Ο δανεισμός επ’ ενεχύρω είναι ένας από τους πιο παλιούς τρόπους δανεισμού. Κάποτε, μάλιστα, όταν δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη η τραπεζική αγορά, αυτή η μορφή δανεισμού ήταν και η πιο διαδεδομένη. Οποιος είχε άμεση ανάγκη χρημάτων πήγαινε στα ενεχυροδανειστήρια ή στα «σαράφικα» της εποχής και εναποθέτοντας κάποιο πολύτιμο αντικείμενο έπαιρνε μετρητά. Οταν επέστρεφε τα χρήματα με τον συμφωνημένο τόκο παρελάμβανε και το αντικείμενο που είχε δώσει ως ενέχυρο. Το ενέχυρο ήταν η διασφάλιση του δανείζοντος απέναντι στον δανειολήπτη.


Παρά την εισβολή των σύγχρονων τραπεζικών προϊόντων στη ζωή μας, τα ενεχυροδανειστήρια δεν έχουν εξαφανισθεί. Οποιαδήποτε στιγμή θέλετε μπορείτε να δανεισθείτε χρήματα αφήνοντας ως ενέχυρο οποιοδήποτε κινητό περιουσιακό στοιχείο σας ­ αυτοκίνητο, μηχανάκι, κοσμήματα, τηλεόραση, βίντεο, ακόμη και… χρυσά δόντια γίνονται δεκτά από τους ιδιώτες ενεχυροδανειστές ως ενέχυρο για τη διασφάλιση των δανειζομένων χρημάτων. Οι σελίδες με τις μικρές αγγελίες των εφημερίδων είναι γεμάτες από αναγγελίες διαφόρων γραφείων που προσφέρουν τέτοιου είδους δανειοδότηση.


Σύμφωνα με στοιχεία της Γενικής Αστυνομικής Διευθύνσεως Αττικής, στο Λεκανοπέδιο λειτουργούν με άδεια 84 ενεχυροδανειστήρια ενώ εκτιμάται ότι είναι υπερδιπλάσιος ο αριθμός αυτών που λειτουργούν παράνομα. Οι ενδιαφερόμενοι, ανάλογα με το ποσόν που χρειάζονται, έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ του Κρατικού Ενεχυροδανειστηρίου και των διαφόρων άλλων τα οποία δραστηριοποιούνται από ιδιώτες στην ελεύθερη αγορά.


Ενώ στην Πεσμαζόγλου, όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του Κρατικού Ενεχυροδανειστηρίου, τα πράγματα είναι ξεκαθαρισμένα, στην ελεύθερη αγορά το τοπίο φαίνεται να είναι θολό.


Εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι ο συναλλασσόμενος δύσκολα μπορεί να πιστοποιήσει τη φερεγγυότητα του γραφείου με το οποίο θα συνεργασθεί αν δεν το έχει χρησιμοποιήσει ξανά. Παρ’ όλο που υπάρχουν φερέγγυες και αξιοπρεπείς επιχειρήσεις, στη διαδικασία αυτή εμπλέκονται και πολλοί που λειτουργούν πέρα από τα όρια της παρανομίας. Η προθυμία δεν περισσεύει όταν ζητήσει κανείς πληροφορίες από το τηλέφωνο: «Ποιος είστε, τι ακριβώς θέλετε, αυτά τα πράγματα δεν συζητιούνται από το τηλέφωνο, ελάτε να τα πούμε από κοντά» είναι οι συνηθέστερες απαντήσεις που θα συναντήσει όποιος προσπαθήσει να πάρει πληροφορίες. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που οι υπεύθυνοι είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν περισσότερα πράγματα, ο ενδιαφερόμενος θα διαπιστώσει ότι βρίσκεται μπροστά σε «χοντρές» περιπτώσεις τοκογλυφίας αφού τα μηνιαία επιτόκια που θα συναντήσει κανείς στην αγορά κυμαίνονται από 5% ως και 20%, δηλαδή από δύο ως δέκα φορές παραπάνω από όσο ορίζει ο νόμος για τις συμβάσεις ιδιωτικού δανείου.


