Ο αλλόκοτα μυώδης νεαρός άντρας με το καλοραμμένο κοστούμι, που ήταν έτοιμο να ξηλωθεί από την πίεση του περιεχομένου του, δημιούργημα του γυμναστηρίου και των αμφεταμινών, κατέβηκε από το πολυτελές αυτοκίνητό του, στην άκρη της λεωφόρου Ποσειδώνος. Παραμέρισε τον κόσμο που συνωστιζόταν στην είσοδο του κέντρου και αφού έκανε ένα κοφτό «νεύμα» στον μετρ κατευθύνθηκε στο γραφείο του ιδιοκτήτη. Εκείνος έντρομος έσπευσε να τον υποδεχθεί με το πιο πλατύ χαμόγελο του και χωρίς δεύτερο λόγο έβγαλε από ένα συρτάρι μια δεσμίδα χαρτονομίσματα.


Το νυκτερινό κέντρο παρά θιν αλός αποτιμάται 200.000 δρχ. εβδομαδιαίως. Το ταπεινό μπαρ στην πίσω πλευρά της λεωφόρου Ποσειδώνος οφείλει χρέος 100.000 δρχ., σε λογική τιμή, το επταήμερο. Το περίπτερο στο μεγάλο πέρασμα υποχρεούται να καταβάλει 30.000 ως 50.000 δρχ. το ίδιο χρονικό διάστημα…


Τουλάχιστον 20 δολοφονίες τιμωρίας των ανυπάκουων «πελατών» και εξόντωσης των αντίπαλων συμμοριών καταγράφονται στην πολύχρονη παρουσία των μαφιόζων της αιγιαλίτιδας ζώνης, μεταξύ Πειραιά και Αναβύσσου…


Η μαφία της παραλιακής διαθέτει σήμερα περίπου 30 – 40 εισπράκτορες και ισάριθμους ενδιάμεσους, που λειτουργούν υπό την εποπτεία και την κατεύθυνση των δύο νονών.


Ποιοι είναι αυτοί; Οι «επιβιώσαντες»! Γιατί, όπως διαπιστώνεται από τους αξιωματικούς του Τμήματος Εκβιασμών αλλά και γενικότερα της Ασφάλειας Αττικής, ο χειρότερος εχθρός της μαφίας του αφρού είναι ο ερασιτεχνισμός της, η ανυπακοή των μελών της και η «επιπολαιότητα» των προϊσταμένων του κυκλώματος προστατών, που εμπλέκονται σε εγκληματικές ενέργειες ή εξοντώνονται με περισσή ευκολία από τους πρώην συνεργάτες τους. Ουδείς σεβασμός!


Και εξάλλου ουδέν πέπλο «μυστικότητας». Ολοι, από τη Βούλα ως τη Βουλιαγμένη, ξέρουν για ποιους πρόκειται! Ακόμη και η εν αδρανεία Αστυνομία, που πάντα περιμένει τη διαδικασία «αυτοκάθαρσης»…


Για να γίνει αντιληπτή η μανία «αυτοκαταστροφής» αλλά και η αναλωσιμότητα πολλών μελών της μαφίας, αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και ο σημερινός αρχινονός της παραλιακής θεωρείται στην πιάτσα της παραλίας «τελειωμένος», αφού το όνομα του έχει εμπλακεί στην υπόθεση του «συνδικάτου εκτελεστών» των Β. Σούφλα, Κ. Ανδρεάδη, Σωτ. Κιούση και λοιπών, και αναμένεται σύντομα η σύλληψή του, η εξαφάνισή του ή έστω η απόλυτη αποδυνάμωσή του. Ακολουθώντας τη μοίρα όλων των προκατόχων του στην ιδιότυπη ιεραρχία της σπείρας. Επαληθεύοντας ότι η ιστορία της μαφίας επαναλαμβάνεται ως εγκληματική φάρσα.


Χρόνος εκκίνησης της δράσης της οργανωμένης σπείρας της παραλίας ήταν το 1981 – 1982, όταν δύο μπράβοι ­ ο ένας εξ αυτών εξακολουθεί να είναι εν ενεργεία ­ νυκτερινού κέντρου στην αρχή της λεωφόρου αποφάσισαν να εγκαινιάσουν την επιχείρηση «Προστασία ΑΕ» με παροχή του «αγαθού» της απομάκρυνσης, όσων επιβουλεύονταν την περιουσία των ιδιοκτητών, των λίγων τότε νυκτερινών κέντρων.


