Η «Τερέζα» του Φρέντυ Γερμανού θα αποτελέσει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το μπεστ σέλερ του εφετεινού καλοκαιριού. Προτού συμπληρωθούν δύο εβδομάδες κυκλοφορίας είχαν ήδη εξαντληθεί τα πρώτα 12.000 αντίτυπα, ενώ ο συγγραφέας έχει προγραμματίσει παρουσιάσεις του ιστορικού μυθιστορήματός του σε αρκετές πόλεις της επαρχίας. Το βιβλίο επεφύλασσε και μία έκπληξη: τη «μετεγγραφή» του συγγραφέα στο δυναμικό των Εκδόσεων Καστανιώτη. Μετά από 20 χρόνια συνεργασίας με τον «Κάκτο» ο Φρέντυ Γερμανός αποφάσισε να αλλάξει εκδοτικό οίκο προκαλώντας ποικίλα σχόλια στους «κύκλους» του βιβλίου. Ο ίδιος μιλώντας προς «Το Βήμα» διέψευσε τις φήμες που θέλουν να έχει εισπράξει ένα εντυπωσιακό ποσόν για να αλλάξει εκδοτική στέγη: «Δεν έχω καμία αγωνία για το κυνήγι των εκατομμυρίων, γι’ αυτό και δεν ζήτησα χρήματα για τη «μετεγγραφή» μου. Ασφαλώς δεν είμαι υπεράνω χρημάτων, αλλά αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι να διαβαστούν τα βιβλία μου. Και με τον Καστανιώτη είμαστε ένα καλό δίδυμο». Από τον Καστανιώτη πρόκειται να κυκλοφορήσουν δύο ακόμη βιβλία του Φρέντυ Γερμανού: η συλλογή των νεανικών διηγημάτων «Υγρές νύχτες» και η βιογραφία του Νίκου Ζαχαριάδη.


Η «Τερέζα» είναι ένα βιβλίο που «ετοιμαζόταν επί σαράντα χρόνια». Ο Φρέντυ Γερμανός συνάντησε, ως νεαρός ρεπόρτερ, τον αμερικανό ποιητή Αρτσιμπαλ Μακ Λης, φίλο του Ερνεστ Χέμινγουαιη. Ο ΜακΛης ρώτησε τότε αν είναι γνωστή η «ελληνίδα πριγκίπισσα» που είχε φέρει τον Χέμινγουαιη στην Ελλάδα το 1922. Ετσι ο Φρέντυ Γερμανός έμαθε για την περίπτωση της γυναίκας που έγινε γνωστή στην Ευρώπη ως Τερέζα Δαμαλά και συνδέθηκε με μια πλειάδα επωνύμων ενώ παράλληλα εργαζόταν ως μοντέλο για τον Πικάσο και τον Μπρακ. Η ιστορία της ίσως θα είχε γίνει γνωστή αν η ίδια δεν επεδίωκε να αποκρύψει το «αμαρτωλό» παρελθόν και να γίνει μια καθώς πρέπει σύζυγος της συντροφιάς των βασιλοφρόνων των Αθηνών. Ετσι, ακόμη και εκείνοι που γνώριζαν σιωπούσαν. Οταν ο Φρέντυ Γερμανός επικοινώνησε με τους οικείους της, χωρίς να προδώσει το μυστικό, ρώτησε αν γνωρίζουν κάτι για την περίπτωση Δαμαλά. Εκείνοι διαβεβαίωσαν ότι στους κόλπους της οικογενείας τους ουδείς έχει έλθει σε επαφή με πρόσωπο αναλόγου ηθικής.



Το όνομα Δαμαλά δεν ήταν ένα τυχαίο ψευδώνυμο. Η Τερέζα ήταν φυσική κόρη του Αριστείδη Δαμαλά, ηθοποιού και συζύγου τής Σάρα Μπερνάρ. Ο ηρωινομανής πατέρας προτίμησε να δώσει το παιδί του για υιοθεσία σε μια οικογένεια στην Ελλάδα. Η κρυφή ζωή της Τερέζας συντέθηκε με ψηφίδες που ο συγγραφέας συνέλεγε επί σειρά ετών. Υπήρχε κατ’ αρχάς η μαρτυρία της Μελίνας Μερκούρη, που είχε ακούσει την ιστορία από τον παππού της. Της είχε διηγηθεί ότι αυτή η γυναίκα είχε αγαπήσει τον Ιωνα Δραγούμη στην Κορσική όπου βρισκόταν εξόριστη μαζί με τον σύζυγό της. Οταν ο Σπύρος Μερκούρης την συνάντησε στο Παρίσι έμαθε ότι έχει εγκαταλείψει τον άνδρα της και είναι ερωτευμένη με έναν αμερικανό συγγραφέα. Στην αφήγηση αυτή προστέθηκαν οι πληροφορίες της Σοφίας Λασκαρίδου, της πρώτης γυναίκας που ενεγράφη στη Σχολή Καλών Τεχνών. Η Λασκαρίδου ήταν εκείνη που συνέστησε τη Δαμαλά στις καλλιτεχνικές συντροφιές της Μονμάρτρης και γνώριζε λεπτομερώς την προσωπική της ζωή.


Η Δαμαλά έζησε στο εξωτερικό ως το 1922, όταν αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα της μαζί με τον Ερνεστ Χέμινγουαιη, ο οποίος ήταν τότε ανταποκριτής της εφημερίδας «Τορόντο Σταρ». Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους βρέθηκαν στη Ανατολική Θράκη όπου ο αμερικανός συγγραφέας παρακολουθούσε τα καραβάνια των προσφύγων που κατευθύνονταν στη Μακεδονία μετά την υπογραφή της Συνθήκης στα Μουδανιά. Το ζεύγος χώρισε εκεί για να συναντηθεί ξανά, τυχαία, στο Παρίσι το 1940. Με αυτή τη σκηνή κλείνει και το βιβλίο. Αυτό που εσκεμμένα παρέλειψε ο συγγραφέας ­ για να μη χαλάσει το φινάλε ­ είναι ότι ο Χέμινγουαιη της έστειλε ένα μήνυμα με την Κατίνα Παξινού. Είχαν συναντηθεί στην απονομή του Οσκαρ για την ερμηνεία του ρόλου τής Πιλάρ στο «Για ποιον χτυπά η καμπάνα». Την πλησίασε λέγοντας: «Πίστευα ότι όλες οι Ελληνίδες είχαν πράσινα μάτια». Σύμφωνα με τον Φρέντυ Γερμανό, της ζήτησε να πει στη Δαμαλά ότι την θυμάται πάντα.