Ο ανώτατος νόμιμος τόκος που ισχύει βάσει του προεδρικού διατάγματος ΤΕ 2428/8.1.1998 για τις συμβάσεις ιδιωτικού δανείου είναι 25% ετησίως ενώ το ύψος τους διαμορφώνεται από τον δανειστή ανάλογα με το πόσο άμεση φαίνεται να είναι η ανάγκη του δανειζομένου.


Τα μετρητά που παίρνει κανείς στο χέρι στην καλύτερη περίπτωση αναλογούν στο μισό της αξίας του αντικειμένου που ενεχυριάζει. Στις περιπτώσεις όπου το ενέχυρο είναι αυτοκίνητο ή μηχανή, απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνουν αποδεκτά είναι η παλαιότητά τους να μην ξεπερνά τα επτά χρόνια. Οσοι αποφασίσουν να αφήσουν ως ενέχυρο το αυτοκίνητο ή τη μηχανή τους θα τους ζητηθεί αντίγραφο της φορολογικής τους δήλωσης όπου θα πρέπει να φαίνεται ότι το αυτοκίνητο ή η μηχανή είναι δηλωμένα, η άδεια κυκλοφορίας, ταυτότητα και βεβαίωση πληρωμής των τελών κυκλοφορίας. Η επόμενη κίνηση είναι η υπογραφή πληρεξουσίου πώλησης το οποίο έχει ισχύ αμέσως μετά την εκπνοή της χρονικής περιόδου όπου ο δανειζόμενος έχει συμφωνήσει με τον δανειστή την αποπληρωμή του δανείου. Το αυτοκίνητο παρακρατείται από τον δανειστή και φυλάσσεται σε γκαράζ του οποίου τα έξοδα ανέρχονται κατά περίπτωση από 20.000 ως 30.000 δρχ. τον μήνα και επιβαρύνουν τον δανειζόμενο.


Στην πράξη όμως τα πράγματα είναι αρκετά χειρότερα. Χαρακτηριστική η περίπτωση του κ. Γ. Χ., σερβιτόρου, κατοίκου Βριλησίων. «Πριν από ένα χρόνο βρέθηκα σε μεγάλη ανάγκη μετρητών και έτσι κατέφυγα σε ένα ενεχυροδανειστήριο στο κέντρο το οποίο βρήκα μέσα από αγγελίες. Το ποσόν που χρειαζόμουν ήταν 1.000.000 δρχ. για δύο μήνες. Αφησα ως ενέχυρο το αυτοκίνητό μου μάρκας Τογιότα Στάρλετ εμπορικής αξίας τότε 2.200.000 δρχ. Το ποσόν που έπρεπε να επιστρέψω ήταν 1.400.000 δρχ. Δύο μέρες προτού εκπνεύσει η προθεσμία πήγα να επιστρέψω τα χρήματα, ο αρμόδιος με διάφορα προσχήματα δεν εμφανίστηκε και όταν ξεπεράστηκε το όριο των δύο μηνών μου ανακοίνωσαν ότι είχα αργήσει και το αυτοκίνητό μου είχε δοθεί προς πώληση». Η εμπειρία της αγοράς λέει ότι τα ενεχυροδανειστήρια με τους τρόπους που διασφαλίζουν τα χρήματά τους σε καμία περίπτωση δεν χάνουν.


Επάγγελμα …σαράφης Πώς δίνονται οι άδειες λειτουργίας ενεχυροδανειστηρίου


Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαδικασία έκδοσης άδειας ενεχυροδανειστή. Βάσει της αστυνομικής διάταξης υπ’ αριθμ. 5-1996, αρμόδιες αρχές για την έκδοση των αδειών αυτών είναι οι Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις. Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά είναι: αίτηση του ενδιαφερομένου, επικυρωμένη φωτοτυπία της ταυτότητας, τρεις πρόσφατες φωτογραφίες τύπου διαβατηρίου, αντίγραφο ποινικού μητρώου «δικαστικής χρήσης» του οποίου η ημερομηνία έκδοσης δεν απέχει πέραν του τριμήνου από την ημερομηνία υποβολής του (το δικαιολογητικό αυτό εκδίδεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου και διαβιβάζεται στην Αστυνομία υπηρεσιακά μέσω της αρμόδιας δικαστικής αρχής), πιστοποιητικό εισαγγελίας του τόπου κατοικίας του ενδιαφερομένου από το οποίο διαπιστώνεται ότι ο ενδιαφερόμενος δεν έχει παραμεμφθεί σε δίκη για οικονομικά κυρίως αδικήματα, για λαθρεμπορία και για παραβάσεις του νόμου περί αρχαιοτήτων. Ακόμη απαιτείται βεβαίωση της οικείας ΔΟΥ ότι ο υποψήφιος ενεχυροδανειστής έχει κάνει έναρξη επαγγέλματος και έγγραφο με το οποίο αποδεικνύεται η νόμιμη χρήση του χώρου στον οποίο θα λειτουργήσει το κατάστημα. Το έγγραφο αυτό είναι ή ο τίτλος ιδιοκτησίας ή το μισθωτήριο συμβόλαιο.


