Μεγάλη Παρασκευή των Καθολικών και η αναμενόμενη Ανάσταση του Ιησού ίσως επηρέασε τις αποφάσεις των οκτώ διαπραγματευτών που επί 32 ώρες προσπαθούσαν να καταλήξουν σε μια συμφωνία για την οριστική επίλυση του ιρλανδικού προβλήματος. Η συμφωνία που ανακοινώθηκε την Παρασκευή το απόγευμα χαρακτηρίστηκε «ιστορική», γιατί πράγματι είναι η πρώτη φορά από την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας ­ το 1921 ­ που όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές καταλήγουν σε ένα δεσμευτικό κείμενο. Με τη διαφορά όμως ότι η συμφωνία τελεί υπό την αίρεση της έγκρισής της από τον ιρλανδικό λαό, ο οποίος με δύο δημοψηφίσματα θα κληθεί να την επικυρώσει. Τα δημοψηφίσματα θα γίνουν στις 22 Μαΐου ­ το ένα στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και το άλλο στο Ολστερ ­ και αν δώσουν το «πράσινο φως» στη συμφωνία, τότε τον Ιούνιο θα γίνουν οι εκλογές για την ανάδειξη των μελών των νέων οργάνων που αυτή προβλέπει.


Στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας η συμφωνία μάλλον θα περάσει χωρίς πολλά προβλήματα, αλλά στον Βορρά τα πράγματα δεν θα είναι τόσο απλά, καθώς πολλοί Προτεστάντες διαφώνησαν με την απόφαση του ηγέτη τους Ντέιβιντ Τριμπλ να εγκρίνει το κείμενο, υποκύπτοντας, όπως λένε, στις αφόρητες πιέσεις του βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, αλλά και στις (τηλεφωνικές) εκκλήσεις του αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον. Η δήλωση του μετριοπαθούς ηγέτη του Sinn Fein Τζέρι Ανταμς ότι η συμφωνία δεν είναι παρά η αρχή για την επίτευξη της ειρήνης αποτυπώνει ίσως καλύτερα από κάθε άλλη θριαμβολογία την πραγματική κατάσταση, έτσι όπως διαμορφώθηκε τις πρώτες ώρες μετά την πανηγυρική υπογραφή της συμφωνίας στο Μπέλφαστ. Τα δύσκολα δηλαδή τώρα θα έρθουν, καθώς θα πρέπει να πεισθούν οι εξτρεμιστές και των δύο πλευρών να μην αντιδράσουν βίαια και να ξανακυλήσουν το Ολστερ στο αίμα.


Η συμφωνία είναι αποτέλεσμα συμβιβασμών όλων των πλευρών. Οι Βρετανοί, που έχουν κουραστεί από τις ταλαιπωρίες που υφίστανται τόσα χρόνια, θα πάψουν να διοικούν το Ολστερ κατά βούληση και θα αποσύρουν σταδιακά τις στρατιωτικές δυνάμεις τους. Το Ολστερ θα παραμείνει κομμάτι του Ηνωμένου Βασιλείου, εκτός και αν η πλειοψηφία, τόσο εκεί όσο και στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, θελήσει το αντίθετο. Το Δουβλίνο από την πλευρά του θα αποσύρει από το ιρλανδικό σύνταγμα τον όρο περί ενιαίας Ιρλανδίας. Οι Καθολικοί του Ολστερ δεν πέτυχαν την ένωσή τους με την Ιρλανδία και οι Προτεστάντες βλέπουν τους πρώην αντιπάλους τους να αποκτούν περισσότερα δικαιώματα και να συσφίγγουν τους δεσμούς τους με τον Νότο. Υστερα από 30 χρόνια συγκρούσεων και 3.000 νεκρούς, ο «ιστορικός συμβιβασμός» του Μπέλφαστ ήταν αναγκαίος. Μένει να αποδειχθεί πόσο χρήσιμος θα φανεί. Τα όργανα της εξουσίας


Με τη συμφωνία για τη Βόρεια Ιρλανδία δημιουργούνται τρία όργανα εξουσίας που συνδέονται μεταξύ τους: το πρώτο αφορά αποκλειστικά τη Βόρεια Ιρλανδία, το δεύτερο το βόρειο και το νότιο τμήμα του νησιού και το τρίτο το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδική Δημοκρατία. Αναλυτικότερα:


* Βορειοϊρλανδική συνέλευση


Τον Ιούνιο θα γίνουν εκλογές για την ανάδειξη των μελών της αποτελούμενης από 108 μέλη συνέλευσης. Εδρα της θα είναι το Στόρμοντ, όπου βρισκόταν η έδρα του κοινοβουλίου που καταργήθηκε το 1972. Η Εθνοσυνέλευση θα εκλέξει έξι μέλη που θα αντιπροσωπεύουν τη Βόρεια Ιρλανδία στο βρετανικό κοινοβούλιο (Ουεστμίνστερ). Οι εξουσίες που ανήκουν σήμερα στην αρμοδιότητα του βρετανικού υπουργείου Βόρειας Ιρλανδίας θα μεταβιβασθούν στην Εθνοσυνέλευση στις αρχές του 1999 και μόνον εφόσον τα μέλη της συμφωνήσουν για τη μορφή της εκπροσώπησής τους στο Συμβούλιο Βορρά-Νότου.


