Για ακόμα μία φορά οι ευρωπαίοι ακολούθησαν τη γνωστή τακτική τους και κλώτσησαν το κουτάκι πιο κάτω στο δρόμο, για ακόμα μία φορά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αποδείχθηκε αήττητος στο γήπεδό του και για ακόμα μια φορά η ελληνική πλευρά δεν είχε σχέδιο με αποτέλεσμα να δώσει πολλά και να πάρει ελάχιστα.
Διότι η συμφωνία στο προχθεσινό Eurogroup δεν αντιμετωπίζει τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας ούτε προσφέρει λύση στο θέμα του χρέους, την οποία η κυβέρνηση είχε κάνει σημαία και έδωσε πάρα πολλά στους δανειστές, παραβιάζοντας πολλές «κόκκινες γραμμές» της προκειμένου να πάρει μια λύση που θα καθιστούσε το χρέος βιώσιμο.
Αυτό που πήρε ήταν βραχυπρόθεσμα μέτρα διαχείρισης του χρέους και μια υπόσχεση για ελάφρυνση το 2018. Και αυτό «αν χρειαστεί» τότε, σύμφωνα με το νέο δόγμα Σόιμπλε, το οποίο έχει υιοθετήσει πλέον το Eurogroup συμπεριλαμβάνοντας τον όρο «αν χρειαστεί» στις ανακοινώσεις του κάθε φορά που αναφέρεται στην ελάφρυνση του χρέους, εγκαταλείποντας τη δέσμευση του 2012 ότι αν η Ελλάδα ικανοποιήσει τις υποχρεώσεις της για πρωτογενές πλεόνασμα και διαρθρωτικές αλλαγές, οι πιστωτές θα προχωρήσουν σε ελάφρυνση του χρέους.
Τα μέτρα που θα εξετάσει ο ESM μέχρι το 2018 αφορούν τη μεταφορά στο μέλλον κάποιων λήξεων και πληρωμών τόκων, ώστε να μην πέσει έξω το τρέχον πρόγραμμα και χρειαστούν οι εταίροι να ζητήσουν πάλι χρήματα για την Ελλάδα από τα Κοινοβούλιά τους. Τα υπόλοιπα είναι αντικείμενο συζήτησης, η οποία πάντως πρέπει να έχει καταλήξει μέχρι το τέλος του χρόνου καθώς το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ θα πρέπει μέχρι τότε να έχει εγκρίνει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Και για το κάνει αυτό θα πρέπει να υπάρχει ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους από την οποία να προκύπτει ότι το χρέος είναι βιώσιμο. Το οποίο όπως συμφώνησαν όλοι (Eurogroup, ESM, EE και ΔΝΤ) δεν είναι.
Και η συζήτηση αυτή βρίσκεται ακόμα στην αρχή. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του Πόουλ Τόμσεν όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους σε τι επιτέλους συμφώνησαν για το χρέος, καθώς οι απαντήσεις που έδωσαν οι Γερούν Ντάισελμπλουμ και Κλάους Ρέγκλινγκ μπέρδεψαν παρά ξεκαθάρισαν τα πράγματα με τα πολλά «αν και εφόσον» , ο οποίος είπε ότι «συμφωνήσαμε στα μέτρα, αλλά δεν τα ποσοτικοποιήσαμε»!
