Οταν πριν από δέκα ακριβώς χρόνια «γιορτάσαμε» τα πενηντάχρονα του Δεκέμβρη του ’44, έγραψα ένα σύντομο αφήγημα για να καταθέσω τις προσωπικές εμπειρίες μου από τις αξέχαστες εκείνες εβδομάδες (*). Δεν ζω με το παρελθόν αλλά ξέρω πόσο σημαντικό είναι να θυμάσαι με την προϋπόθεση ότι ξεσκουριάζεις τη μνήμη σου από τα πάθη και τα μίση.


Παιδί ήμουνα αλλά αξιώθηκα να ζήσω έντονα την κατοχή και τον Δεκέμβρη. Να πάρω ενεργό μέρος στη μεγάλη νεανική απελευθερωτική «ιντιφάντα» της γενιάς μου. Αυτό ήταν το «πνεύμα» της εποχής. Αλλά είχα και το παράδειγμα των δικών μου. Ο πατέρας μου Στράτης Σωμερίτης ήταν ιδρυτικό και ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜικού σοσιαλιστικού και δημοκρατικού κόμματος ΕΛΔ (Τσιριμώκος, Σβώλος, Σταύρος Κανελλόπουλος και τόσοι άλλοι)· έβγαζε την παράνομη εφημερίδα «Η Μάχη»· τον κυνήγησαν οι χιτλερικοί και κρυβόταν από σπίτι σε σπίτι. Η μητέρα μου Λιάνα, μουσικός, ήταν και αυτή ΕΛΔίτισσα και ΕΑΜίτισσα (στο ΕΑΜ Μουσικών), πέρασε πολλούς μήνες στη φυλακή και, μαζί με την αδερφή μου Μαίρη, δικάστηκε από γερμανικό στρατοδικείο στο Μέγαρο του Παρνασσού, απέναντι από τον Αϊ-Γιώργη τον Καρύτση. Πώς να μη γίνω αετόπουλο πρώτα, επονίτης μετά.


«Ο Δεκέμβρης (έγραψα το 1994) ήταν ηρωικός, μεγάλος, σκληρός. Πολιτικά ήταν εγκληματικός και άσκοπος. Τον θέλησαν όμως σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές του. Οι νικημένοι. Αλλά και οι νικητές. Αυτοί που με τον πόλεμο είχαν χάσει τα πάντα και ξανακέρδισαν με αυτόν κάτι ανέλπιστο: την επικυριαρχία τους.


«Για όλους, όμως, και για τους νικητές και για τους ηττημένους, χάθηκαν τότε, και για πολλά χρόνια, η ειρήνη σε αυτό τον τόπο, η ανεξαρτησία του, οι δυνατότητες να δικαιώσει ορισμένους πόθους του και η προκοπή του».


Δεν έχω αλλάξει γνώμη. Κυρίως διότι η πραγματική ιστορία του Δεκέμβρη (που περιλαμβάνει και στυγερά εγκλήματα) παραμένει επτασφράγιστο μυστικό. Οι «Μεγάλοι» του πολέμου είχαν μοιράσει την Ευρώπη. Η Ελλάδα δόθηκε στη Δύση (τότε στην Αγγλία) αλλά, εγωιστικά, οι συμπατριώτες μας ξεχνούν μια «λεπτομέρεια». Οτι η χώρα μας ήταν το αντάλλαγμα της παράδοσης στη σταλινική Ρωσία όλων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, που η μοίρα τους, εθνική, πολιτική και κοινωνική, αποδείχτηκε πολύ χειρότερη από τη δική μας· οι πολιτικές δυνάμεις των δυτικών χωρών δέχτηκαν τη μοιρασιά και τις αναγκαίες συναινέσεις που επέβαλλε. Οι δικές μας πολιτικές δυνάμεις, όχι. Φταίνε οι ξένοι. Ασφαλώς, έπαιξαν ρόλο. Γιατί όμως δεν «έφταιξαν» με τον ίδιο τρόπο σε καμία άλλη δυτική χώρα, μεγάλη ή μικρή. Γιατί αριστεροί και δεξιοί προτίμησαν τη συνύπαρξη και όχι τη βίαιη αντιπαράθεση.


Πιστεύω ότι δεν γνωρίζουμε την ουσιαστική αλήθεια για τον Δεκέμβρη και στη συνέχεια για τον Εμφύλιο. Λένε: τον προκάλεσαν οι πανίσχυροι κομμουνιστές για να καταλάβουν την εξουσία. Τότε, γιατί είχαν απαγορεύσει κάθε όπλο στους διαδηλωτές της 3ης του Δεκέμβρη, γιατί εκκένωσαν το κέντρο της Αθήνας (και της εξουσίας), γιατί δεν κατέβασαν στην Αθήνα τις μεγάλες μονάδες του ΕΛΑΣ. Αν όμως δεν προέβλεπαν σύγκρουση, γιατί τα σκληρά στελέχη τους που έμεναν στο κέντρο εξαφανίστηκαν (ουσιαστικά μπήκαν στην παρανομία) πριν από τη διαδήλωση.


