Η πρώτη εντύπωση μπαίνοντας στο εσωτερικό της Bentley 8 Litre είναι μια σχεδόν πρωτόγονη αίσθηση που ελάχιστη σχέση έχει με την τρυφηλότητα και τη φρενίτιδα πολυτέλειας που έχουμε στο μυαλό μας για τη δεκαετία του ’20 κατά την οποία γαλουχήθηκε, αποτελώντας μάλιστα την πεμπτουσία της γκάμας της βρετανικής φίρμας και δη το προσωπικό μέσο μεταφοράς του ιδρυτή της, Walter Owen Bentley.
Το ξύλο και το δέρμα που επενδύουν τις επιφάνειες του θαλάμου επιβατών αποτελούσε σίγουρα ένα σαφές δείγμα πολυτέλειας τω καιρώ εκείνω, μόνο που η οποιαδήποτε σύγκριση του εσωτερικού τόσο με την πραγματικότητα των Bentley όπως διαμορφώθηκε από τη δεκαετία του ’50 και μετά όσο και με το σύγχρονο αντίστοιχό της στην γκάμα του Crewe, την επιβλητική Mulsanne, μάλλον θα ήταν ατυχής αλλά και λίγο άδικη για την αρχοντική γηραιά κυρία των 86 ετών που σχεδιάστηκε για τους πλουσιότερους των πλουσίων μιας αλλοτινής εποχής, πασπαλισμένης με χρυσοποίκιλτο αρτ ντεκό, το οποίο έχασε απότομα τη λάμψη του μια Μαύρη Παρασκευή –από τις πολλές που ακολούθησαν.
Ετσι, παρότι αντικειμενικά η εικόνα της Bentley 8 Litre του 1930 ουδεμία συνάφεια έχει με την εκκωφαντική πολυτέλεια της σημερινής Mulsanne των αναδυόμενων tablets και των οργανικών υλικών με την εμμονική συναρμογή, αμφότερες οι Βρετανίδες γεννήθηκαν στη δίνη των δύο μεγαλύτερων οικονομικών κρίσεων που γνώρισε ο σύγχρονος κόσμος, ως οι κορωνίδες της γκάμας, αποτελώντας η καθεμία για την εποχή της ό,τι ακριβότερο, πιο αυθεντικό και κοντά στο όραμά της έχει να επιδείξει η βρετανική φίρμα.
Παράλληλα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι οι δύο κορυφαίες Bentley μοιράζονται τα ίδια τεκμήρια σπανιότητας, όσο παράξενο και αν ηχεί αυτό υπό το πρίσμα των σημερινών όρων μαζικής παραγωγής.
Το μεταίχμιο, ωστόσο, όπου γεννήθηκε η 8 Litre δεν έδωσε στους ανθρώπους του Cricklewood στο Βόρειο Λονδίνο, όπου την εποχή εκείνη βρισκόταν το εργοστάσιο της Bentley, την ικανοποίηση ότι έχουν δημιουργήσει ένα αυτοκίνητο το οποίο, κατά την ομολογία ανταγωνιστών και φίλων, ήταν καλύτερο από τη Rolls-Royce Phantom II, η οποία αποτελούσε το μέτρο της εποχής για την κατηγορία.
Για την ιστορία, ο W.O. Bentley πλήρωσε την «πρόκλησή» του προς τον ανταγωνισμό, βλέποντας τη φίρμα που έφερε το όνομά του να χρεοκοπεί με φόντο το Μεγάλο Κραχ, να εξαγοράζεται «εν κρυπτώ» και να παροπλίζεται από τη Rolls-Royce ενώ εκείνος χρειάστηκε να εργαστεί επί διετία με δυσμενείς όρους για την «αντίπαλο» και να αποχωριστεί πολύ σύντομα τη δική του 8 Litre.
Πρόκειται για την ίδια 8 Litre που έχουμε στα χέρια μας, μία από τις δύο πρώτες των συνολικά 100 μονάδων που πρόλαβαν να βγουν από τις γραμμές παραγωγής της Bentley και η οποία επιβίωσε ανέπαφη στον χρόνο χάρη στην… καλοσύνη των ξένων και μετέπειτα ιδιοκτητών της, μέχρι που επανήλθε στην ιδιοκτησία της Bentley.