Με δεδομένο ότι αποκλείστηκε το «κούρεμα», τα όποια μέτρα για την ελάφρυνση αφορούν τη μείωση των επιτοκίων και την επιμήκυνση των λήξεων, είτε αυτές αφορούν τα διμερή δάνεια, τα δάνεια του EFSF, του ESM ή του ΔΝΤ. Αυτά χρειάζεται να ποσοτικοποιήσουν οι δανειστές με βάση τις εκτιμήσεις για την ανάπτυξη και το πρωτογενές πλεόνασμα. Αλλά η απάντηση του Πόουλ Τόμσεν είναι ενδεικτική της στάσης του Ταμείου απέναντι στο Eurogroup και της πίεσης που δέχθηκε από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Από τη γλώσσα του σώματος του δανού αξιωματούχου και τις αόριστες απαντήσεις του στη συνέντευξη Τύπου ήταν εμφανής η απαξιωτική του διάθεση για τη αναβλητικότητα των ευρωπαίων
Πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν αναφέρουν ότι ο γερμανός υπουργός Οικονομικών πήρε πάνω του το θέμα και το έκλεισε μην αφήνοντας περιθώρια στον εκπρόσωπο του Ταμείου. Αλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι η Κριστίν Λαγκάρντ έστειλε στο γήπεδο του Σόιμπλε τον Πόουλ Τόμσεν. Η ίδια θα έχει καλύτερη ευκαιρία να περάσει τις θέσεις του Ταμείου στην Ανγκελα Μέρκελ στη συνάντηση Κορυφής του G7, σήμερα και αύριο στην Ιαπωνία παρουσία του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος, όπως έχει αποδειχθεί, έχει επιρροή στη γερμανίδα καγκελάριο. Αλλωστε, διαφορετικές είναι οι προτεραιότητες της Ανγκελα Μέρκελ η οποία δεν θα είναι υποψήφια τέταρτη θητεία στις εκλογές του 2017 και επιθυμεί να φροντίσει την υστεροφημία της και άλλες του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για τον οποίο οι γερμανικές εκλογές αποτελούν προτεραιότητα καθώς δεν αποκλείεται να διεκδικήσει την καγκελαρία.
Πάντως το γεγονός ότι υπήρξε συμφωνία στο Eurogroup είναι θετικό για την Ελλάδα. Αφαιρεί την αβεβαιότητα, όμως μόνο μέχρι τον Σεπτέμβριο που θα επαναξιολογηθεί η πορεία του προγράμματος. Αυτό άλλωστε ήθελαν και οι ευρωπαίοι να κλείσουν το θέμα ενόψει του βρετανικού στο δημοψηφίσματος της 23ης Ιουλίου για το αν χώρα θα παραμείνει ή όχι στην ΕΕ.
Με τη συμφωνία ενισχύεται η ρευστότητα της χώρας. Μέχρι τα μέσα Ιουνίου προβλέπεται να εκταμιευθούν 7,5 δισ. Ευρώ κυρίως για την αποπληρωμή των ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ και υπό την προϋπόθεση η Ελλάδα θα κάνει κάποιες διορθώσεις στο πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε την περασμένη Κυριακή και οι οποίες αφορούν την υπαγωγή στο νόμο για τα «κόκκινα» δάνεια και των δανείων με εγγύηση του Δημοσίου, τα οποία μονομερώς είχε εξαιρέσει η κυβέρνηση, το Ταμείο Αλληλεγγύης και το ΕΚΑΣ, καθώς και την ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού.
Επίσης με την επίτευξη της συμφωνίας η ΕΚΤ αναμένεται στην επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού της Συμβουλίου στη Βιέννη την επόμενη Πέμπτη 2 Ιουνίου να ξανακάνει επιλέξιμα για χρηματοδότηση τα ελληνικά ομόλογα, επαναφέροντας το waiver και σε δεύτερη φάση να τα εντάξει στο πρόγραμμα χαλάρωσης QE. Πρακτικά αυτό σημαίνει όφελος για τις ελληνικές τράπεζες, το οποίο εκτιμάται συνολικά σε 450 εκατ. Ευρώ ενίσχυση της κερδοφορίας τους από τη μείωση του κόστους άντλησης χρήματος.
Αυτή η διαφορά της τάξεως του 1,5% στο κόστος δανεισμού μεταξύ ELA και ΕΚΤ θα μεταφερθεί και στις επιχειρήσεις. Εξάλλου από τη συμφωνία ήδη έχει υποχωρήσει σημαντικά η απόδοση των ομολόγων που για το δεκαετές βρίσκεται στο 7,3% από περίπου 10% που ήταν στις αρχές του χρόνου ενώ αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω από τις αναμενόμενες αναβαθμίσεις του χρέους από τους οίκους αξιολόγηση. Όλα αυτά αναμφίβολα θα συμβάλουν στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.