και η πληθώρα των παραγόντων που την απαρτίζουν εγγυώνται βεβαίως το ενδιαφέρον της, στοιχείο που ενισχύεται από τις ανθρώπινες, ακόμη και τις χιουμοριστικές στιγμές. Τίποτε από όλα αυτά δεν καταγράφεται, καθώς τα πρακτικά δεν μαγνητοφωνούνται και οι κάμερες απαγορεύονται.

«Βλέπουμε στοιχεία πρωτοτυπίας σε αυτή τη δίκη» σημειώνει ο κ. Διονύσης Κολοβός από την πλευρά της Πολιτικής Αγωγής (μαζί με τις κυρίες Ουρανία Μενδρινού και Αργυρώ Φανουράκη). «Οι παράγοντες διακατέχονται από ανησυχία, αβεβαιότητα για το τι ισχύει και τι πρέπει να εφαρμοσθεί, δεδομένου δε ότι η συγκεκριμένη δίκη θα υποστεί τη βάσανο όλων των βαθμών. Διεξάγεται πάντως κανονικά και αναμένεται να λειτουργήσει πιλοτικά για συναφείς υποθέσεις στο μέλλον».

Στον άλλο πόλο βρίσκεται η υπεράσπιση πολλών εκ των κατηγορουμένων, και κυρίως αυτή του πρώην υπουργού (Λεωνίδας Κοτσαλής, Ιωάννης Παγορόπουλος και Ιωάννης Νικολάου). Επτά ενστάσεις της έχουν απορριφθεί ενώ το επίμονο αίτημά της να καταθέσουν τα μέλη του ΚΥΣΕΑ την επίδικη περίοδο έχει αντιμετωπισθεί με επιφύλαξη από το δικαστήριο.

