Ποιος σκότωσε την Μπεναζίρ Μπούτο; Δέκα ημέρες μετά την άγρια δολοφονία της κανένας – ούτε καν οι σύγχρονοι… Σέρλοκ Χολμς της Σκότλαντ Γιαρντ που απεστάλησαν για αυτόν τον σκοπό στο μακρινό Ραουαλπίντι – δεν μπορεί να απαντήσει. Τόσο μακριά είναι η λίστα των εχθρών της «κόρης του Πακιστάν». Αλλά και οι πραγματικές συνθήκες της δολοφονίας της παραμένουν ομιχλώδεις καθώς η επίσημη εκδοχή της κυβέρνησης Μουσάραφ «μπάζει νερά», ενώ και η οικογένειά της, για πολιτικούς κυρίως λόγους, προχώρησε στην ταφή της προτού πραγματοποιηθεί αυτοψία. Ακόμη και αν αποκαλυφθεί η ταυτότητα των δύο ανδρών που (φέρονται να) δολοφόνησαν την ηγέτιδα του Λαϊκού Κόμματος του Πακιστάν, ο πραγματικός φονιάς – δηλαδή αυτός που τους έστειλε – θα παραμείνει στο απυρόβλητο. Με τη χώρα όμως βυθισμένη στη μεγαλύτερη κρίση της πρόσφατης ιστορίας της, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στη λίστα των πιθανών υπόπτων ακολουθώντας την κλασική οδό επίλυσης των αστυνομικών μυστηρίων: qui bono – ποιος ωφελείται;


Τα βίντεο που προβλήθηκαν δείχνουν έναν εκτελεστή να πυροβολεί τρεις φορές την Μπούτο από απόσταση αναπνοής, δευτερόλεπτα πριν από την έκρηξη βόμβας που έφερε ένας δεύτερος βομβιστής-καμικάζι: η επίσημη κυβερνητική θέση είναι όμως ότι η Μπούτο δεν πυροβολήθηκε, αλλά χτύπησε βίαια σε μοχλό της ηλιοροφής του θωρακισμένου αυτοκινήτου προσπαθώντας να αποφύγει τα πυρά. Στην ουσία, δηλαδή, οι πακιστανικές αρχές κατηγορούν την Μπούτο ως υπεύθυνη για τον θάνατό της, επειδή – λέει – αποφάσισε «αυτοβούλως» να ανοίξει την οροφή του θωρακισμένου αυτοκινήτου της, να βγάλει το κεφάλι της έξω και να συνομιλήσει με τον κόσμο! Ωστόσο οι άνθρωποι που τη συνόδευαν, και ιδιαίτερα τα μέλη της συνοδείας της που φρόντισαν τη σορό μετά την αποτυχημένη προσπάθεια ανάνηψής της, κάνουν λόγο για ανεπαρκέστατη ασφάλεια και επιμένουν ότι η Μπούτο έφερε διαμπερές τραύμα από σφαίρα στον λαιμό ή στη βάση του κρανίου.


Ωστόσο η «μηχανή» της προπαγάνδας είχε στηθεί προτού ακόμη κρυώσει η σορός: εκπρόσωπος του πακιστανικού υπουργείου Εσωτερικών έσπευσε να κατονομάσει ως υπεύθυνη την Αλ Κάιντα λέγοντας ότι οι μυστικές υπηρεσίες υπέκλεψαν συνομιλία όπου ο Μπαϊτουλάχ Μεχσούντ, ηγέτης της οργάνωσης στο Νότιο Ουαζιριστάν, δίνει εύσημα σε μαχητές του για τη «γενναία» ενέργεια… Ηδη από το πρωί της ίδιας ημέρας το ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο ARY, που στηρίζει το καθεστώς Μουσάραφ, μετέδιδε ότι η Αλ Κάιντα ανέλαβε την ευθύνη – άποψη που έσπευσε να «στηρίξει» το αμερικανικό CNN και αργότερα ο αμερικανός πρόεδρος Μπους, ο οποίος έκανε λόγο για «φανατικούς εξτρεμιστές».


Ο ίδιος ο Μουσάραφ στο διάγγελμα του, με το οποίο ουσιαστικά ανέβαλε τις εκλογές κατά έξι εβδομάδες, τόνισε ότι πίσω από το «μαρτύριο» της Μπούτο, αλλά και όλες ανεξαιρέτως τις βίαιες ενέργειες με στόχο δημόσια πρόσωπα και δυνάμεις ασφαλείας, βρίσκονται «φυσικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται με την Αλ Κάιντα».