Δεύτερη ζωή


Οταν συνέβη αυτό, η βρετανική φίρμα προχώρησε σε μια συντηρητική «ανακαίνιση» της 8 Litre προκρίνοντας μια διαδικασία η οποία κόστισε πολύ παραπάνω από ό,τι θα κόστιζε η πλήρης ανακατασκευή του αυτοκινήτου και διήρκεσε δύο χρόνια με το σκεπτικό να αφήσει όσο περισσότερα στοιχεία ήταν εφικτό στην αρχική τους μορφή. Αυτή η προσέγγιση, εκτός όλων των άλλων, έδωσε στην 8 Litre μια δεύτερη ζωή, και τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε πλείστες διοργανώσεις ως ένα πλήρως λειτουργικό αυτοκίνητο και όχι ως μουσειακό απολίθωμα.
Εξετάζοντας αυτήν ακριβώς τη λειτουργικότητα, όπως υποδηλώνει και η ονομασία της, η 8 Litre εξοπλίζεται με έναν εξακύλινδρο σε ευθεία διάταξη κινητήρα χωρητικότητας 7.983 κ.εκ., ο οποίος συμπληρώνεται από ένα κιβώτιο τεσσάρων σχέσεων. Και παρότι ο υποφαινόμενος έχει μακρά πείρα σε αυτοκίνητα χωρίς συγχρονιζέ κιβώτια, προβληματίστηκε αρκετά μέχρι να καταφέρει να αλλάξει σχέση χωρίς τη συνοδεία δυνατών μεταλλικών ήχων. Σε αντιπαραβολή με το παρόν ο μόνος τρόπος για να καταφέρει κανείς να έχει το ίδιο ηχητικό αποτέλεσμα στη Mulsanne θα ήταν να ξεβιδώσει το κιβώτιο και να το πετάξει στο πάτωμα. Εξίσου απαιτητική με την αλλαγή των σχέσεων είναι και η αίσθηση του τιμονιού, ο χειρισμός του οποίου παραπέμπει σε περιστροφική βαλβίδα απασφάλισης υδατοστεγούς θύρας υποβρυχίου, εξ ου και η οδήγηση της 8 Litre απαιτεί δύο χέρια, στιβαρά, κλειδωμένα στο βολάν ακόμη και σε ελιγμούς με ελάχιστη ταχύτητα προκειμένου κανείς να μπορέσει να ελέγξει το βάρος της.
Στα προβλήματα χειρισμού που απαιτούν αρκετή εξοικείωση περιλαμβάνεται και η διαδικασία πέδησης. Το πεντάλ φρένου πρέπει να χρησιμοποιείται πολύ πριν καν ακόμη θα σκεφτόταν κανείς ότι πρέπει να πατήσει φρένο σε ένα σύγχρονο αυτοκίνητο, ενώ ακόμη και αν τηρήσει κάποιος ευλαβικά αυτόν τον κανόνα, η επιβράδυνση της 8 Litre εμπνέει μια αίσθηση αβεβαιότητας και φόβου απαιτώντας διαρκή επαγρύπνηση.
Εκτός βέβαια αν συνηθίσει κανείς τη χρήση του μοχλού που βρίσκεται πλάι στο δεξί του πόδι και δίπλα στον επιλογέα ταχυτήτων, ο οποίος επιβραδύνει αποτελεσματικότατα, μέσω του κιβωτίου, τη βάρους 2.438 κιλών 8 Litre, αποτελώντας το μοναδικό μέσο όπου μπορεί να καταφύγει ο οδηγός σε περίπτωση κινδύνου.
Βρετανικός πολιτισμός


Αρκετά όμως με τις δυσκολίες μιας και ο εξακύλινδρος κινητήρας παρά τη χωρητικότητα 1.331 κ.εκ. ανά κύλινδρο ανεβάζει στροφές με αποφασιστική προθυμία και μπάσο ήχο, ενώ η ταχύτητα καταφέρνει να εξαλείψει και ένα μέρος του βάρους από το σύστημα διεύθυνσης.
