Στην πραγματικότητα, όλος αυτός ο αλληλοσπαραγμός για τα της Βουλής περισσεύει. Τα πράγματα μεθοδεύονται με τόσο εξόφθαλμα αντιθεσμικό τρόπο, που δεν χρειάζεται τίποτε παραπάνω να ειπωθεί. Είναι σαν εκείνους τους καβγάδες που ο ένας βγάζει τον άλλον τρελό για κάτι που ειπώθηκε μεταξύ τους, ενώ ξέρουν και οι δύο ακριβώς τι έχει συμβεί και όλα τα υπόλοιπα είναι η απαραίτητη χορογραφία για να σωθούν τα προσχήματα.
Κακώς μπαίνει η κυβέρνηση σε αυτό το παιχνίδι. Εχει αποδείξει άλλωστε πολλές φορές ότι τα προσχήματα δεν την αφορούν. Μπορεί κάλλιστα να παραπέμπει για όλα στη δήλωση του κ. Γεωργιάδη, που εξήγησε με τρόπο αφοπλιστικό πώς αντιλαμβάνεται η Νέα Δημοκρατία τη διακυβέρνηση της χώρας. Είναι απλό: η κυβέρνηση έχει την πλειοψηφία και, ως εκ τούτου, κάνει ό,τι γουστάρει.
Λογοδοσία, Σύνταγμα, κανονισμοί, θεσμικά αντίβαρα και εισαγγελείς – ντόπιοι ή ξένοι – είναι ψιλά γράμματα. Οσο εξυπηρετούν, καλώς. Οταν πάψουν να εξυπηρετούν, δύο είναι οι δρόμοι: είτε «αναπροσαρμόζονται» κατά το συμφέρον (όπως έγινε με τις fast track προανακριτικές για Τριαντόπουλο και Καραμανλή, ή με τη δημιουργική λογιστική για την αλλαγή σύνθεσης στην ΑΔΑΕ και το ΕΣΡ, που ελέγχεται από το Στρασβούργο) είτε αποδομούνται ως εχθροί του κράτους.
Το έκαναν με τον Ράμμο, το έκαναν με την Ιντ Βελτ, το έκαναν με το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, το έκαναν με την Κοβέσι, το έκαναν με τους δημοσιογράφους που ενόχλησαν επειδή ερεύνησαν τις υποκλοπές, την Πύλο, τον ΟΠΕΚΕΠΕ, την Ομάδα «Αλήθειας». Το έκαναν με διεθνή μέσα ενημέρωσης, το έκανε τώρα και ο υπουργός Δικαιοσύνης, κατηγορώντας την αντιπολίτευση ότι λίγο-πολύ «δουλεύει» για την Τουρκία. Και καλά στο Μαξίμου. Το Προεδρείο της Βουλής όμως; Ο Πρόεδρος; Αλλά και οι βουλευτές της ΝΔ πώς δέχονται να (τους) φορούν αυτό το ατσούμπαλο, κακοραμμένο κοστούμι; Ιδιωτικά, βέβαια, μιλούν. Εκφράζουν δυσφορία. Δημόσια όμως;
Κάπου πήρε το μάτι μου πρόσφατα μια φράση του Αρθουρ Μίλερ που δεν λέει να βγει απ’ το μυαλό μου: «Κάθε εποχή τελειώνει όταν εξαντλούνται οι βασικές ψευδαισθήσεις της». Αν υποθέσουμε ότι το 2019, μετά από τόση ταλαιπωρία και παρακμή, οι πολίτες ψήφισαν Μητσοτάκη με την ελπίδα πως θα γίνουμε μια κάπως κανονική ευρωπαϊκή δημοκρατία, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή η εποχή έχει φτάσει στο τέλος της.
Τι θα τη διαδεχθεί; «Δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης» συνηθίσαμε να λέμε. Κι όμως: μερίδα της αντιπολίτευσης έχει πρόταση. Ομως οι ψηφοφόροι στην Ελλάδα δεν ψάχνουμε πολιτικές, αλλά πρόσωπα. Τα σημερινά που ηγούνται, δεν συσπειρώνουν, ως τώρα τουλάχιστον. Αυτά που ετοιμάζονται να βγουν, έρχονται από το παρελθόν. Θα προκύψει κάτι νέο; Κάποιος άλλος; Κι αν ναι, θα είναι για καλό; Ουδείς ξέρει. Πάντως, χώρος σήμερα υπάρχει.