* Συμβούλιο Βορρά-Νότου


Στο συμβούλιο θα μετέχουν μέλη της Βορειοϊρλανδικής Συνέλευσης και υπουργοί της κυβέρνησης της Ιρλανδικής Δημοκρατίας. Στόχος τους θα είναι ο συντονισμός της πολιτικής τους για το σύνολο του νησιού. Στους τομείς με τους οποίους θα ασχοληθούν περιλαμβάνονται η γεωργία, οι μεταφορές και οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Το συμβούλιο θα έχει αρμοδιότητα και για τα δύο τμήματα του νησιού, αλλά οι αποφάσεις του θα πρέπει να έχουν την έγκριση του κοινοβουλίου του Δουβλίνου και της Βορειοϊρλανδικής Συνέλευσης.


* Συμβούλιο Ανατολής-Δύσης


Βουλευτές του ιρλανδικού κοινοβουλίου θα συναντώνται τακτικά με μέλη του βρετανικού κοινοβουλίου από το Λονδίνο, με μέλη της Βορειοϊρλανδικής Συνέλευσης, καθώς και με εκπροσώπους των νέων κοινοβουλίων της Σκωτίας και της Ουαλίας. Το συμβούλιο αυτό δεν θα έχει νομοθετικές ή διοικητικές αρμοδιότητες.


* Ιρλανδικό δημοψήφισμα


Η Ιρλανδική Δημοκρατία θα διεξαγάγει δημοψήφισμα για την τροποποίηση του συντάγματός της, που σήμερα περιλαμβάνει εδαφικές αξιώσεις για τη Βόρεια Ιρλανδία. Τέσσερις αιώνες συγκρούσεων


Ο αγώνας των Ιρλανδών κατά της αγγλικής αποικιοκρατίας στο νησί τους ξεκινά από πολύ παλιά, από τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης των Αγγλων στο νησί (12ος αιώνας). Ως τον 16ο αιώνα η καταπιεστική νομοθεσία κατά των καθολικών και η εγκατάσταση σκώτων προτεσταντών στον Βορρά επιδεινώνουν την κατάσταση και οι συγκρούσεις είναι συχνές. Πρέπει να φτάσουμε στον 20ό αιώνα για να ανακηρυχτεί το πρώτο ελεύθερο ιρλανδικό κράτος από το Sinn Fein (το 1919) και να ακολουθήσει ο αγγλοϊρλανδικός πόλεμος, που οδηγεί στη δημιουργία του ελεύθερου ιρλανδικού κράτους με πρωτεύουσα το Δουβλίνο. Το βόρειο τμήμα, όπου κυριαρχούν οι προτεστάντες, παραμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο.


Το 1968 η μειονότητα των καθολικών της Βόρειας Ιρλανδίας ξεκινά εκστρατεία για να αποκτήσει περισσότερα δικαιώματα. Ακολουθούν ταραχές ­ οι χειρότερες των τελευταίων 50 ετών ­ και οι Βρετανοί στέλνουν στρατό για να επιβάλει την τάξη. Οι διώξεις εις βάρος των καθολικών και οι επιθέσεις εις βάρος βρετανικών στόχων γίνονται καθημερινό φαινόμενο. Το 1972 βρετανοί στρατιώτες σκοτώνουν 14 καθολικούς διαδηλωτές στο Λόντοντερι. Είναι η περίφημη «Ματωμένη Κυριακή» και σε απάντηση ο IRA σκοτώνει 11 άτομα στο Μπέλφαστ. Για σχεδόν 20 χρόνια συνεχίζεται ο κύκλος του αίματος, που αγγίζει ακόμη και τη βασιλική οικογένεια, που το 1979 θρήνησε τον λόρδο Μάουντμπατεν, εξάδελφο της βασίλισσας.