Ωστόσο εκπρόσωπος του Μεχσούντ δήλωσε αμέσως ότι «ο Μεχσούντ δεν είχε καμία συμμετοχή σε αυτήν την επίθεση» και τόνισε: «Πρόκειται για συνωμοσία της κυβέρνησης, του στρατού και της κρατικής υπηρεσίας πληροφοριών». Αλλοι εκπρόσωποι των φανατικών ισλαμιστών επέμειναν ότι «δεν θα σκότωναν ποτέ μια γυναίκα». Και οι αμφιβολίες άρχισαν να ενισχύονται: αν πράγματι τη σκότωσαν ισλαμιστές, γιατί δεν έσπευσαν να πανηγυρίσουν επίσημα την «επιτυχία» και να μνημονεύσουν τους «μάρτυρες» εκτελεστές, όπως έχουν κάνει τόσες φορές στο παρελθόν;


Ταυτόχρονα έγινε γνωστό ότι η ίδια η Μπούτο, όταν μιλούσε – μετά την πρώτη επίθεση εναντίον της, όπου σκοτώθηκαν 140 υποστηρικτές της – για «εξτρεμιστές που αντιτίθενται στη δημοκρατία», δεν εννοούσε την Αλ Κάιντα, αλλά τα «αντιδραστικά στοιχεία» μέσα στις μυστικές υπηρεσίες και στον στρατό. Σύμφωνα δε με νεότερες πληροφορίες από το περιβάλλον της, η Μπούτο ετοιμαζόταν την ημέρα της δολοφονίας της να δημοσιοποιήσει στοιχεία που αποδείκνυαν ότι το καθεστώς Μουσάραφ και η ISI επρόκειτο να νοθεύσουν τις προσεχείς εκλογές προκειμένου να διατηρηθεί ο «πρόεδρος» στην εξουσία.


Σύμφωνα με την ανακοίνωση του κόμματος της Μπούτο, η πρώην πρωθυπουργός επρόκειτο να δημοσιοποιήσει μυστική έκθεση 160 σελίδων για το σχέδιο νοθείας στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, που θα ολοκληρωνόταν με δημόσια συνάντησή της με δύο αμερικανούς γερουσιαστές στους οποίους θα παρέδιδε τα στοιχεία! Πράγματι, αμερικανοί αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν την Τετάρτη ότι η Ουάσιγκτον παρείχε συνεχώς πληροφορίες στην Μπούτο περί απειλών κατά της ζωής της. Λέγεται δε ότι η αμερικανική ηγεσία, παρά τις δημόσιες δηλώσεις στήριξης του Μουσάραφ, είναι εξοργισμένη μαζί του καθώς εκτιμούν ότι τα μέτρα ασφαλείας της Μπούτο ήταν αστεία, με αποτέλεσμα οι δολοφόνοι της να την πλησιάσουν σε απόσταση μερικών μέτρων.


Ολα αυτά τα «συνωμοσιολογικά» μοιάζουν απολύτως ταιριαστά σε μια τεχνητή χώρα-μωσαϊκό εθνοτήτων και συμφερόντων, όπου τα στρατιωτικά πραξικοπήματα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, οι μυστικές υπηρεσίες επηρεάζουν τα πάντα και ελάχιστοι ηγέτες πεθαίνουν στο κρεβάτι τους. Οπως γράφει και το γερμανικό «Spiegel», «το Πακιστάν είναι ο τόπος όπου ζει και βασιλεύει η συνωμοσία».


Οι ισλαμιστές πράγματι παραμένουν οι βασικότεροι ύποπτοι για τη δολοφονία της Μπούτο. Ποιοι ισλαμιστές όμως; Αυτοί με τα γένια και τα Καλάσνικοφ ή οι άλλοι με τις στρατιωτικές στολές και τα πηλήκια; Δυστυχώς, κανένας δεν μπορεί να παραβλέψει τους στενότατους δεσμούς μεταξύ των διαφόρων ισλαμικών ομάδων και του μεγαλύτερου «εκτροφείου» τρομοκρατών της σύγχρονης ιστορίας, δηλαδή της ISI.