Και μπορεί οι 220 ίπποι, συνοδευόμενοι από μια αντιστοίχως γενναιόδωρη ροπή και η ποιότητα μετακίνησης που προσφέρει η 8 Litre να μη συγκρίνονται με τα μεγέθη των 512 ίππων, τα 1.020 Nm ροπής και τον απαράμιλλο –ακόμη και με τα μέτρα τού σήμερα –πολιτισμό της Mulsanne, ωστόσο θα πρέπει κανείς να θαυμάσει τη σχεδόν παντελή απουσία τριγμών από ένα αυτοκίνητο που κοντεύει τα 100 και δημιουργήθηκε σε μια εποχή όπου ο κανόνας ήταν ελάχιστα υδατοστεγή και υπέρμετρα θορυβώδη τετράτροχα από τα οποία ίσως έβγαινες ακόμη πιο ταλαιπωρημένος από ό,τι αν πήγαινες με τα πόδια.
Θέμα γονιδιών


«Αυτό που ήθελα πάντα ήταν να δημιουργήσω ένα αυτοκίνητο που να επικρατεί νεκρική σιγή ακόμη και σε ταχύτητες 160 χλμ./ώρα και νομίζω ότι πλέον το καταφέραμε» ήταν τα λόγια του W.O. Bentley στην παρουσίαση της 8 Litre, και αν το καλοσκεφτεί κανείς πρόκειται ακριβώς για τις ίδιες αξίες που διαπνέουν και τη Mulsanne, η οποία με τις σοφιστικέ τεχνολογίες ηχομόνωσης –όπως για παράδειγμα ο αφρός στο εσωτερικό των ελαστικών για λιγότερο θόρυβο –και γεωμετρίας της ανάρτησης εξασφαλίζει μια σχεδόν απόκοσμα αθόρυβη μετακίνηση σε ταχύτητες ακόμη μεγαλύτερες.
Μιλώντας για ταχύτητα, σίγουρα πολλά πράγματα απαιτούν εξοικείωση στην 8 Litre, ωστόσο αν τη συνηθίσεις και την κατευθύνεις με σιδηρά πυγμή, ξεδιπλώνει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ταλέντο επιβλητικής ταχύτητας και ευελιξίας.
Η διαδικασία είναι σίγουρα ευκολότερη στην πιο αεροδυναμική Mulsanne –αν και ο αεροδυναμικός συντελεστής του 0,33 της 8 Litre αποτελεί επίτευγμα για την εποχή και για ένα αυτοκίνητο με γρίλια σαν πύλη μεσαιωνικού κάστρου –αλλά είναι σαφές ότι αμφότερες οι Βρετανίδες μοιράζονται τα ίδια γονίδια.
Ακόμη και αυτά που, παρά το βάρος και τον όγκο τους, τις καθιστούν ευέλικτες στις στενές στροφές, χάρη στη σοφή γεωμετρία της ανάρτησης και στην ακρίβεια του συστήματος διεύθυνσης. Συνεπικουρούμενης της τεχνολογικής εξέλιξης, ειδικά δε στη Μulsanne των 2.685 κιλών, η ακρίβεια του συστήματος διεύθυνσης της εξασφαλίζει χαρακτηριστικά ευελιξίας που θα διεκδικούσαν αυτοκίνητα με το μισό μέγεθος και βάρος.
Και μπορεί οι επιδόσεις αλλά και οι ακραίες οδηγικές συνθήκες και απαιτήσεις να μην είναι το ζητούμενο στην κατηγορία, ωστόσο η ικανότητα να αντεπεξέρχονται σε αυτές θα μπορούσε να θεωρηθεί κοινός τόπος τόσο στο παρόν όσο και στο παρελθόν της Bentley. Ο δε εξελικτικός συνδυασμός εξωπραγματικής ικανότητας και αθλητικών επιδόσεων της ανανεωμένης Mulsanne που με στενό μαρκάρισμα καταφέρνει να κλέβει πωλήσεις από τη Rolls-Royce, η οποία απεργάζεται τη διάδοχο της Phantom, θα έκανε σίγουρα τον W.Ο. Bentley να χαμογελάσει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