Ποιοι ήταν οι «εχθροί» των νυκτερινών κέντρων; Κανείς απολύτως! Ως εκ τούτου πρώτο μέλημά τους ήταν να καταστήσουν, με μηχανισμό απειλών και άσκησης βίας εντός ορίων, απαραίτητο το προσφερόμενο προϊόν. Δηλαδή την προστασία από τον κίνδυνο της προστασίας. Οι κατ’ εκβίαση «ιππότες»…


Σειρά γνωστών ποινικών ανδρώθηκαν στην παραλία και γαλουχήθηκαν στα ιδανικά της παροχής «προστασίας». Ο Αλέκος Κοσμόπουλος, ο Κώστας Δεληκάρης, ο Βασίλης Δαναλάτος, ο Λευτέρης Παναγιωτόπουλος, ο Κώστας Ναστούλης και πολλοί άλλοι εργάσθηκαν αόκνως για τα… ιδανικά και τα κέρδη της μαφίας. Ο Κοσμόπουλος γρήγορα επέκτεινε τις δραστηριότητές του και στο κέντρο της Αθήνας αλλά το 1990 έκανε το μοιραίο λάθος. Σκότωσε μέσα σε τρεις μήνες (25 Ιουλίου ως 25 Οκτωβρίου) τον πρώην πυγμάχο Θεοχάρη Ντουρσιώτη και τον μπράβο Δημήτρη Μανιαβό και πλέον άρχισε γι’ αυτόν η αντίστροφη μέτρηση. Βρίσκεται στις φυλακές Κορυδαλλού και κάποιοι υποστηρίζουν ότι διατηρεί ορισμένους ελεγκτικούς μηχανισμούς και ότι οι συνεργάτες του του αποστέλλουν ακόμη και σήμερα τα ποσοστά του. Εξάλλου γνωστή στα ενδότερα των παρανόμων της άκρης του κύματος είναι η εκδήλωση που είχε διοργανωθεί σε νυκτερινό κέντρο της Αθήνας υπέρ… οικονομικής ενίσχυσης του Κοσμόπουλου! Μια εκδήλωση με την παρουσία πολλών επωνύμων της νύκτας, που έσπευσαν να προσφέρουν τον οβολό τους στον αναξιοπαθούντα!


Το δίδυμο του οπλουργού Βασίλη Δαναλάτου και του Λευτέρη Παναγιωτόπουλου έδρασε στην περίοδο 1990 – 1992 ύστερα από μια σύντομη και αποτυχημένη σχετική δραστηριότητα στη Λαμία. Ο Δαναλάτος θεωρούνταν αδίστακτος, όμως ιδιαίτερα βιαστικός και απρόσεκτος. Διατάραξε τις λεπτές ισορροπίες της παραλιακής, δημιούργησε εχθρότητες και η εμπλοκή του στις δολοφονίες του νονού Κώστα Δεληκάρη και του ψυχιάτρου Ηλία Κοέν, την άνοιξη του 1992, σήμανε το τέλος του…


Ακολούθησε στην προσπάθεια της ανάληψης της επικυριαρχίας στην παραλία ο Γ. Φραγκογιάννης, ο «ευγενής του εγκλήματος», που ξεχώριζε για το στυλ του, τους άψογους τρόπους του αλλά και τις υψηλές απαιτήσεις του από τους καταστηματάρχες. Ο Φραγκογιάννης είχε ανέλθει στο στερέωμα όλης της νυκτερινής Αθήνας και ήταν ο πρώτος ουσιαστικά νονός, με την αυστηρότερη έννοια του όρου.


Τον Γ. Φραγκογιάννη σκότωσε πριν από ένα χρόνο ο ένας και μοναδικός αστυνομικός που εμφανίζεται να παρεμβαίνει στην πολύχρονη δράση των συμμοριών του γιαλού. Και ο οποίος, όπως διαπιστώθηκε στη συνέχεια, είχε έντονα ψυχολογικά προβλήματα! Οι συνάδελφοί του που δεν τα είχαν ελάχιστες φορές παρενέβησαν, έχοντας και την αδυναμία στοιχειοθέτησης σχετικών με αυτές τις πράξεις κατηγορητηρίων. Αντιθέτως…


