Κορακοχώρι Ηλείας, καλοκαίρι του 2020. Ο Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, ευρισκόμενος στο εξοχικό του, απολαμβάνοντας την παιγνιώδη συντροφιά των εγγονών του, ξεκίνησε να γράφει κάτι διαφορετικό. Και το ολοκλήρωσε μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες. Βρήκε την ευκαιρία, εν μέσω πανδημίας, να αναμετρηθεί με τη μνήμη και τη σκέψη του, να προβεί σε ένα είδος απολογισμού. «Πρώτη φορά γράφω ένα τέτοιο βιβλίο, μη νομικό» δήλωσε ο ίδιος προς «Το Βήμα» από το δικηγορικό του γραφείο, στην οδό Βαλαωρίτου, στο κέντρο της πρωτεύουσας.

Στο βιβλίο του Δύο βήματα μπρος, ένα πίσω: 8+1 πολυτάραχες δεκαετίες που κυκλοφορεί εδώ και λίγες ημέρες, ένα συναρπαστικό αφήγημα το οποίο κινείται μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας ζωής, ο ίδιος, ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, εξιστορεί την ατομική του διαδρομή και, παράλληλα, δίνει τη δική του εκδοχή για τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας, μέσα από γεγονότα, προσωπικότητες, στιγμές.

«Δεν φαντάζονταν τι θα ακολουθούσε»

«Στο εξώφυλλο του βιβλίου βλέπετε μια φωτογραφία των γονέων μου, του Κώστα και της Λιλής. Είναι καλοντυμένοι και έχουν πάει να καταθέσουν λουλούδια στον Αγνωστο Στρατιώτη, το πρωί της 12ης Οκτωβρίου 1944, αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Λίγο αργότερα η Πλατεία Συντάγματος θα βούλιαζε από μια λαοθάλασσα. Είναι μια αισιόδοξη εικόνα, αποπνέει μια ελπίδα. Ομως αλίμονο, δεν φαντάζονταν τι επρόκειτο να ακολουθήσει… Η μητέρα μου συνέτρεχε τις οικογένειες των εκτελεσμένων επί Κατοχής, με την Ιωάννα Τσάτσου και τον Δαμασκηνό. Αλλά, πολιτικά, ήταν στον κόσμο της. Δεν μπόρεσε να καταλάβει τον τεράστιο μετασχηματισμό που συντελέστηκε εκείνη την εποχή, κάτι που ο αδελφός της, ο θείος μου, ο Γιώργος Θεοτοκάς, συνέλαβε και ανέλυσε σε πραγματικό χρόνο. Ο πατέρας μου πάλι, ήταν πάντοτε αφοσιωμένος στην ιατρική. Ας πούμε, το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου του 1973 είχε σπεύσει στο Πολυτεχνείο. Περιέθαλπε τραυματίες την ώρα που εισέβαλε το τανκ» είπε, αδιόρατα συγκινημένος, ο Νίκος Κ. Αλιβιζάτος που μεγάλωσε μέσα στους κόλπους μιας ακραιφνώς βενιζελογενούς και δημοκρατικής οικογένειας.

«Γιατρός δεν έγινα, βεβαίως. Δεν το έχω συλλογιστεί αρκετά, αλλά νομίζω ότι δεν άντεχα τον πόνο και την αρρώστια, το ίδιο το αίμα. Από την άλλη μεριά, στη Νομική κατέληξα διά της εις άτοπον απαγωγής διότι κάτι έπρεπε να κάνω. Μόνον σταδιακά, εν πορεία δηλαδή, γοητεύτηκα από αυτήν και κυρίως, θα έλεγα, μέσα από τη διδασκαλία εν τέλει, δίπλα στους φοιτητές μου» συμπλήρωσε.

«Δεδομένη η διάθεση να επαναστατήσεις»

Ο Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, ο οποίος ακόμη και σήμερα αυτοπροσδιορίζεται ως «φιλελεύθερος αριστερός», ωρίμασε πολιτικά, όπως άλλωστε και ολόκληρη η γενιά του, κατά την περίοδο της χούντας. «Η διάθεση να επαναστατήσεις ως νέος απέναντι στο δικτατορικό καθεστώς ήταν δεδομένη τότε. Ωστόσο, υπήρχε και φόβος. Εγώ το λέω. Στην αρχή δεν εντάχτηκα στο Πατριωτικό Μέτωπο γιατί φοβήθηκα τα βασανιστήρια και τα ισόβια. Δεν παριστάνω τον ήρωα. Αργότερα στο εξωτερικό, στο Παρίσι, όταν πλέον είχε διαλυθεί η Δημοκρατική Αμυνα στην οποία είχα μετάσχει, μπήκα στο ΚΚΕ Εσωτερικού» ανέφερε. Είχε ανέκαθεν πάθος με την πολιτική, ωστόσο δεν της αφιερώθηκε ποτέ επαγγελματικά, με τη στενή έννοια του όρου. Από τις πιο ενδιαφέρουσες σελίδες του βιβλίου είναι και μια σχετική συνομιλία του (μια ευγενική αλλά μάλλον έντονη αντέγκληση εν πτήσει) με τον Χρήστο Λαμπράκη το 1979. «Ωστόσο την ενέταξα, τρόπον τινά, την πολιτική στη δουλειά μου, τα νομικά. Γίνεται πολιτική χωρίς επαγγελματίες; Πλέον είμαι πεπεισμένος ότι, μέσω του δικαίου και των δικαστηρίων, μπορούν να επιτευχθούν αλλαγές, ώριμες ή επιβεβλημένες, οι οποίες απορρίπτονται από το πολιτικό σύστημα και το κόστος που αυτό επικαλείται. Από τη δικηγορία κατάλαβα ότι μπορείς ορισμένα πράγματα να τα κάνεις. Και αναμφίβολα, χωρίς την Ευρώπη, η Ελλάδα θα ήταν πολύ πίσω» υπογράμμισε.