Για το πιστοποιητικό εισαγγελίας, το οποίο είναι και το πιο ουσιώδες, ο υπεύθυνος για την έκδοση των αδειών υπαστυνόμος κ. Χ. Παναγιώτου που ανήκει στην Υποδιεύθυνση Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας, αρμόδια για την έκδοση των αδειών αυτών, επισημαίνει: «Το πιστοποιητικό εισαγγελίας μάς ενημερώνει για τις περιπτώσεις όπου οι ενδιαφερόμενοι εχουν καταδικαστεί ή κατηγορηθεί και εκκρεμεί η δίκη τους. Επειδή όμως δεν υπάρχει ενιαία μηχανοργάνωση στα Πρωτοδικεία της χώρας, αδυνατούν να μας χορηγήσουν το πιστοποιητικό αυτό. Π.χ., αν κάποιος έχει παραπεμφθεί στο Πρωτοδικείο Κοζάνης, αυτό δεν είναι γνωστό στην Αθήνα. Το μόνο πιστοποιητικό που χορηγούν μας ενημερώνει ότι ο ενδιαφερόμενος δεν είναι φυγόποινος, πληροφορία η οποία δεν εχει ουσιαστική αξία».


Αξιοσημείωτη είναι η ποινή που προβλέπει ο νόμος για όσους ασκούν το επάγγελμα του ενεχυροδανειστή χωρίς άδεια. Κατά τον νόμο, η ελλειψη άδειας για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας είναι πταίσμα και τιμωρείται με αντίστοιχες προβλεπόμενες κυρώσεις οι οποίες στη χειρότερη περίπτωση είναι επιβολή διοικητικού προστίμου από 10.000 ως 200.000 δρχ. και κράτηση από μία ως 30 ημέρες οι οποίες είναι εξαγοράσιμες.


Τα ενεχυροδανειστήρια βάσει του άρθρου 3 της αστυνομικής διάταξης που επιτρέπει τη λειτουργία τους είναι υποχρεωμένα να τηρούν βιβλίο στο οποίο καταχωρίζονται με αύξοντα αριθμό όλα τα στοιχεία για τις αγοραπωλησίες και τις ενεχυριάσεις που κάνουν. Αναλυτικότερα, στην αριστερή σελίδα του βιβλίου καταχωρίζονται ο αύξων αριθμός της συναλλαγής, το είδος της συναλλαγής αν πρόκειται για αγορά ή ενεχυρίαση, η ακριβής χρονολογία που έγινε η πράξη, τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας του αντισυμβαλλομένου, η ακριβής περιγραφή των αντικειμένων όπου αναφέρονται αναλυτικά η μάρκα, το μοντέλο και ό, τι αλλο προσδιορίζει με σαφήνεια το αντικείμεν ­ αν πρόκειται για κοσμήματα, το είδος τους, η περιεκτικότητα σε καράτια και το βάρος τους σε γραμμάρια. Τέλος, η υπογραφή του ενεχυριαστή. Στη δεξιά σελίδα του βιβλίου καταχωρίζονται όλα εκείνα τα στοιχεία που αφορούν τη μετέπειτα διάθεση των αντικειμένων, δηλαδή την πώλησή τους ή την απόδοση του ενεχύρου ­ όπου αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του αντισυμβαλλομένου, η ακριβής χρονολογία που έγινε η πράξη και η υπογραφή του αγοραστή ή ενεχυριαστή. Ο νόμος δικαιολογεί τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή όταν από αυτόν προκύπτουν τα προαναφερόμενα στοιχεία.