«Η δίκη κινείται στα άκρα όρια της νομιμότητας»
εκτιμά ο κ. Παγορόπουλος. «Θεωρώ χτύπημα κάτω από τη ζώνη το γεγονός ότι μάρτυρας εμφάνισε έγγραφο από άλλη δικογραφία (σ.σ.: με το οποίο κατέρριψε βασικό επιχείρημα της υπεράσπισης ότι το φερόμενο ως μίζα ποσό έχει κατά μεγάλο μέρος επιστραφεί στη ρωσική Antey, προμηθεύτρια των Tor-M1). Υπάρχει ευθεία παραβίαση των δικονομικών κανόνων, είμαι αποφασισμένος να προσφύγω στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Το ενδιαφέρον της δίκης αυξήθηκε κατακόρυφα όταν οι κατηγορούμενοι άρχισαν να κάνουν παρεμβάσεις. Πρωταγωνιστής όλων είναι ο Νικόλαος Ζήγρας, ο οποίος δεν χάνει ευκαιρία προκειμένου να κάψει τον εξάδελφό του Ακη Τσοχατζόπουλο –και όχι μόνο.Με έντονο πρόβλημα ακοής –ρόλο «μεταφραστή» αναλαμβάνει είτε ο συνήγορός του είτε ο καθήμενος εξ ευωνύμων του στο εδώλιο Γιώργος Σαχπατζίδης -, ο Ζήγρας πλησιάζει τη δικαστική έδρα για να δεχθεί ερωτήσεις και επιστρέφοντας κοιτάζει κατάματα εκείνον που έχει μόλις «καρφώσει», σε μια σπάνια σημειολογία.
Δεν έχει πάψει ούτε στιγμή να ισχυρίζεται ότι χρησιμοποιήθηκε ως αχυράνθρωπος του Τσοχατζόπουλου, σε αντίθεση με όσα λένε πλέον άλλοι κατηγορούμενοι, όπως ο Αστέριος Οικονομίδης (της Arcon), ότι ο Ζήγρας διατηρούσε δικό του «παραμάγαζο». Στην τελευταία συνεδρίαση δεν δίστασε μάλιστα να απευθυνθεί στον μάρτυρα κ. Γρηγόρη Μούργελα, κοινωνικό και πολιτικό φίλο του Τσοχατζόπουλου, χαιρετώντας τον σαν να βρίσκονταν σε εκδήλωση. «Γεια σας κύριε Μούργελα, τι κάνετε;». «Μια χαρά είναι, ερώτηση έχετε για τον μάρτυρα;» τον αναχαίτισε ο πρόεδρος κ. Χρήστος Κατσιάνης.
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι παρεμβαίνουν πιο διακριτικά. Η λογίστρια του Τσοχατζόπουλου, Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, για να δώσει διευκρινίσεις, ο Γιάννης Σμπώκος για να εξηγήσει «το πολύ δύσκολο ζήτημα των αντισταθμιστικών ωφελημάτων», ο Α. Οικονομίδης για να διαχωρίσει τη θέση του, η Αρετή Τσοχατζοπούλου για να διαμαρτυρηθεί («Πώς να προσκομίσω το έγγραφο; Ημουν φυλακή» είπε σε μάρτυρα), η Βίκυ Σταμάτη για να δηλώσει με κάθε τρόπο «ουδέν οίδα».
Οι καταθέσεις δύο γυναικών –μία εκ των οποίων η πρώην σύζυγος Ζήγρα, κυρία Σώνα Λεοντοπούλου –θα κλείσουν την προσεχή Τρίτη τον κύκλο των μαρτύρων κατηγορίας. Κατά κοινή ομολογία η αξία τους κατεδείχθη χαμηλή, καθώς έχουν κινηθεί δορυφορικά της υπόθεσης, ενώ δεν έλειψαν και εκείνοι που ακροβατούν ανάμεσα στη γραφικότητα και στον φόβο αποκάλυψης της αλήθειας.
Στις εξαιρέσεις ανήκουν ο κ. Νικόλαος Μαϊτός, προϊστάμενος του ΣΔΟΕ, και ο κ. Παναγιώτης Βλάχος, εφοριακός που έχει συνδράμει ως πραγματογνώμονας το ανακριτικό έργο. Ο πρώτος απεδείχθη προσεκτικός και ανθεκτικός στο σφυροκόπημα· ο δεύτερος, αν και δεινός γνώστης της υπόθεσης, διακατεχόταν από ιδιαίτερο άγχος και πάθος, με αποτέλεσμα να έλθει πολλές φορές σε σύγκρουση με συνηγόρους της υπεράσπισης –χαρακτηριστική αυτή με τον κ. Ι. Ηρειώτη, συνήγορο του Σαχπατζίδη.
Το βάρος των μαρτυριών πέφτει τώρα στις πλάτες της υπεράσπισης. «Θα καλούσα τους Χάουν και Μύλενμπεκ (σ.σ.: στελέχη της γερμανικής Ferrostaal), αλλά είναι αδύνατον» δήλωσε ο κ. Παγορόπουλος. «Ο πρώτος πέθανε πριν από μερικές ημέρες και ο δεύτερος ζει κάπου στην Πορτογαλία, μάλλον προτιμά να ψαρεύει».

«Εφόσον η ανακριτική αρχή θεωρεί ότι μπορούμε να μιλήσουμε παρεμπιπτόντως για το βασικό αδίκημα, τη δωροδοκία, ίσως να ήταν ωφέλιμες οι καταθέσεις στρατιωτικών»
επισημαίνει ο κ. Κολοβός της πολιτικής αγωγής, η οποία ετοιμάζεται να καταθέσει όγκο εγγράφων σχετικά με την προδικασία επιλογής των εξοπλιστικών, για τα υποβρύχια και για τα Tor-M1.
Χιούμορ, ισορροπίες και θύελλες
Οι ατάκες του προέδρου και η διαμάχη εισαγγελέα – Κούγια