Ο ρόλος που διαδραμάτισε το Πακιστάν στη δημιουργία των δικτύων των μουτζαχεντίν, που πολέμησαν τον σοβιετικό στρατό στο Αφγανιστάν και στη συνέχεια αποτέλεσαν τη βάση των «Αφγανών Αράβων» και της Αλ Κάιντα, είναι πασίγνωστος. Εξίσου γνωστός είναι και ο ρόλος που διαδραμάτισε το «βαθύ κράτος» του Πακιστάν στη δημιουργία των Ταλιμπάν και στην κατάληψη από τους τελευταίους της εξουσίας στο Αφγανιστάν. Αποτελεί κοινό μυστικό ότι οι Ταλιμπάν ήταν κατασκεύασμα της ISI σε στενότατη συνεργασία και με τη συνεχή χρηματοδότηση των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, αλλά και της Σαουδικής Αραβίας. Και μάλιστα επί πρωθυπουργίας Μπούτο, η οποία τότε απέκτησε το παρατσούκλι «μαμά των Ταλιμπάν»!


Η «μαμά των Ταλιμπάν» και οι «υπόγειοι παίκτες»


Σε μια προφητική συνέντευξη της Μπούτο στους «New York Times» δύο εβδομάδες πριν από τη δολοφονία της η εκλιπούσα μίλησε για τον «σκληρό πυρήνα» των αξιωματικών του στρατού, τους κατασκόπους, τους απόστρατους στρατηγούς και άλλους «υπόγειους παίκτες», για τους οποίους πίστευε ότι λειτουργούσαν ως «κράτος εν κράτει» στο Πακιστάν. Για τον ίδιο τον Μουσάραφ, όμως, η δολοφονία της Μπούτο δεν δείχνει επωφελής. Και αυτό διότι η δολοφονία της και το χάος που επακολούθησε υπονομεύουν το κεντρικό επιχείρημα έναντι των ξένων και ντόπιων «σπονσόρων» του – ότι είναι δηλαδή ο μόνος άνθρωπος που θεωρείται ικανός να διατηρήσει την τάξη.


Με τον θάνατο της Μπούτο άλλωστε το πολυσυζητημένο σενάριο περί μυστικού «ντιλ», βάσει του οποίου ο Μουσάραφ θα γινόταν ισόβιος πρόεδρος (κάτι σαν… «Πινοσέτ της Ασίας») και εκείνη πρωθυπουργός, δεν υφίσταται πλέον. Στην πραγματικότητα, όπως προαναφέραμε, οι πανίσχυρες μυστικές υπηρεσίες (ISI) αποτελούν τον πραγματικό ρυθμιστή των εξελίξεων: η πρόσφατη κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για αρκετές εβδομάδες και οι μαζικές συλλήψεις χιλιάδων αντιφρονούντων δεν ήταν παρά μια υπενθύμιση από την πλευρά του «βαθέος κράτους» προς τους αντιπάλους του ότι δεν σκοπεύει να αφήσει τα ηνία.


Ποιοι είναι οι «αντίπαλοι» αυτοί; Η μοναδική πραγματική αντιπολίτευση στη χώρα ασκείται από τη μαχητική «ιντελιγκέντσια», με ηγέτη τον πρώην πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ιφτιχάρ Τσόντρι, έναν από τους δριμύτερους επικριτές της χούντας. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο πρόσφατο «πογκρόμ» σε βάρος των «αντιφρονούντων» δεν συνελήφθησαν οι «προστάτες» των Ταλιμπάν στη χώρα, οι γνωστοί φύλαρχοι των Παστούν στα σύνορα, αλλά οι πραγματικοί εχθροί του καθεστώτος: δικαστές, δικηγόροι, δάσκαλοι, καλλιτέχνες, μέλη οργανώσεων υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και φυσικά πολλοί δημοσιογράφοι… Στόχος του στρατιωτικού νόμου ήταν η εκκαθάριση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η κατατρομοκράτηση της «αντιπολίτευσης των διανοουμένων» και ο έλεγχος των «ενοχλητικών» μέσων ενημέρωσης.


Αν εξαιρέσει άλλωστε κανείς ορισμένες αιματηρές ενέργειες «για τα μάτια του κόσμου», όπως οι επιθέσεις του πακιστανικού στρατού σε ορισμένα τεμένη και «μαντράσας», είναι πασιφανές ότι η δράση των ισλαμιστών δεν έχει περιοριστεί στην οκταετία Μουσάραφ: απλώς αυτός και η στρατιωτική και οικονομική ελίτ του Πακιστάν, που συχνά «διαπλέκονται», χρησιμοποιούν τεχνηέντως τον «ισλαμικό κίνδυνο» για να παραμένουν στην εξουσία, και φυσικά να θησαυρίζουν από την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Ισλαμαμπάντ – πάνω από 10 δισ. δολάρια από το 2001 ως σήμερα!