Λένε από την πλευρά της Αριστεράς: τον Δεκέμβρη τον προκάλεσαν οι Αγγλοι για να επιβάλουν την επικυριαρχία τους στη χώρα. Τότε, γιατί, έστω και υποκριτικά, πρότειναν πολιτικό συμβιβασμό όταν ο Τσόρτσιλ έφθασε στην Αθήνα, μέσα στις μάχες, και γιατί η Αριστερά είπε τότε «όχι» αλλά παραδόθηκε όμως στρατιωτικά και πολιτικά στη Βάρκιζα λίγες εβδομάδες αργότερα, αν και είχε ηττηθεί μόνο στην Αθήνα, όχι αλλού.


Σύμφωνα με όλα τα γνωστά ντοκουμέντα, οι Αγγλοι ήθελαν να εξασφαλίσουν ότι η Ελλάδα θα παρέμενε στη Δύση και οι Ρώσοι το είχαν δεχτεί αυτό. Τόσο που αρνήθηκαν πεισματικά κάθε χειρονομία που, ενώ συνεχιζόταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, θα μπορούσε να τους δημιουργήσει πρόβλημα με τους Δυτικούς.


Δύο παραδείγματα: η ηγεσία του ΕΑΜ είχε στείλει στο εξωτερικό, μέσα στον Δεκέμβρη, μια αντιπροσωπεία με υπεύθυνο τον ΕΑΜίτη συνδικαλιστή και πολιτικό Δημήτρη Στρατή για να ζητήσει από το διεθνές κίνημα πολιτική κυρίως βοήθεια, ώστε, στην αναμενόμενη διαπραγμάτευση, το ΕΑΜ να στηριχτεί και σε μια διεθνή πίεση. Η αποστολή έφθασε μόνο ως το Βελιγράδι, οι Γιουγκοσλάβοι αρνήθηκαν τα πάντα, ακόμη και την άδεια να μεταβούν από εκεί στη Μόσχα! Τους είχα δει, απελπισμένους, τον Γενάρη του ’45, λίγο μετά την επιστροφή τους στα Τρίκαλα.


Το δεύτερο παράδειγμα είναι εξίσου ενδεικτικό, αν και λιγότερο δραματικό. Η ηγεσία, που προσπαθούσε να συγκινήσει τη διεθνή (αριστερή) κοινή γνώμη, σκέφτηκε να θέσει σε λειτουργία έναν μικρό ραδιοφωνικό πομπό συντονισμένο στα βραχέα κύματα. Ο αξέχαστος Αδωνις Κύρου είχε την ευθύνη των εκπομπών σε ξένες γλώσσες. Το αρχικό κείμενο το είχε συντάξει «η καθοδήγηση»: διεκτραγωδούσε τα πάθη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, την ένοπλη επέμβαση των Αγγλων και των «μοναρχοφασιστών» και ζητούσε «από τους λαούς» να εκδηλώσουν την αλληλεγγύη τους. Ο Κύρου το μετέφρασε πρώτα στα αγγλικά και μετά στα γαλλικά (σε αυτά μπόρεσα κάπως να τον βοηθήσω) και μετά τα διαβάσαμε μερικές φορές στο μικρόφωνο.


Τις άκουσε άραγε κανείς αυτές τις εκπομπές; Δεν το πολυπιστεύω γιατί ο «σταθμός» ήταν αδύναμος. Και διάολε, ο πόλεμος, ο φοβερός και βάρβαρος Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, δεν είχε καν τελειώσει, εκατομμύρια άνθρωποι υπέφεραν, το Ολοκαύτωμα των Εβραίων αλλά και των Τσιγγάνων και των ομοφυλοφίλων συνεχιζόταν. Και αν τις άκουσε, μάλλον τις παρέκαμψε και τις ξέχασε.


Εγώ, όχι. Ηταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που μίλησα σε ραδιόφωνο· ως τότε ούρλιαζα συνθήματα με τη βοήθεια τηλεβόα (χωνί, τον λέγαμε) στο Κολωνάκι και στη Νεάπολη, όταν έπεφτε η κατοχική νύχτα.


Και με αυτά, προσωρινό τέλος μιας άσκοπης επανάστασης εκεί στα Τρίκαλα. Και, επίσης εκεί, προσωρινή αρχή (η ιστορία περιλαμβάνει και τον καγχασμό) της μικρής προσωπικής μου «μιντιακής» σταδιοδρομίας.


* «Ενας μικρός Δεκέμβρης», αφήγημα, Εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α. Α. Λιβάνης.