Το 2014 η τότε κυβέρνηση αποφάσισε την αντικατάσταση της λίστας για την εκλογή ευρωβουλευτών με τον σταυρό προτίμησης και με τους υποψήφιους να επιδίδονται στο κυνήγι του σε ολόκληρη την επικράτεια.

Το σύστημα αυτό διατηρήθηκε στις ευρωεκλογές του 2019, ενώ παρά τις φήμες περί επαναφοράς της κομματικής λίστας, θα ισχύσει και στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου.

Κι αυτό παρά το γεγονός πως από το ισχύον σύστημα δημιουργήθηκε ένα «πρόβλημα εθνικής εκπροσώπησης».

Τα κόμματα αναζήτησαν «κράχτες» με όρους τηλεοπτικής αναγνωρισιμότητας και οι υποψήφιοι με εχέγγυα και περγαμηνές στάθηκε αδύνατο να ανταγωνιστούν τους εγχώριους «σελέμπριτις» με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να προσθέσουν στο τηλεοπτικό βιογραφικό τους και μια θητεία στην Ευρωβουλή, ενδεχομένως πλούσιας σε «θέαμα» και «σκιές» αλλά οπωσδήποτε φτωχής ως προς το έργο.

Μόνο τις τελευταίες ημέρες εμφανίστηκαν δυο τέτοιες «σκιές» για να προστεθούν στις προηγούμενες. Μία κλασικού τηλεοπτικού τύπου «λέμε και κάτι για να γεμίσει ο τηλεοπτικός χρόνος», όταν ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Αρβανίτης δήλωσε, πριν ανασκευάσει, πως συνέταξε το ψήφισμα με το οποίο ζητήθηκε, μεταξύ άλλων, να κοπούν τα ευρωπαϊκά κονδύλια από την Ελλάδα.

Και μία κλασικού παλαιοκομματικού τύπου με την ευρωβουλευτή της ΝΔ Αννα Μισέλ Ασημακοπούλου να προμηθεύεται εκλογικούς καταλόγους με προσωπικά δεδομένα των εκλογέων προκειμένου να επιδοθεί στο κυνήγι του σταυρού.

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήνει κανείς είτε στις τηλεοπτικές έξεις είτε στις παλαιοκομματικές πρακτικές.