Η βρετανική πολιτική της καταστολής αρχίζει να αλλάζει με την έλευση της δεκαετίας του ’90 και οι Βρετανοί δέχονται τη συμμετοχή του Sinn Fein στις διαπραγματεύσεις υπό τον όρο ότι το στρατιωτικό τμήμα του, ο IRA, θα σταματήσει τις επιθέσεις. Τον Σεπτέμβριο του 1994 ο IRA ανακοινώνει κατάπαυση του πυρός και για πρώτη φορά μετά από 70 χρόνια διεξάγονται απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Οι διαφωνίες όμως στο στρατόπεδο των καθολικών οδηγούν το Sinn Fein στην απόφαση να αποχωρήσει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Τον Νοέμβριο του 1995 οι κυβερνήσεις του Λονδίνου και του Δουβλίνου αποφασίζουν να ξεκινήσουν νέες συνομιλίες τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους. Ηδη έχει επέμβει ο αμερικανικός παράγων και ο πρόεδρος Κλίντον στέλνει τον πρώην γερουσιαστή Τζορτζ Μίτσελ να κατευθύνει τις διαπραγματεύσεις. Τελικά οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν τον Ιούνιο χωρίς τη συμμετοχή του Sinn Fein, επειδή ο IRA έχει ξαναρχίσει τις βομβιστικές επιθέσεις.


Τον Ιούλιο του 1997, δύο μήνες μετά την άνοδο των Εργατικών του Τόνι Μπλερ στην εξουσία, ο IRA κηρύσσει μονομερή ανακωχή και έξι εβδομάδες αργότερα το Sinn Fein παίρνει μέρος σε αυτές τις διαπραγματεύσεις για πρώτη φορά. Από εκεί και πέρα και παρά τις μεγάλες δυσκολίες η επίτευξη μιας συμφωνίας είναι θέμα χρόνου. Στις 25 του περασμένου Μαρτίου ο κ. Μίτσελ δηλώνει ότι ο χρόνος έχει αρχίσει να εξαντλείται και ορίζει την 9η Απριλίου ως καταληκτική ημερομηνία των διαπραγματεύσεων. Προχθές Παρασκευή 10 Απριλίου και 17 ώρες μετά τη λήξη της προθεσμίας ανακοινώθηκε η ιστορική συμφωνία. Είναι μόνο η αρχή


Με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Σας παρακαλούμε, τηρήστε την» υποδέχθηκε ο βρετανικός «Guardian» την υπογραφή της ιστορικής συμφωνίας για τη Βόρεια Ιρλανδία. «Η συμφωνία μπορεί να υπεγράφη, αλλά η ειρήνη δεν είναι ποτέ κάτι που πρέπει να θεωρείται δεδομένο» προειδοποιεί, και συνεχίζει: «Το δίδαγμα από τις ειρηνευτικές διαδικασίες σε άλλες περιοχές ­ είτε στη Μέση Ανατολή είτε στην Αφρική ­ είναι ότι η υπογραφή είναι μόνο η αρχή».


Η έγκυρη εφημερίδα καταλήγει όμως με έναν αισιόδοξο τόνο, σύμφωνο με το Πάσχα που γιορτάζουν σήμερα οι Καθολικοί και οι Προτεστάντες: «Επιτέλους ο λαός της Βόρειας Ιρλανδίας έχει την ευκαιρία να ζήσει εν ειρήνη. Είναι η ώρα της ευγνωμοσύνης και της προσευχής. Ηταν μια ευλογημένη Μεγάλη Παρασκευή».


Η «Daily Telegraph», που απηχεί τις απόψεις του Συντηρητικού Κόμματος της Βρετανίας, αναφέρει ότι η Βόρεια Ιρλανδία αντιμετωπίζει μια δύσκολη περίοδο τους επόμενους μήνες, καθώς η συμφωνία ενδέχεται να διχάσει το εθνικιστικό στρατόπεδο (IRA και Sinn Fein), που διεκδικούσε στενότερους δεσμούς με το Δουβλίνο. «Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η συμφωνία δεν σημαίνει και ειρήνευση στο Ολστερ» τονίζει. Ο λαϊκός Τύπος του Λονδίνου χαιρετίζει τη συμβολή του βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ στην επίτευξη της συμφωνίας και, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η «Sun», μόνο και μόνο γι’ αυτό ο αρχηγός των Εργατικών εξασφάλισε μια θέση στην Ιστορία.


Η «Daily Mail» επισημαίνει ότι τα μέρη που υπέγραψαν τη συμφωνία θα δοκιμαστούν μέσα στους επόμενους μήνες και εξαίρει τη συμβολή του αμερικανού πρώην γερουσιαστή Τζορτζ Μίτσελ στην επίτευξή της.


Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι «New York Times» σε κύριο άρθρο τους αναφέρουν ότι η συμφωνία, που είναι αποτέλεσμα πολιτικού θάρρους, επιμονής και καλής τύχης, δεν θα εξαλείψει τις διαφορές μεταξύ Προτεσταντών και Καθολικών.


«Θα διορθώσει όμως ορισμένες ιστορικές αδικίες και θα προωθήσει την πολιτική αντί της βίας για τη δικαίωση των υπολοίπων». Η αμερικανική εφημερίδα προσθέτει ότι το κύμα βίας θα συνεχισθεί, αλλά η συμφωνία θα θέσει στο περιθώριο τις εξτρεμιστικές οργανώσεις, καθώς η μειονότητα των Καθολικών θα εκπροσωπείται καλύτερα στα πολιτικά όργανα.