«Σύγκρουση ιδεών και απόψεων στον ΣΥΡΙΖΑ»

Η πιο πρόσφατη ανάμειξή του με το ΚΙΝΑΛ μας οδήγησε σε μια συζήτηση για την Κεντροαριστερά, «τη δημοκρατική παράταξη που διαχρονικά έχει συνδεθεί με τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις στον τόπο» όπως επισήμανε. «Κοιτάξτε, οι αντικειμενικές συνθήκες σπρώχνουν τον ΣΥΡΙΖΑ να γίνει στα καθ’ ημάς ο δεύτερος σταθερός πόλος του ιστορικού – εναλλασσόμενου στην εξουσία – δικομματισμού. Αυτό παίζεται ακόμα στο εσωτερικό του. Υφίσταται μια σύγκρουση ιδεών και απόψεων. Μένει να δούμε αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να τα καταφέρει, να γίνει δηλαδή συστημικός με την καλή έννοια. Διότι η συγκυρία έχει αλλάξει και παρατηρείται σημαντική επανασυσπείρωση στον χώρο της Κεντροδεξιάς». Μα είναι δυνατόν, τον ρωτήσαμε, ένα κόμμα που έχει ήδη κυβερνήσει (και μάλιστα με έναν άσπονδο εταίρο) να το θεωρούμε αντισυστημικό; «Το θέμα, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι τόσο αν έχει κυβερνήσει, αλλά αν έχει δεχθεί τους όρους του παιχνιδιού. Υπάρχουν κάποιοι βασικοί κανόνες στη δημοκρατία που αν τους αποδεχθείς, δεν γίνεται να θεωρηθείς αντισυστημικός. Υπό αυτήν την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ παριστάνει το αντισυστημικό, αλλά δεν είναι. Σε αδρές γραμμές, αυτοί οι κανόνες είναι: οι τίμιες εκλογές, η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης. Καταλήγω, λοιπόν, και λέω ότι αυτή η συζήτηση περί συστημικού/αντισυστημικού είναι ιδεολογικά φορτισμένη και δεν εκφράζει, ούτε πολιτικά ούτε νομικά, μιαν ακριβή αντιπαράθεση» τόνισε.

Για τον Νίκο Κ. Αλιβιζάτο στην Ελλάδα, λόγω συγκρότησης, ιστορικής και πολιτισμικής, είναι απολύτως λειτουργικός ο «πλειοψηφικός κοινοβουλευτισμός» κατά το βρετανικό πρότυπο. «Το σπουδαίο επίτευγμα της Μεταπολίτευσης είναι ότι ουδέποτε αμφισβητήθηκαν τα αποτελέσματα των εκλογών από κανέναν» συνέχισε, σε εκείνο το σημείο της συνομιλίας μας, και προσέθεσε ότι «αυτό προκύπτει από μια μακρά δημοκρατική παράδοση στην οποία ουδέποτε, επίσης, επεκράτησαν τα άκρα του πολιτικού φάσματος».

«Η μεμψιμοιρία ενίοτε αδικεί και τυφλώνει»

Από θεσμικής πλευράς, ποια είναι η θέση της Ελλάδας στον σημερινό κόσμο; «Ο απαισιόδοξος και ρεαλιστής θα σας έλεγε, στην ανωτέρα μεσαία θέση. Ενώ ο αισιόδοξος, στην πρωτοπορία. Δεν έγιναν όσα επιθυμούσαμε, προφανώς, πλην όμως δεν έγιναν και λίγα. Η μεμψιμοιρία ενίοτε αδικεί, τυφλώνει. Αυτό υπαινίσσομαι με τον τίτλο του βιβλίου μου, παραπέμποντας στο άλλο, το γνωστό, του Λένιν. Δεν έχουμε καταφέρει να απαλλαγούμε από πισωγυρίσματα, να φτιάξουμε ένα κανονικό κράτος, μια κανονική χώρα, επειδή η πολιτική αντιπαράθεση εδώ είναι εξόχως πολωτική. Μας απορροφά τόσο πολύ ώστε αδυνατούμε να φτάσουμε σε απαραίτητες συναινέσεις, να κάνουμε πέντε-δέκα πράγματα. Η μεταρρύθμιση στα πανεπιστήμια, επί παραδείγματι. Γιατί δεν έγινε; Εχω αφιερώσει άπειρο χρόνο σε αυτό και το θεωρώ τη μεγαλύτερη αποτυχία της ζωής μου. Το πανεπιστήμιά μας εξακολουθούν να λειτουργούν με δομές ξεπερασμένες, είναι κρίμα» κατέληξε.