Ο «άρχων» της διαδικασίας, πρόεδρος του δικαστηρίου κ. Χρήστος Κατσιάνης, υιοθετεί συχνά την τακτική «μια στο καρφί και μια στο πέταλο». Η ανθρωπογεωγραφία της δίκης επιβάλλει ποικιλία χειρισμών και ικανότητα συντονισμού απέναντι στα μεγάλα, και επιθετικά, δικηγορικά γραφεία που εκπροσωπούν κατηγορουμένους. Εχει συστήσει χαμηλότερους τόνους σε αρκετούς παράγοντες της δίκης, μεταξύ άλλων στην πολιτική αγωγή, ενώ έκοψε μάρτυρα που αναφέρθηκε στον θάνατο του Βλάση Καμπούρογλου, της εταιρείας Drumilan, στην Τζακάρτα: «Καλά, μην το κάνουμε και θρίλερ…». Ο ίδιος δεν διστάζει να είναι καυστικός με την υπεράσπιση Τσοχατζόπουλου («Δεν σας αρέσουν οι απαντήσεις; Θα τις ακούσετε!»), να προκαλεί την αγανάκτησή της με «μαιευτικές» ερωτήσεις, ακόμη και να κάνει χιούμορ με μάρτυρα, σε αποστροφή του για το μαύρο χρήμα: «Τι χρώμα δηλαδή θα του δίνατε, χρυσό;».
Η πλέον θυελλώδης «σχέση» πάντως είναι μακράν αυτή του εισαγγελέα κ. Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου με τον κ. Αλέξη Κούγια, συνήγορο της Βίκυς Σταμάτη. Γεννήθηκε όταν ο κ. Κούγιας κατέθεσε αίτημα να κριθεί αν δικαιούται να θέτει ερωτήσεις ο κ. Παναγιωτόπουλος (ως αναπληρωτής) και θέριεψε όταν ο εισαγγελέας χαρακτήρισε «παντελώς νομικά αβάσιμη» ένσταση του κ. Κούγια σχετικά με το πώς θα κατέθετε ο μάρτυρας και πραγματογνώμονας κ. Π. Βλάχος. «Καθίστε, με αγχώνετε» του είπε τρεις φορές ο κ. Κούγιας. «Ο εισαγγελέας είναι ιστάμενος» ήλθε η απάντηση από τον κ. Παναγιωτόπουλο, προκαλώντας γέλιο στο ακροατήριο.
Η μόνη που τηρεί σταθερά χαμηλούς τόνους είναι η τακτική εισαγγελέας κυρία Γεωργία Αδειλίνη. Η ίδια δεν διστάζει ακόμη και να αυτοπεριοριστεί όταν συνήγοροι της υπεράσπισης, όπως ο κ. Μιχάλης Δημητρακόπουλος (Αρετή, Γκούντρουν) θέτουν ζητήματα δικονομικής τάξης. «Κινούμαι στις ράγες της ποινικής δικονομίας» είναι ένα από τα αντιπροσωπευτικά επιχειρήματα της κυρίας Αδειλίνη στις συχνές «επαναστάσεις» της υπεράσπισης. Το αμφιθέατρο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων δεν είναι ποτέ ασφυκτικά γεμάτο.
Συγγενείς και φίλοι, μετρημένοι στα δάχτυλα, έρχονται να συμπαρασταθούν στους κατηγορουμένους. Σταθερές στο ακροατήριο είναι οι δύο αδελφές του Γιάννη Σμπώκου, Βάσω και Αννα, που τον προμηθεύουν όχι μόνο με είδη πρώτης ανάγκης, αλλά και με ογκωδέστατα ντοσιέ –ο πρώην γενικός διευθυντής Εξοπλισμών φυλλομετρεί έγγραφα τις νύχτες.
Σταθεροί είναι και συγγενείς της Λαμπροπούλου, ενώ στον Ακη Τσοχατζόπουλο έσπευδαν να συμπαρασταθούν ανιψιές του και «συντρόφισσες» από το παρελθόν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