Πώς δίνει λεφτά το κράτος


Η μόνη αξιόπιστη παρουσία στον χώρο των ενεχυροδανειστηρίων είναι το Κρατικό Ενεχυροδανειστήριο, αλλά τα χρήματα που μπορεί να δανεισθεί κανείς μέσω αυτής της οδού δεν μπορούν να ξεπεράσουν τις 300.000 δρχ. Το Κρατικό Ενεχυροδανειστήριο, που ανήκει στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, αποδέχεται μόνο κοσμήματα, ρολόγια, φωτογραφικές μηχανές, ασημικά και βιντεοκάμερες. Για όλα δε τα αντικείμενα δίνει ως δάνειο τα δύο τρίτα της εκτιμηθείσας αξίας τους με ανώτερο ποσόν τις 300.000 δρχ. Ετσι, κάποιος που θέλει να δανεισθεί 300.000 δρχ. θα πρέπει να καταθέσει αντικείμενα αξίας τουλάχιστον 450.000 δρχ. Αν πάλι η αξία του αντικειμένου που κατατίθεται καθορισθεί από το Ενεχυροδανειστήριο στο 1 εκατ. δρχ., ο δανειζόμενος μπορεί να πάρει μόνο το ανώτατο όριο, που είναι 300.000 δρχ., ανεξαρτήτως αν τα δύο τρίτα του 1 εκατ. ξεπερνούν το ποσόν αυτό.


Οπως εξηγεί ο διευθυντής του Ενεχυροδανειστηρίου κ. Β. Μπεργελές, «η διάρκεια του δανείου αρχικά είναι τρίμηνη, με τόκο τριμήνου 3,75%. Οι άλλες επιβαρύνσεις που υπάρχουν είναι: το χαρτόσημο 3,6%, το οποίο υπολογίζεται πάνω στο λαμβανόμενο ποσόν, και πέντε τοις χιλίοις, που αντιστοιχεί στα φύλακτρα. Οι τόκοι και οι υπόλοιπες επιβαρύνσεις προκαταβάλλονται με την ανάληψη του δανείου. Π.χ., για το ανώτερο αναλήψιμο ποσόν των 300.000 δρχ. ο ενδιαφερόμενος θα πάρει στο χέρι 276.000 δρχ. Ο δανειζόμενος έχει τη δυνατότητα να επιμηκύνει κατά τρία ακόμη τρίμηνα την καταβολή της οφειλής του, επιβαρυνόμενος με τόκο υπερημερίας ο οποίος αντιστοιχεί σε 1% το τρίμηνο».


Ωστόσο το Κρατικό Ενεχυροδανειστήριο σιωπηρά και κατά περίπτωση μπορεί να δανείσει ως και 600.000 δρχ. Αυτό μπορεί να γίνει με τη συγκατάθεση των υπευθύνων λόγω μεγάλης ανάγκης του ενδιαφερομένου ή αν οικείο πρόσωπο του ενδιαφερομένου ενεχυριάσει άλλο αντικείμενο ανοίγοντας μια διαφορετική καρτέλα, οπότε συνάπτει δύο δάνεια. Πάντως η διοίκηση του νεχυροδανειστηρίου σκέπτεται να αυξήσει το επίσημο όριο δανειοδότησης στις 500.000 δρχ.


Ενδιαφέρον για τους συναλλασσομένους έχει η διαφορά που φαίνεται να υπάρχει σε ό, τι αφορά το κόστος ενός προσωπικού δανείου ύψους 600.000 δρχ. που θα πάρει κάποιος από μια τράπεζα σε σύγκριση με αυτό που προκύπτει για τον δανεισμό μέσω του Ενεχυροδανειστηρίου.


Ο κ. Μπεργελές εξηγεί: «Η διαφορά αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι στο μεν τραπεζικό δάνειο οι δόσεις είναι τοκοχρεολυτικές, δηλαδή ο δανειζόμενος πρέπει να πληρώνει τόκους και κεφάλαιο, ενώ στο Ενεχυροδανειστήριο ο δανειζόμενος στις δόσεις πληρώνει μόνο τον τόκο. Αναλυτικότερα, για ένα δάνειο επί ενεχύρω κεφαλαιακής αξίας 600.000 δρχ. διαρκείας ενός έτους με ετήσιο επιτόκιο 15% η δόση τριμήνου ανέρχεται σε 22.500 δρχ. Το ποσόν αυτό αφορά μόνο τόκους αφού το κεφάλαιο, δηλαδή τις 600.000 δρχ., θα το πληρώσει ο δανειζόμενος στην τελευταία δόση. Στο αντίστοιχο δάνειο από μια τράπεζα με ετήσιο επιτόκιο 21%, συν 1,2% εισφορά του Ν. 128 και 3% ΕΦΤΕ, η δόση τριμήνου ανέρχεται στις 172.000 δρχ. περίπου, όπου περιλαμβάνονται τόκος και κεφάλαιο. Ο τόκος που πληρώνεται κάθε τρίμηνο ανέρχεται στις 22.000 δραχμές».


