Σε έναν κόσμο που επιβραβεύει την ασφάλεια, την προβλεψιμότητα και τον έλεγχο, η Αν Ντιφουρμαντέλ υπερασπίζεται το ρίσκο όχι ως απερισκεψία αλλά ως υπαρξιακή δυνατότητα. Φιλόσοφος, ψυχαναλύτρια και συγγραφέας που έφυγε τραγικά νέα (πνίγηκε το 2017 προσπαθώντας να σώσει ένα παιδί), έθεσε στον πυρήνα της σκέψης της το εξής παράδοξο: το πραγματικά ανθρώπινο δεν βρίσκεται στην προστασία, αλλά στην έκθεση.

Για την Ντιφουρμαντέλ, το ρίσκο είναι η προϋπόθεση κάθε αυθεντικής σχέσης, κάθε απόφασης, κάθε πράξης αγάπης. «Η απόλυτη ασφάλεια είναι ένας μύθος – η ζωή, από τη στιγμή που γεννιέσαι, είναι ήδη ένα ρίσκο» γράφει. Η προσπάθεια να ελέγξουμε τα πάντα, ισοδυναμεί με ύπουλη μορφή θανάτου: ζούμε χωρίς να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να εκτεθεί, να κινηθεί, να χάσει – άρα και να βρει.

Η έννοια του ρίσκου στη σκέψη της δεν αφορά μόνο το σωματικό ή το πρακτικό. Αφορά το συναισθηματικό ρίσκο, το να μιλήσεις, να αποκαλυφθείς, να πεις «σε αγαπώ» χωρίς εγγύηση ανταπόκρισης. Αφορά το ρίσκο να εγκαταλείψεις τον έλεγχο, να βουτήξεις στο άγνωστο της επιθυμίας, να μείνεις σιωπηλός όταν όλοι απαιτούν θέση.

Σε μια κοινωνία εμμονικά προστατευμένη από ό,τι ξένο, από ό,τι ρηγματώνει το εγώ, η Ντιφουρμαντέλ υπενθυμίζει ότι η απώλεια είναι συστατικό του μεγαλώματος.

Στο βιβλίο της Éloge du risque (Εγκώμιο του ρίσκου), αναφέρεται στην παιδική ηλικία, στον έρωτα, στον θάνατο, στον Θεό. Και σε κάθε περίπτωση, δείχνει πώς το ρίσκο είναι η μόνη πράξη που σε συνδέει με το αληθινό. Γιατί το ρίσκο δεν είναι ούτε θυσία ούτε αναγκαστική υπέρβαση – είναι μια σιωπηρή απόφαση να είσαι ανοιχτός σε κάτι που μπορεί να σε μεταμορφώσει.

Σε μια εποχή όπου το τραύμα εξιδανικεύεται και το άγνωστο αντιμετωπίζεται ως απειλή, η Ντιφουρμαντέλ διεκδικεί μια φιλοσοφία της εμπιστοσύνης: όχι με την έννοια της τυφλής ελπίδας, αλλά ως μια πράξη εσωτερικής στήριξης. Να εμπιστευτείς το σκοτεινό σημείο, τη ρωγμή, τη σιωπή, το βήμα στο κενό. Το ρίσκο, λέει, δεν είναι το τέλος της σταθερότητας – είναι το σημείο όπου η ζωή αποκτά ρυθμό, παλμό, αναπνοή.

Η ίδια η ζωή της το επιβεβαίωσε: πέθανε ρισκάροντας την ίδια της την ύπαρξη για έναν άλλον. Οχι από ηρωισμό, αλλά γιατί (όπως θα έλεγε και η ίδια) η ευθύνη είναι πάντα ριψοκίνδυνη. Και η αγάπη, για να υπάρξει, πρέπει να περάσει μέσα από αυτό το πέρασμα. Η πράξη της δεν ήταν μια φιλοσοφική συνέπεια – ήταν το ίδιο το σώμα της σκέψης της που έδρασε, χωρίς εγγύηση, αλλά με όλο το βάρος του νοήματος.