Σε έρευνα του εισαγγελέα κ. Γ. Γεράκη για τα φαινόμενα διαφθοράς στις τάξεις της ΕΛ.ΑΣ. είχε καταγραφεί σειρά καταγγελίες για παροχή υψηλής προστασίας σε μπαρ της περιοχής της Γλυφάδας από υψηλόβαθμους αξιωματικούς της Ασφάλειας. Δεν μπόρεσε όμως να υπάρξει οποιαδήποτε τεκμηρίωση. Και η συνέχεια…


Ο αδελφός του Γ. Φραγκογιάννη, Βασίλης, ο οποίος ήταν σαφώς πιο προσεκτικός και με δραστηριότητες στα νυκτερινά κέντρα των βορείων προαστίων, και ήδη καταζητούμενος, απέφυγε να συνεχίσει την παρουσία του στο «φέουδο» της παραλίας.


Κληρονόμοι του Γ. Φραγκογιάννη είναι άλλα δύο ηγετικά στελέχη της παράκτιας μαφίας, με διαρκή πολύχρονη παρουσία, οι οποίοι λόγω της απόσυρσης των «κεφαλών» του εγκλήματος έχουν αναδειχθεί στους κορυφαίους καθοδηγητές.


Ο ένας εξ αυτών, όπως προαναφέραμε, βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση, μετά τις επιβαρυντικές καταθέσεις μαρτύρων στην υπόθεση του «συνδικάτου εκτελεστών». Οπως ομολογούν άνθρωποι της νύκτας είχε χάσει κάθε αίσθηση του μέτρου, όταν την περίοδο 1992 – 1994 εμφανίσθηκε στην παραλία ο, με περισσή ευκολία, διαθέσιμος εκτελεστής Βασίλης Σούφλας. Ο εναπομείνας ηγέτης της παραλίας φαίνεται ότι εξάντλησε τις εγκληματικές δυνατότητες του Σούφλα και προχώρησε στις παραγγελίες για την απαλλαγή από κάποιους ανεπιθύμητους. Οπως ο «ανυπάκουος» οικονομικός διευθυντής του κλαμπ «Μερσέντες» Ευάγ. Παρασιάκος, ο οποίος δολοφονήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1993. Δύο εκατομμύρια και «κούρντισμα» του απρόβλεπτου Σούφλα και η δουλειά διεκπεραιωνόταν σαν ό,τι πιο απλό σε αυτόν τον σκληρό κόσμο. Μάλιστα κάποιοι υποστηρίζουν ότι το «αφεντικό» του «συνιστούσε» τον εκτελεστή του (…) και σε άλλους φίλους του, που είχαν παρόμοιες εκκρεμότητες. Ο Σούφλας όμως είχε συχνά το ακαταλόγιστο, παινευόταν δημοσίως για τα κατορθώματά του και ακολούθησε η εμπλοκή.


Και ο νέος «ηγεμών» της παραλίας, που γνωρίζει πλέον να αποφεύγει τέτοιου είδους σφάλματα και να αποστασιοποιείται από τα δρώμενα των εισπρακτόρων.


«Δεν το έκανα εγώ. Ολοι ξέρουν ποιος το έκανε. Ο Φραγκογιάννης έδωσε την παραγγελία» υποστηρίζει σε όσους τολμούν να ρωτήσουν. Βρίσκεται όμως μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Και όλοι αναζητούν το διάδοχο σχήμα… Το πορτρέτο


Ο ιθύνων νους είναι συχνά και εισπράκτορας ή και εκτελεστής. Οπως στις περιπτώσεις Δαναλάτου, Παναγιωτόπουλου, Ναστούλη και λοιπών. Και όταν λέμε για νονό πολλές φορές εννοούμε κάποιον αξιότιμο κύριο που δεν έχει περάσει τα σαράντα. Τα οποία, λόγω του διαρκούς ανταγωνισμού και της προσφοράς δολοφονικής εργασίας, σπανίως ξεπερνά. Το «φιντάνι» του εγκλήματος γρήγορα ανέρχεται στην περίεργη δομή των συμμοριών και ευρίσκεται εντός δύο – τριών ετών σε ηγετική θέση. Η επαγγελματική όμως εξέλιξη σπανίως διαρκεί για τους «σταρ» των κυκλωμάτων. Το πιθανότερο είναι αντί να έχει θέα τον Σαρωνικό να αντικρίζει και να περνά συντόμως την Αχερουσία λίμνη. Περί του προτύπου του άτρωτου Μάρλον Μπράντο, στην περιώνυμη ταινία του Φράνσις Φορντ Κόπολα, ουδείς λόγος.