Μετά την παρέλευση και του τελευταίου τριμήνου, αν ο καταθέτης δεν έχει τακτοποιήσει την οφειλή του το Ενεχυροδανειστήριο με έγγραφη ειδοποίηση τον ενημερώνει ότι θα βγάλει σε πλειστηριασμό το ενεχυριασθέν αντικείμενο. Αν κατά τη διάρκεια του πλειστηριασμού το αντικείμενο πωληθεί σε τιμή μεγαλύτερη από αυτήν του δανείου του καταθέτη, το Ενεχυροδανειστήριο κρατεί το ποσόν του δανείου, τους ως εκείνη τη στιγμή τόκους και τις λοιπές επιβαρύνσεις και επιστρέφει το υπόλοιπο ποσόν στον καταθέτη ενημερώνοντάς τον εγγράφως.


Στην περίπτωση που ο δανειζόμενος έχει καταθέσει περισσότερα από ένα αντικείμενα, κατά τη διάρκεια του πλειστηριασμού αν το ποσόν του δανείου καλυφθεί μόνο από το ένα αντικείμενο το Ενεχυροδανειστήριο επιστρέφει τα υπόλοιπα στον καταθέτη. Ο κ. Μπεργελές σημειώνει: «Το Κρατικό Ενεχυροδανειστήριο προσφέρει αξιοπιστία στον συναλλασσόμενο. Οι εκτιμητές είναι έμπειροι χρυσοχόοι, μόνιμοι υπάλληλοι του Ενεχυροδανειστηρίου. Οι εκτιμήσεις των κοσμημάτων γίνονται με βάση την αξία του υλικού από το οποίο είναι κατασκευασμένα. Η αξία του κοσμήματος που προκύπτει από τον σχεδιασμό του ή την επωνυμία του δεν εκτιμάται. Ο καταθέτης έχει δυνατότητα μιας μόνο συναλλαγής με το Ενεχυροδανειστήριο. Δεν δικαιούται το χρονικό διάστημα που είναι δεσμευμένος με ένα δάνειο να συνάψει και ένα δεύτερο ενεχυριάζοντας διαφορετικό αντικείμενο».


Οι πλειστηριασμοί γίνονται καθε Κυριακή στην αίθουσα του Κρατικού Ενεχυροδανειστηρίου στην οδό Πεσμαζόγλου. Δυνατότητα συμμετοχής έχει οποιοσδήποτε, και το κοινό ενημερώνεται μέσω καταστάσεων που αναρτώνται στην αίθουσα του Ενεχυροδανειστηρίου όπου περιγράφονται τα πλειστηριαζόμενα είδη. Η επιτροπή που κάνει τον πλειστηριασμό είναι εννεαμελής και απαρτίζεται από ανώτερα διευθυντικά στελέχη του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, μόνιμους υπαλλήλους εκτιμητές του Ενεχυροδανειστηρίου και λογιστές. Εκτός από την Αθήνα, κρατικά ενεχυροδανειστήρια λειτουργούν στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη, ενώ σύντομα πρόκειται να λειτουργήσει και στην Πάτρα.


Τα δάνεια της παρανομίας …και ο απροστάτευτος πολίτης



Ολη η διαδικασία των δανείων με ενέχυρο καλύπτεται από άρθρα του αστικού κώδικα χωρίς όμως να υπάρχει ένα ενιαίο νομικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη λειτουργία τους. Οπως επισημαίνει ο δικηγόρος κ. Κ. Ζαχαρόπουλος, «οι περισσότεροι συναλλασσόμενοι με ενεχυροδανειστήρια έχουν άγνοια των νόμων που διέπουν αυτές τις συναλλαγές. Πάνω στην ανάγκη τους να εξυπηρετηθούν, δεν ζητούν να ενημερωθούν για τα δικαιώματά τους, τις υποχρεώσεις τους και τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσουν ώστε να αποφύγουν τις παγίδες που δυστυχώς υπάρχουν. Οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν παραβάσεις του νόμου για τη σύσταση και απόσβεση του ενεχύρου και τις υποχρεώσεις του δανειστή.


