ΜΙΝΩΣ ΜΩΥΣΗΣ
Ο γενικός διευθυντής της Interamerican Ζωής κ. Μίνως Μωυσής προτού απαντήσει στην ερώτηση θέλησε σε δώσει έμφαση στην ευαισθητοποίηση που πρέπει να έχουν οι άνθρωποι οι οποίοι κατά κάποιον τρόπο είναι υπεύθυνοι για την εξέλιξη των ασφαλιστικών προϊόντων. «Εννοείται» τόνισε «ότι οι άνθρωποι της ασφαλιστικής αγοράς πρέπει όχι μόνο να δείχνουν αλλά και να είναι ευαισθητοποιημένοι στα ζητήματα της ασφάλισης. Υπό αυτό το σκεπτικό λοιπόν, δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να “δοκιμάζεις” την ασφαλιστική αγορά από το να γίνεσαι ο ίδιος αποδέκτης των υπηρεσιών που προσφέρει».
«Εννοείται ότι έχω φροντίσει να ασφαλιστώ ο ίδιος αλλά και να ασφαλίσω οτιδήποτε άλλο μού είναι πολύτιμο. Οπως, φυσικά, εννοείται ότι είμαι ασφαλισμένος στην Interamerican. Χονδρικά, μπορώ να σας πω ότι έχω ασφάλεια ζωής ισόβια και συνταξιοδοτική. Το πρόγραμμα αυτό είναι το ομαδικό που προσφέρει η εταιρεία στους υπαλλήλους της. Εχω ακόμη ένα πρόγραμμα καλύψεως ατυχημάτων, καθώς επίσης ένα ατομικό και ένα οικογενειακό πρόγραμμα. Επίσης δεν θα μπορούσα να αφήσω ούτε το σπίτι μου ανασφάλιστο. Και τέλος, όπως φυσικά όλοι, έχω και εγώ ασφάλεια αυτοκινήτου».
ΔΟΥΚΑΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ
«Ο κυριότερος λόγος για τον οποίο δεν θα μπορούσα να μένω ανασφάλιστος είναι η προστασία και ο δεύτερος, η αποταμίευση. Αυτά τα τα δύο πράγματα» λέει ο γενικός διευθυντής της Ελληνοβρετανικής κ. Δούκας Παλαιολόγος «καλύπτουν τις πλέον σημαντικές ανάγκες του ανθρώπου, οι οποίες, σημειωτέον, δεν αλλάζουν ποτέ. Και όταν λέω προστασία, εννοώ ένα σωρό πράγματα, όπως πυρκαϊά, κλοπές, σεισμούς, πλημμύρες, δηλαδή παράγοντες που η κοινωνική ασφάλιση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να καλύψει. Υπάρχει όμως και ο τομέας της προστασίας της ζωής. Είναι προφανές ότι όλοι επιθυμούν κάτι καλύτερο από πλευράς κάλυψης. Γιατί όχι και εγώ;».
Ο κ. Παλαιολόγος όμως έδωσε με τον τρόπο του μία άλλη διάσταση στην ασφάλεια. Μια διάσταση που ξεφεύγει από την απόλυτα χρηστική και αποδεικνύεται ότι έχει να κάνει με την ποιότητα της ζωής. Δήλωσε με χιούμορ πως έχει ασφαλισμένη ακόμη και την αγαπημένη του μηχανή. Οσον αφορά τα απολύτως αναγκαία, ο κ. Παλαιολόγος σημειώνει ότι δεν έχει παραλείψει να καλύψει οτιδήποτε αφορά τον ίδιο και την οικογένειά του. «Διαθέτω ασφάλεια ζωής, ασφάλιση κατοικίας, καθώς επίσης και το ομαδικό πρόγραμμα συνταξιοδότησης και καλύψεων ατυχημάτων που προσφέρει η εταιρεία». Συμπλήρωσε ότι έχει και τρία παιδιά, τα οποία, όπως είπε, δεν θα μπορούσε να αφήσει ανασφάλιστα. Πάντως, όπως ανέφερε πολύ χαρακτηριστικά, δεν θα έμενε «ούτε λεπτό χωρίς ασφάλιση».
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΣΜΕΑΣ
«Οσοι έχουν έρθει σε επαφή με πελάτες ασφαλιστικών στους οποίους, για παράδειγμα, έχει συμβεί κάποιο σοβαρό εργατικό ατύχημα έχουν νιώσει την αναγκαιότητα της ασφάλισης» τονίζει ο κ. Ιωάννης Κοσμέας, διευθυντής Μελετών και Αναλογιστικής της Αγροτικής Ζωής και σύμβουλος του υπουργείου Ανάπτυξης σε θέματα ιδιωτικής ασφάλισης. «Δεν θα μπορούσα να εργάζομαι σε ασφαλιστική εταιρεία και να μην έχω φροντίσει να κάνω χρήση των προϊόντων. Αν δεν ήμουν ασφαλισμένος, θα ήταν σαν να αρνιέμαι το προϊόν. Για μένα ισχύει το αντίθετο. Δεν θα μπορούσα να μην είμαι ασφαλισμένος, ακόμη κι αν εγώ το αμελούσα όπως συμβαίνει με πολλούς Ελληνες , η οικογένειά μου θα μου το υπενθύμιζε διαρκώς. Αλλωστε, θα πρέπει να προσθέσω ότι δεν είμαι από τους ανθρώπους που αρέσκονται να αφήνονται στην τύχη».
