Τη βαθιά ανησυχία του για την πορεία της δεύτερης αξιολόγησης εξέφρασε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος από το βήμα του συνεδρίου της ΚΕΔΕ είπε ότι η έκβαση της είναι αβέβαιη. Μίλησε επίσης για τον κίνδυνο νέων επώδυνων μέτρων κι επανέφερε το αίτημα για πολιτική αλλαγή.
Το μίγμα ιδεοληψίας και ανικανότητας της κυβέρνησης δεν επιτρέπει να υπάρχει αισιοδοξία είπε ο κ. Μηστοτάκης και επισήμανε: «Εκφράζω τη βαθιά ανησυχία μου γιατί έχει αποδειχθεί, μέχρι σήμερα, ότι οι συνεχείς καθυστερήσεις οδηγούν πάντα σε νέα επώδυνα μέτρα. Δέκα τέσσερις μήνες διήρκεσε η πρώτη αξιολόγηση και μας προέκυψαν τελικά πρόσθετα φορολογικά μέτρα, ο δημοσιονομικός «κόφτης» και το «υπερταμείο». Και κάθε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα επιτείνει το κλίμα αβεβαιότητας και θα καθυστερήσει και άλλο την απαραίτητη ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης».
Κατηγόρησε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ότι αντί να προσελκύει, διώχνει επενδυτές και έφερε ως παράδειγμα «το ναυάγιο της πώλησης του ΔΕΣΦΑ, που φρόντισε εγκαίρως να τορπιλίσει ο κ. Σκουρλέτης, πριν επιβραβευθεί στον πρόσφατο ανασχηματισμό».
«Ξ κυβέρνηση Τσίπρα έχει φθάσει στο άλλο άκρο εισάγοντας μια παγκόσμια πρωτοτυπία: Ασκεί συστηματικά κριτική όχι στην προηγούμενη, αλλά στην επόμενη κυβέρνηση, προβλέποντας ότι αυτή θα είναι η Νέα Δημοκρατία. Ίσως αυτή να είναι και η μοναδική τους πρόβλεψη που θα επαληθευτεί».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απευθύνθηκε στους δημάρχους και υπογράμμισε: «Μακροπρόθεσμος στόχος μιας νέας αρχιτεκτονικής για τους ΟΤΑ είναι η ουσιαστική αποκέντρωση κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, όπου η Αυτοδιοίκηση διαθέτει επαρκή διοικητική, οργανωτική και αναπτυξιακή δομή με οικονομική αυτοτέλεια, ενώ το κεντρικό Κράτος ασκεί τον στρατηγικό, επιτελικό ρόλο. Στην κατεύθυνση της πλήρους επίτευξης του στόχου αυτού, στο πλαίσιο της επικείμενης αναθεώρησης του Συντάγματος, θα ήταν απαραίτητη η αναθεώρηση του άρθρου 102 ώστε να επαναπροσδιοριστεί η έννοια της «τοπικής υπόθεσης» και να διευρυνθεί αποφασιστικά ο κύκλος των αρμοδιοτήτων των ΟΤΑ» είπε.
Σχετικά με τα οικονομικά των ΟΤΑ ξεκαθάρισε ότι δεν μπορεί να υποσχεθεί ότι αν γίνει κυβέρνηση θα μπορέσει να αυξήσει αμέσως τη χρηματοδότηση και τόνισε: «Σε ό,τι αφορά στους οικονομικούς πόρους, γνωρίζετε όλοι καλά ότι βραχυπρόθεσμα δεν θα είναι εφικτή η δυνατότητα αύξησης της κρατικής χρηματοδότησης. Δεν θα σας έλεγα την αλήθεια αν θα υποσχόμουν κάτι διαφορετικό. Θα μπορέσουμε, όμως, να αναθεωρήσουμε το μηχανισμό χορήγησης των ΚΑΠ και ταυτόχρονα να διευκολύνουμε τους δήμους να αυξήσουν τους πόρους τους αξιοποιώντας την ακίνητη περιουσία τους».
Ως προς τον τομέα της άσκησης ελέγχου των ΟΤΑ από το κεντρικό κράτος υπογράμμισε: «Ασφαλώς θα εποπτεύεται η κατάρτιση και εκτέλεση αξιόπιστων προϋπολογισμών και θα διεξάγεται απολογιστικός έλεγχος. Ο έλεγχος όμως θα πρέπει να γίνεται δίχως να παρακωλύεται η λειτουργία των ΟΤΑ και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να επεκτείνεται στη σκοπιμότητα των πράξεων. Η διαδικασία αυτή θα επιβλέπεται από το ενιαίο υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Δεν υπάρχει κανείς λόγος τα υπουργεία αυτά να είναι διακριτά. Ο σχεδιασμός της οργάνωσης του κράτους σε όλα του τα επίπεδα πρέπει να είναι συγκεντρωμένος σε ένα πολιτικό προϊστάμενο».
Τάχθηκε υπέρ ενός συστήματος αξιολόγησης στο Δημόσιο, λέγοντας ότι αυτό δεν σημαίνει απολύσεις και σημείωσε: «Η αξιολόγηση δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, δεν οδηγεί σε απολύσεις -για να το ξεκαθαρίσουμε αυτό-, αλλά είναι ένα εργαλείο το οποίο δίνει τη δυνατότητα της επιβράβευσης στον δημοτικό υπάλληλο που κάνει καλά τη δουλεία του και δίνει και τη δυνατότητα γι αυτούς τους υπαλλήλους που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους να υπάρχει ένας μηχανισμός συμμόρφωσης. Δεν είναι όλοι οι υπάλληλοι το ίδιο».
Για την κινητικότητα είπε ότι είναι «ένα απαραίτητο εργαλείο για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε καλύτερα το ανθρώπινο δυναμικό».
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε σαφή την απόλυτη και κατηγορηματική αντίθεση της ΝΔ σε κάθε σκέψη αλλαγής του εκλογικού συστήματος της αυτοδιοίκησης και αφού κατηγόρησε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ότι χρησιμοποιεί το κράτος ως «κομματικό λάφυρο».
Επισήμανε ακόμα ότι η Νέα Δημοκρατία δεν ξεχωρίζει τους δημάρχους ανάλογα με την κομματική στήριξη ή ένταξη τους.