Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει ένας φοιτητής Νομικής Σχολής στο μάθημα του Συνταγματικού Δικαίου είναι ο χωρισμός (ή διάκριση) των εξουσιών καθώς και ο βαρύνων ρόλος τους στο δημοκρατικό μας πολίτευμα. Αντίστοιχα, το πρώτο δικαίωμα που μαθαίνει ο Έλληνας πολίτης κατά την ενηλικίωσή του είναι η άσκηση του υπέρτατου πολιτειακού του δικαιώματος, δηλαδή η ψήφος και η μέσω αυτής και μόνο διαμόρφωση των τριών εξουσιών: της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας (η τελευταία κατ’ έμμεση νομιμοποίηση, αφού δεν διορίζεται και δεν εκλέγεται απ’ ευθείας από τον λαό αλλά από τα μέλη της εκάστοτε Κυβέρνησης).

Η Ελλάδα εδώ και κάποιες μέρες έχει εξωκοινοβουλευτικό πρωθυπουργό, κάτι βέβαια που δεν απαγορεύεται από το Σύνταγμα, αλλά δημιουργεί τεράστια ερωτήματα όχι μόνο ελλιπούς νομιμοποίησης από το εκλογικό σώμα, αλλά και προσδιορισμού των ορίων της κυβερνητικής εξουσίας, η οποία πηγάζει από το καθ’ όλα πρωθυπουργικοκεντρικό σύστημα του ανώτατου πολιτειακού μας Χάρτη. Συγκεκριμένα αν ο Πρωθυπουργός αποφασίσει μεθαύριο να μην ακολουθήσει της συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου και να εκπροσωπήσει την χώρα ενάντια στη «γραμμή» των δύο συνιστωσών κομματικών δυνάμεων, τότε μπορούμε να υποστηρίζουμε και πάλι ότι στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα;

Μπορούμε να εμμένουμε στην άποψη της Φυσικής Επιστήμης ότι το άθροισμα δύο συνιστωσών δυνάμεων με ίδια κατεύθυνση αποτελούν τη συνισταμένη, η οποία όμως αρνείται να συμμορφωθεί με την ανάδοχη οικογένειά της; Σαφώς και τέτοια σενάρια δεν είναι ο κανόνας, αλλά όπου υπάρχουν κανόνες υπάρχουν και εξαιρέσεις. Αν για παράδειγμα δημιουργηθεί ένας νέος κομματικός σχηματισμός με πρόεδρο τον εξωκοινοβουλευτικό πρωθυπουργό ο οποίος διάκειται ενάντια στην ευρωπαϊκή πολιτική, μπορεί να δρα παράλληλα με την «υπηρεσιακή» ή «μεταβατική» κυβέρνηση; Μπορεί ακόμη και χωρίς να είναι μέλος του σχηματισμού αυτού, ο εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός να τον υποστηρίζει με δηλώσεις του εντός και εκτός του Κοινοβουλίου;

Παράλληλα με τις ανωτέρω συνταγματικά κατοχυρωμένες εξουσίες, «συνεπικουρούν» το πολίτευμά μας δε και ακόμη δύο: η τέταρτη και πέμπτη εξουσία: η εξουσία της (αντικειμενικής) ενημέρωσης και η ευρωπαϊκή εξουσία. Αυτές οι δύο εξουσίες, που είναι ταυτόχρονα δύο συνταγματικά δικαιώματα, «προκαλούν» το ανοσοποιητικό σύστημα του Συντάγματος και συναποτελούν την «Κερκόπορτά» του, όταν και μόνο όταν δεν ασκούνται σύμφωνα με το συμφέρον της Χώρας.

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν το μέγα προνόμιο να ελέγχουν την κρατική εξουσία, να ενημερώνουν τους πολίτες και να μεταφέρουν τη φωνή του λαού, ενοποιώντας τις διαφορετικές απόψεις που προέρχονται από την κοινωνία. Από την άλλη μπορούν να διαστρεβλώνουν την δημόσια εικόνα, να εξυπηρετούν συμφέροντα των εκάστοτε ιδιοκτητών τους, όπως επίσης και να μην τηρούν την κατά το Σύνταγμα οφειλόμενη ουδετερότητά τους. Στην Ελλάδα δυστυχώς και σε αυτή την περίπτωση πολλές φορές ισχύει η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Αν έρθουμε δε και στην Πέμπτη εξουσία, δηλαδή την εξουσία που πηγάζει από την κύρωση με μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία διεθνών συνθηκών μέσω των οποίων για την εξυπηρέτηση του υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος παραχωρείται μέρος της εθνικής μας κυριαρχίας, τότε έχουμε την απόλυτη αποψίλωση του Συντάγματος και των τριών του εξουσιών.

Φυσικά όλα τα παραπάνω είναι θέματα υποθετικής συνταγματικής ανωμαλίας και απαιτούν ερμηνεία. Ένα Σύνταγμα δεν αυτοαναιρείται, αν και παρερμηνεύεται. Είναι στο χέρι του λαού να αποφασίσει αν θα ακολουθήσει την πολιτική άποψη της κυρίας Κάτιας Μακρή (εξ ου και ο δεύτερος τίτλος του άρθρου) ή του κύριου Γιώργου Τράγκα.

Όπως είναι και στο χέρι των τριών εξουσιών να ερμηνεύσουν τις προθέσεις της τέταρτης και της πέμπτης εξουσίας αντίστοιχα. Τον πιλότο του αεροσκάφους δεν τον επιλέγει ούτε το πλήρωμα ούτε τον εκλέγουν οι επιβάτες, αλλά απλώς τον ακολουθούν. Μακάρι η κρίσιμη αυτή περίοδος της μεταβατικής κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας να κλείσει με ό,τι προμηνύει το επίθετο του νέου Πρωθυπουργού, κυρίου Παπαδήμου: ιερό σεβασμό στον Δήμο, δηλαδή τον λαό.

Κωνσταντίνος Λεϊμονής, μεταπτυχιακός φοιτητής HU Berlin, δικηγόρος Αθηνών