«Εχω ένα πλήρες καλύψεων συμβόλαιο που προσφέρει η εταιρεία στους εργαζομένους της. Στο ασφάλιστρο συμβάλλουν κατά 50% η εταιρεία και ο εργαζόμενος. Ενώ όσον αφορά τις καλύψεις» προσθέτει ο κ. Κοσμέας «προβλέπεται ένα εφάπαξ με την αποχώρηση από την εταιρεία, το ύψος του οποίου εξαρτάται από τον μισθό και τα χρόνια εργασίας στην εταιρεία. Προβλέπει επίσης ασφάλιση θανάτου και μόνιμης ολικής ανικανότητας (ΜΟΑ). Καθώς επίσης και νοσοκομειακή περίθαλψη, ακόμη και σε περίπτωση μόνιμης αναπηρίας».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΙΑΤΡΑΣ
Ο κ. Κωνσταντίνος Σιάτρας, διευθυντής privilege portfolio της Commercial Union, δηλώνει «πολυασφαλισμένος» και αποτελεί εξαίρεση λόγω του ότι διαθέτει ένα ασφαλιστήριο ζωής και ένα συνταξιοδοτικό στις ΗΠΑ. Εξηγεί ότι έχει το δικαίωμα να διατηρεί σε ζωή τα δύο αυτά ασφαλιστήρια, διότι ως πριν από τέσσερα χρόνια εργαζόταν στις ΗΠΑ. Παράλληλα όμως, αναφέρει υπερήφανα, «τρέχει» ακόμη ένα ασφαλιστήριο ζωής στην Commercial Union. Επίσης, συμπληρώνει, διαθέτει και ένα πακέτο ασφάλισης το οποίο περιλαμβάνει προσωπικό ατύχημα, προστασία εισοδήματος, σοβαρές ασθένειες και, τέλος, νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό». Δεν θα πρέπει να παραλείψω, τονίζει, ότι το παιδί μου διαθέτει και ένα παιδικό πρόγραμμα σπουδών.
«Σε γενικές γραμμές» αναφέρει χαρακτηριστικά και με χιούμορ «τα 50 μου έτη, τα δύο μου παιδιά, η σύζυγός μου, καθώς και τα περιουσιακά μου στοιχεία καθιστούν την ασφάλιση επιτακτική».
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΟΥΝΗΣ
«Δεν θα ήταν δυνατόν να αναζητούμε τρόπους για να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη του Ελληνα αν εμείς οι ίδιοι δεν δείχναμε εμπιστοσύνη στον θεσμό της ιδιωτικής ασφάλισης, στα προϊόντα της και κατ’ επέκτασιν στην ίδια μας την εταιρεία. Επόμενο είναι λοιπόν κατ’ αρχάς να εμπιστεύομαι τον θεσμό, κατά δεύτερο λόγο να κάνω χρήση των προϊόντων της και κατά τρίτο λόγο να εμπιστεύομαι για την υπόθεση αυτή την ίδια την εταιρεία μου».
Ο γενικός διευθυντής της Scoplife ΑΕΑΕΖ κ. Ιωάννης Τσούνης είναι πολύ πιο λακωνικός. Δεν συζητά την αναγκαιότητα της ιδιωτικής ασφάλισης, μια και αν έκανε κανείς τον κόπο να δει τι του προσφέρει η κοινωνική πρόνοια θα αποφάσιζε αμέσως να αποταμιεύσει έστω και ένα μικρό μέρος των εισοδημάτων του, για την αυριανή του σύνταξη ή την κάλυψη των κινδύνων της ζωής. Οπως ανέφερε, ένα συμβόλαιο ζωής, ένα συνταξιοδοτικό και ένα προστασίας εισοδήματος είναι απαραίτητα. Και πρόσθεσε ότι η ιδιωτική ασφάλιση αφορά όσους θέλουν να εξασφαλίσουν το μέλλον τους και να αναβαθμίσουν την ποιότητα της ζωής τους. Δηλαδή, τους πάντες.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ έλληνας πολίτης που να μην τον έχει πλησιάσει κάποιος ασφαλιστικός σύμβουλος με σκοπό να τον πείσει πως η ιδιωτική ασφάλιση είναι αναγκαίο αγαθό. Του λέει ότι η ιδιωτική ασφάλιση είναι συμπληρωματική, αποδίδει περισσότερο από την απλή αποταμίευση, εξασφαλίζει το μέλλον το δικό του και των παιδιών του και, το σημαντικότερο, μπορεί να τον βγάλει από το άγχος του απρόοπτου. Ολα αυτά τα επιχειρήματα αληθεύουν. Πράγματι η ιδιωτική ασφάλιση έρχεται να καλύψει με το αζημίωτο βέβαια τους κινδύνους που κρύβει η ζωή.