Η σύσταση του ενεχύρου απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Το άρθρο 1211 του Αστικού Κώδικα προβλέπει μεταξύ άλλων ότι η συμφωνία για τη σύσταση ενεχύρου πρέπει να γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό συμφωνητικό όπου προσδιορίζεται με ακρίβεια πότε ο δανειζόμενος πήρε τα χρήματα, πότε πρέπει να τα επιστρέψει καθώς και οι οικονομικοί όροι της συναλλαγής. Στην περίπτωση του συμβολαιογραφικού εγγράφου ο δανειστής είναι απόλυτα καλυμμένος διότι το συμβόλαιο είναι δημόσιο έγγραφο. Το ιδιωτικό συμφωνητικό όμως για να καλύψει επαρκώς τον δανειζόμενο πρέπει να επικυρωθεί από την αστυνομία. Στην περίπτωση αυτή, η παγίδα κρύβεται στην παραβίαση εκ μέρους του δανειστή του χρόνου που έχει συμφωνηθεί για την αποπληρωμή του δανείου και την επιστροφή του αντικειμένου, οπότε εκποιείται νωρίτερα το αντικείμενο».


Ο δανειστής έχει υποχρέωση να φυλάσσει το αντικείμενο που του δόθηκε ως ενέχυρο.


Το άρθρο 1224 του Αστικού Κώδικα αναφέρει ότι, εκτός από τη φύλαξη, ο ενεχυροδανειστής είναι υποχρεωμένος από τον νόμο να μη χρησιμοποιεί ή δίνει ο ίδιος σε άλλον για ενέχυρο (μετενεχυριάζει) το αντικείμενο που του δόθηκε χωρίς την έγκριση του δανειζομένου. Πολλές φορές έχει διαπιστωθεί η μετανάστευση ενεχύρου, όπου και χάνονται τα ίχνη του. Για τις διάφορες παραβάσεις των υποχρεώσεων του δανειστή ο νόμος μέσω του άρθρου 1226 του Αστικού Κώδικα προβλέπει ότι, αν ο δανειστής «προσβάλει τα δικαιώματα του ενεχυριαστή», αυτός μπορεί να απαιτήσει την παράδοση του αντικειμένου σε έναν άλλον τρίτο (μεσεγγυούχο) ο οποίος διορίζεται από το δικαστήριο. Η άλλη επιλογή που δίνει ο νόμος είναι να απαιτήσει ο δανειζόμενος τη δημόσια κατάθεση του αντικειμένου. Η δαπάνη δε αυτής της διαδικασίας επιβαρύνει τον δανειστή.


Για τους όρους της απόσβεσης του ενεχύρου το άρθρο 1243 του Αστικού Κώδικα προβλέπει ότι η απόσβεση του ενεχύρου επέρχεται κυρίως από την εξάλειψη της απαίτησης λόγω της οποίας είχε συσταθεί, από την απόδοση του αντικειμένου από τον δανειστή στον δανειζόμενο, από δήλωση του δανειστή προς τον καταθέτη του αντικειμένου (ενεχυριαστή) ότι παραιτείται από το ενέχυρο και στην περίπτωση κατά την οποία ο δανειστής με αγορά θέλει να αποκτήσει την κυριότητα του αντικειμένου που είχε ως ενέχυρο.


Οι συναλλασσόμενοι χρήσιμο είναι να έχουν υπόψη τους το άρθρο 1230 του Αστικού Κώδικα που αναφέρεται στην «ευκαιρία για επωφελή πώληση». Κατά τον νόμο, ο ενεχυροδανειστής και πριν από τη λήξη του χρέους έχει το δικαίωμα, αν του παρουσιασθεί ευκαιρία για συμφέρουσα για αυτόν πώληση του αντικειμένου, να ζητήσει από το δικαστήριο την άδεια να το πουλήσει. Το δικαστήριο ορίζει τους όρους της πώλησης και την κατάθεση του τιμήματος.


