Εγραφα στο προηγούμενο αρθρίδιο για το πώς το υπουργείο Εθνικής Αμυνας ανέκαθεν ελάχιστα επιχορηγεί ερευνητικά προγράμματα στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα, αντίθετα με ό,τι γίνεται στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες. Ετσι χάνεται η ευκαιρία και να προωθηθεί γενικότερα η υπόθεση της (τεχνολογικής) έρευνας στη χώρα, αφού το ΥΠΕΘΑ διαθέτει τεράστια ποσά για εξοπλισμούς, και οι εξοπλισμοί να στοιχίζουν (κατά τι έστω) λιγότερο. Το ΥΠΕΘΑ όμως διαθέτει και δικά του ερευνητικά κέντρα, ένα για κάθε όπλο: το Κέντρο Ερευνών και Τεχνολογίας Στρατού (ΚΕΤΕΣ), το Κέντρο Εφαρμογών Τεχνολογίας Αεροπορίας (ΚΕΤΑ) και το Γραφείο Ερευνών και Τεχνολογικών Εξελίξεων Ναυτικού (ΓΕΤΕΝ). Από αυτά τα δύο πρώτα λειτουργούν ως στρατιωτικές μονάδες, έχουν αξιωματικό ως διοικητή και μεικτό προσωπικό (στρατιωτικούς και πολίτες). Αντίθετα, το ΓΕΤΕΝ έχει καθ’ ολοκληρίαν πολιτικό προσωπικό και πολίτη διοικητή. Χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες, αισθάνομαι άνετα να ισχυρισθώ ότι η συνολική ερευνητική παραγωγή των τριών κέντρων είναι πολύ μικρή σε σχέση με ό,τι θα μπορούσε να είναι για τις ανάγκες Ενόπλων Δυνάμεων του δικού μας μεγέθους και τεχνολογικών δυνατοτήτων. Σε αυτό ουδόλως ευθύνεται το προσωπικό των κέντρων. Ως συνήθως στη χώρα μας το σύστημα φταίει. Πρώτα πρώτα οι περίπου 200 επιστήμονες που υπηρετούν στα κέντρα είναι εξαιρετικά λίγοι. Μετά, οι πιστώσεις που διατίθενται για σκοπούς έρευνας και ανάπτυξης είναι ιδιαίτερα πενιχρές και, τρίτο και σημαντικότερο (που ταιριάζει με τα άλλα δύο), οι δουλειές που ανατίθενται στα κέντρα είναι (ας πούμε) δεύτερες από τεχνολογικής απόψεως. Αυτό είναι φυσικό επακόλουθο του γεγονότος ότι η έρευνα προγραμματίζεται από τα Επιτελεία και (για τα δύο κέντρα) πραγματοποιείται υπό τις διαταγές αξιωματικών. Αυτά δεν είναι σωστά ερευνητικά πράγματα!


Οι ανώτατοι στρατιωτικοί καταπιέζονται εντονότατα από… χθεσινά άλυτα προβλήματα και σε κάθε υπεύθυνη θέση μένουν μόνο για σύντομο χρονικό διάστημα. Ετσι δεν είναι κατάλληλοι ούτε για μακρόχρονο στρατηγικό σχεδιασμό ερευνητικών θεμάτων ούτε για να επιβλέπουν ερευνητικά έργα επί καθημερινής βάσεως.


Συνέπεια της παραπάνω κατάστασης είναι ότι το ηθικό του προσωπικού των τριών κέντρων δεν είναι υψηλό και υπάρχουν εθελοντικές αποχωρήσεις. Ακόμη, το προσωπικό δεν μετεκπαιδεύεται και το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι η συνολική λειτουργία των κέντρων έχει χειροτερέψει με τα χρόνια. Το γεγονός αυτό αναγνωρίζεται αρμοδίως και έτσι, επί υπουργίας Γ. Αρσένη, η ευθύνη των τριών κέντρων πέρασε απευθείας στον υπουργό με νόμο, που δεν έχει όμως λειτουργήσει ακόμη. Επίσης ετοιμάστηκε ένα σχέδιο νόμου για την αναδιάρθρωση της έρευνας στο στράτευμα, το οποίο (κατά τις πληροφορίες μου) είναι μια κυριολεκτικά αποτυχημένη προσπάθεια. Ετσι, έχοντας μπει στον δεύτερο χρόνο του (τεράστιου κόστους) πενταετούς εξοπλιστικού προγράμματος, οι Ενοπλες Δυνάμεις χωλαίνουν ερευνητικά, όπως ανέκαθεν άλλωστε.


Ακούγοντας πρόσφατα τον νυν υπουργό κ. Ακη Τσοχατζόπουλο να συγχαίρει, κατά την τελετή ένταξης της δεύτερης φρεγάτας στον στόλο, το (άξιο) προσωπικό των Ελληνικών Ναυπηγείων για τη δουλειά του και να υπόσχεται και την ανάθεση της κατασκευής υποβρυχίων στο ναυπηγείο, δεν μπορούσα παρά να έχω ανάμεικτες αντιδράσεις. Από τη μια σκεφτόμουν εμάς: ότι, δηλαδή, και οι φρεγάτες και τα υποβρύχια θα γίνουν από ξένα σχέδια και τίποτε δεν θα ανήκει στα Ελληνικά Ναυπηγεία για πώληση σε τρίτους, ότι το Π.Ν. προσανατολίζεται να αγοράσει από το εξωτερικό τα σχέδια για όλα τα πλοία του πενταετούς εξοπλιστικού προγράμματος (ενώ και τα αρματαγωγά και τα περιπολικά ανοικτής θάλασσας σχεδιάστηκαν εδώ!) και ότι τα τέσσερα περιπολικά ανοικτής θάλασσας που θα παραγγελθούν στα Ελληνικά Ναυπηγεία θα έχουν τη μορφή (τη γάστρα) που εμείς (στο Πολυτεχνείο) βοηθήσαμε να σχεδιασθεί 10 χρόνια πριν και όχι τη γάστρα νέας τεχνολογίας (και πολύ καλύτερη για τις ανάγκες του Π.Ν.) που έχουμε τώρα αναπτύξει (χωρίς πεντάρα χρηματοδότηση από το ΥΠΕΘΑ!). Από την άλλη πλευρά, σκεφτόμουν τους Τούρκους· που μας κάνουν κουτούς σε θέμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης για την πολεμική τους βιομηχανία (και σε καμία άλλη επιστημονική περιοχή), που έχουν κατασκευάσει φρεγάτες, κορβέτες και υποβρύχια προ πολλού (και κατασκευάζουν και μαχητικά αεροπλάνα) και που στέλνουν τους αξιωματικούς τους να κάνουν διδακτορικά στην Αμερική και μετά τους τοποθετούν μόνιμα στα ερευνητικά κέντρα τους!


Τελικά, μήπως θα μπορέσει ο νυν υπουργός να δώσει κάποια πνοή σε μια περιοχή της οποίας η ευρωστία θεωρείται αυτονόητη σε όλες τις τεχνολογικά προηγμένες χώρες, χωρίς να απαιτείται να έχουν έναν μεγάλο μπαμπούλα δίπλα τους, όπως συμβαίνει σε εμάς; Μήπως θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα Εθνικό Συμβούλιο για θέματα στρατηγικού προγραμματισμού ερευνητικών και αναπτυξιακών έργων για τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων;


Ο κ. Θ. Λουκάκης είναι καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.