Το ερώτημα ενδεχομένως που θα περάσει από το μυαλό όλων είναι πόσοι από τους ανθρώπους που πωλούν ασφάλειες είναι και οι ίδιοι ασφαλισμένοι. «Είναι κανόνας» λένε οι εκπρόσωποι των ασφαλιστικών εταιρειών. «Ο καλός ασφαλιστής, αυτός δηλαδή που διακρίνεται για τον αριθμό των συμβολαίων που κλείνει, συνήθως γνωρίζει πολύ καλά τη χρησιμότητα της ιδιωτικής ασφάλισης διότι είναι και ο ίδιος ασφαλισμένος. Αν, για παράδειγμα, ο ασφαλιστής δεν πιστεύει στον θεσμό και απλώς προσπαθεί να πουλήσει, αυτό γίνεται αμέσως αντιληπτό».
Το δεύτερο ερώτημα που εύλογα τίθεται στον απλό καταναλωτή ασφαλιστικών προϊόντων είναι αν τα ίδια τα στελέχη των εταιρειών έχουν ασφαλιστικές καλύψεις και, αν ναι, τι είδους. Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, «Το Βήμα» ρώτησε πέντε στελέχη ασφαλιστικών εταιρειών αν έχουν αποδείξει και στην πράξη πως είναι υπέρ του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης.
Ακριβά τα «διαζύγια» με τις ασφαλιστικές
Ας υποθέσουμε ότι ένας ασφαλισμένος δεν είναι ικανοποιημένος από τις παροχές και τις καλύψεις του ασφαλιστηρίου του και αποφασίζει να αλλάξει εταιρεία. Πόσο τον συμφέρει; «Δεν τον συμφέρει καθόλου» απαντά ευθέως ο κ. Ιωάννης Κοσμέας, διευθυντής Μελετών και Αναλογιστικής της Αγροτικής Ασφαλιστικής αλλά και σύμβουλος του υπουργείου Ανάπτυξης επί θεμάτων ασφαλιστικής αγοράς. Ο ίδιος εξηγεί: «Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι ένας ιδιωτικός υπάλληλος 40 ετών αποφασίζει να ακυρώσει το συνταξιοδοτικό του συμβόλαιο, το οποίο μέχρι στιγμής έχει μόλις πέντε χρόνια ζωής, και λήγει στα 65 έτη του ασφαλισμένου. Στο διάστημα αυτό έχει καταβάλει συνολικά στην εταιρεία ασφάλιστρα ύψους 750.000 δρχ. (150.000 ανά έτος). Το ποσό που θα πάρει τελικά στα χέρια του και το οποίο θα πρέπει εν συνεχεία να “καταβάλει” σε άλλη ασφαλιστική εταιρεία υπολογίζεται ότι θα ανέρχεται στις 250.000 δρχ. (!)».
Αφού λοιπόν ο ασφαλισμένος δεν έχει να κερδίσει τίποτε από την αλλαγή εταιρείας, γιατί το φαινόμενο είναι αρκετά συχνό στην αγορά; «Από την ελληνική εμπειρία προκύπτει ότι κανένας πελάτης ασφαλιστικής εταιρείας δεν αποφασίζει από μόνος του να εγκαταλείψει την εταιρεία με την οποία συνεργάζεται. Από την ελληνική εμπειρία προκύπτει ότι το φαινόμενο αυτό συνήθως συμβαίνει κατόπιν προτροπής των ασφαλιστικών συμβούλων» λέει ο κ. Κοσμέας.