Ερωτήματα για τη νομιμότητα της λειτουργίας των ενεχυροδανειστηρίων δημιουργεί ο Ν. 2076/92 περί τραπεζών, όπου το άρθρο 4 αναφέρει ότι «απαγορεύεται σε πρόσωπα ή σε επιχειρήσεις που δεν αποτελούν πιστωτικά ιδρύματα η κατ’ επάγγελμα αποδοχή καταθέσεων χρημάτων ή άλλων αξιών από το κοινό, καθώς και η κατ’ επάγγελμα χορήγηση δανείων». Ο ίδιος νόμος επιτρέπει «τη λήψη χρημάτων ή άλλων αξιών από επιχειρήσεις που εποπτεύονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά την σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις άσκηση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητος». Αυστηρότατες είναι οι ποινές για τους παραβάτες, οι οποίοι διώκονται ύστερα από έγκληση της Τράπεζας της Ελλάδος και τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης ως τριών ετών και χρηματική ποινή που κυμαίνεται από 5 ως 500 εκατ. δραχμές. Για την ανάμειξη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στις δραστηριότητες των ενεχυροδανειστηρίων ο γενικός γραμματέας της Επιτροπής κ. Γ. Καλλίας επισημαίνει: «Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν εποπτεύει τέτοιου είδους δραστηριότητες, οι οποίες για μας είναι άγνωστες, και δεν έχει καμία ανάμειξη».


Παράνομη είναι η λειτουργία των ιδιωτικών ενεχυροδανειστηρίων, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Αστικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Απ. Γεωργιάδης, ο οποίος δηλώνει: «Ο Ν. 2076/92 περί τραπεζών ορίζει στο άρθρο 4 παρ. 1 και 2 ότι απαγορεύεται η χορήγηση δανείων από πρόσωπα ή επιχειρήσεις που δεν αποτελούν πιστωτικά ιδρύματα. Επομένως, μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου αυτού, με τον οποίο ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο η τρίτη τραπεζική Οδηγία της ΕΕ, καταργήθηκε κάθε διάταξη του εσωτερικού δικαίου εφόσον αντίκειται στον νόμο αυτόν. Επομένως η κατ’ επάγγελμα χορήγηση δανείων από φυσικά πρόσωπα ή και από νομικά πρόσωπα που δεν αποτελούν πιστωτικά ιδρύματα με την έννοια του Ν. 2076/92 απαγορεύεται εκτός των περιπτώσεων που ρητώς προβλέπονται από τον νόμο, π.χ. εταιρείες leasing και factory. Αδιάφορο είναι αν η χορήγηση των δανείων αυτών γίνεται έναντι ενεχύρου ή όχι. Συνεπώς η χορήγηση από την αστυνομία των αδειών λειτουργίας ενεχυροδανειστηρίων, εφόσον δεν στηρίζεται σε ισχύουσες διατάξεις νόμου, δεν είναι νόμιμη. Οι αναφερόμενες δε στο προοίμιο της αστυνομικής διάταξης υπ’ αριθμόν 5-96 (ΦΕΚ 550-9-7-96, τεύχος Β) δεν αποτελούν νομοθετική εξουσιοδότηση για τη χορήγηση τέτοιων αδειών».


Ωσπου να ξεκαθαρισθεί νομικά το τοπίο, οι συναλλασσόμενοι πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι τα ενεχυροδανειστήρια είναι κερδοσκοπικές επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρουν «ζεστό χρήμα» σε άγνωστους πελάτες. Ως εκ τούτου προσπαθούν να καλύψουν το ρίσκο τους όσο καλύτερα μπορούν και να κερδίσουν όσο περισσότερα γίνεται. Προτού ο συναλλασσόμενος καταφύγει σ’ αυτή τη «δύσκολη αγορά» για να αποκτήσει τη ρευστότητα που του λείπει, πρέπει να είναι ενημερωμένος για τους τρόπους με τους οποίους ο ίδιος θα καλύψει τα συμφέροντά του. Στην περίπτωση που διαπιστώσει ότι οι όροι με τους οποίους θα δανεισθεί απέχουν πολύ από αυτούς που ισχύουν στην αγορά, είναι καλύτερα να αναζητήσει διαφορετικό τρόπο δανειοδότησης.