Το μέχρι πρότινος πολύ διαδομένο φαινόμενο της «μετατροπής» ή καλύτερα της ακύρωσης των συμβολαίων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις προτροπές των ασφαλιστών οι οποίοι όταν αλλάζουν εταιρεία φροντίζουν να πάρουν μαζί και τους πελάτες τους. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καταναλωτές που λαμβάνουν από μόνοι τους τέτοιου είδους «ριψοκίνδυνες» αποφάσεις. Συνήθως οι καταναλωτές συνηγορούν σε τέτοιες κινήσεις εξαιτίας της άγνοιας που ενδέχεται να τους χαρακτηρίζει για το συγκεκριμένο θέμα. «Ο καταναλωτής θα πρέπει να γνωρίζει ότι η ακύρωση του ασφαλιστηρίου και η μετάβαση του ασφαλισμένου σε άλλη εταιρεία είναι διαδικασία που προβλέπεται μεν, αλλά δεν έχει καμία απολύτως χρησιμότητα, εκτός βέβαια αν ο ασφαλισμένος έχει την πληροφόρηση ότι η εταιρεία με την οποία συνεργάζεται πρόκειται να κλείσει ή δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της» σημειώνει ο κ. Κοσμέας.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι εκείνος που θίγεται περισσότερο από την ακύρωση της ασφαλιστικής σύμβασης είναι κυρίως ο ασφαλισμένος και κατά δεύτερο λόγο η εταιρεία που χάνει τον πελάτη.
Σύμφωνα με τον κ. Κοσμέα, τα αντικίνητρα για την αλλαγή ασφαλιστικής εταιρείας είναι πολλά και συγκεκριμένα. Πρώτον, ο ασφαλισμένος δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάει ότι δεν είναι δυνατή η μεταφορά αποθεμάτων από εταιρεία σε εταιρεία. «Μπορεί να ακούγεται παράλογο» εξηγεί ο κ. Κοσμέας «ωστόσο πολλοί είναι οι ασφαλισμένοι που πιστεύουν ότι αλλάζοντας εταιρεία μπορούν να πάρουν μαζί τους το κεφάλαιο που είχε σχηματιστεί στην εταιρεία με την οποία συνεργάζονταν μέχρι πρότινος».
Δεύτερο στοιχείο το οποίο καθορίζει το κόστος που προκύπτει για τον ασφαλισμένο σε περίπτωση αλλαγής εταιρείας είναι οι νέοι όροι που θα συναντήσει στην επιχείρηση με την οποία θα αρχίσει συνεργασία, αφού ο καθορισμός του ασφαλίστρου θα εξαρτηθεί από την τρέχουσα ηλικία του ασφαλισμένου. Αυτό σημαίνει ότι όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία του τόσο περισσότεροι και οι κίνδυνοι, επομένως και το ύψος του ασφαλίστρου. «Η ηλικία του ασφαλισμένου παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στον υπολογισμό του ασφαλίστρου, διότι έχει να κάνει με τη φυσική κατάσταση, την υγεία του και, επομένως, τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένος και τους οποίους η ασφαλιστική εταιρεία καλείται να καλύψει. Είναι μάλιστα πολύ πιθανόν τη χρονική στιγμή που ο ασφαλισμένος επιλέξει να αλλάξει ασφαλιστική εταιρεία να έχει αλλάξει η κατάσταση της υγείας του και συνεπώς οι ασφαλιστικοί όροι».
Εννοείται ότι σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος επιθυμεί την ακύρωση του συμβολαίου του θα πρέπει προηγουμένως να εξαγοράσει το συμβόλαιο το οποίο έτρεχε. Αυτό σημαίνει πως το κεφάλαιο από το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα το οποίο θα πάρει στα χέρια του ο ασφαλισμένος μετά την εξαγορά θα είναι αρκετά μικρότερο από αυτό που θα έχει στο μεταξύ σχηματιστεί στον λογαριασμό του. Είναι γνωστό πως ανάλογα με το έτος κατά το οποίο πραγματοποιείται η εξαγορά του ασφαλιστηρίου, προβλέπεται η παρακράτηση ενός ποσοστού του κεφαλαίου. Σύμφωνα με τα ισχύοντα, όσο πιο αργά πραγματοποιηθεί μια εξαγορά τόσο πιο μικρή είναι και η «ποινή». Σε περίπτωση μάλιστα που ο ασφαλισμένος είναι αποφασισμένος να αλλάξει εταιρεία και επιδιώξει να ακυρώσει το συμβόλαιό του προτού αυτό συμπληρώσει τα τρία έτη ισχύος διάστημα κατά το οποίο δεν μπορεί να γίνει εξαγορά , τότε θα χάσει το σύνολο των χρημάτων που είχε καταβάλει ως εκείνη την στιγμή ως ασφάλιστρα.
«Ιδιαίτερα όταν το πρόγραμμα είναι αποταμευτικό και ο ασφαλισμένος αποφασίσει να το ακυρώσει στο “νεκρό” διάστημα των τριών ετών, θα πρέπει να γνωρίζει εκ των προτέρων ότι α) θα χάσει τα χρήματα που έχει δώσει, β) στην καινούργια εταιρεία στην οποία θα απευθυνθεί θα πληρώσει υψηλότερο ασφάλιστρο και γ) ότι θα ξεκινήσει από την αρχή, αφού και στην καινούργια εταιρεία θα χρειαστεί να περάσουν άλλα τρία χρόνια για να τεθούν σε εφαρμογή οι καλύψεις.



