Κάθε βιβλιαράκι του Κωστή Παπαγιώργη κρύβει πίσω του ένα κουσούρι, μία θυμωμένη πληγή ή ένα τράνταγμα, έναν μύχιο κλονισμό, ο οποίος επέχει θέση ψυχικής και πνευματικής αποκάλυψης. Όταν το 1994 ανασηκώνει τα μανίκια του γραφιά για Τα μυστικά της συμπάθειας, ένα από τα πιο οξυδερκή βιβλία του, τα βάζει με το υπερτροφικό και αυτάρεσκο Εγώ του σύγχρονου ανθρώπου.

Συμπάθεια ορίζεται η θυμική ταύτιση με τον άλλο, η μέθεξη στο πάθος του, η εσωτερίκευση, η οικειοποίηση μια έξωθεν ιστορίας. Είναι η αφήγηση πάνω σε αφήγηση. Τι πιο ανθρώπινο και συγγνωστό από την αντίδραση ενός τηλεθεατή ειδήσεων, αναγνώστη ενός site, ή χρήστη κοινωνικού δικτύου, του οποίου ο ψυχισμός κλυδωνίζεται αυθωρεί και παραχρήμα στο θέαμα ή την αφήγηση του δράματος των προσφυγικών ροών από την Συρία, ανθρώπων που αγωνίζονται παντί τρόπω και παντί σθένει να προσεγγίσουν την επικράτεια ενός ευρωπαϊκού Κράτους Πρόνοιας και Δικαίου;

Η αντίδραση του τηλεθεατή ή του αναγνώστη ακολουθεί αβίαστα το σκίρτημα της συμπάθειας. Παίρνει την θέση του πάσχοντος: Αν ήμουν πρόσφυγας… Καθείς βιώνει μια τρομερή εμπειρία πιθανώς με δάκρυα στα μάτια, χωρίς να ζει καμιά εμπειρία. Η ταύτιση είναι πλασματική, είναι πλάσμα, όχι πάθημα. Παρά την ψυχική διαταραχή, το εδώ παραμένει απείρως μακριά από το εκεί. Η φαντασία χορηγεί άπειρα θαλασσοδάνεια και πάντα ξεχνάει να γυρέψει πίσω τα οφειλόμενα.

Ο φιλόσοφος Μαξ Σέλερ, και διπλωμάτης στην “κανονική” του ζωή, στο Φύση και μορφές της συμπάθειας το 1923 είχε κάνει την διάκριση ανάμεσα στο συμπάσχω με κάποιον και μετέχω απλώς στην κατάστασή του. Είναι εξόχως διαφορετικό το να συμμερίζεται κανείς τον πόνο του άλλου από το να ταράζεται απλώς από τον πόνο του. Αυτή την δεύτερη θυμική κοινωνική συμπεριφορά, καίτοι λιγότερη ευγενή, ο Παπαγιώργης την ανακηρύσσει σε πιο ριζική, πιο θεμελιώδη, έκφραση του ανθρώπινου ψυχισμού από την καθαυτή συμπάθεια. Ο ίδιος κρίνει ότι τις περισσότερες φορές που άνθρωπος είναι “καλός”, έχει απλώς γλυτώσει από τον εαυτό του. Η συμπάθεια βασίζεται στην θυμική μετοχή, η θυμική μετοχή δεν συνεπάγεται αναγκαστικά την συμπάθεια.

Η εικόνα ενός πρόσφυγα που καταπίνει εξουθενωμένος και ξέπνοος χιλιόμετρα μέσα στην βροχή βαστώντας το παιδί του στα χέρια για να φτάσει σε κλειστά σύνορα τα λέει όλα. Είναι η ενσάρκωση της δυστυχίας, ζει αυτό που κανείς δεν θέλει να ζήσει. Είτε καταβάλλουμε τον οβολό μας, σαν διαβατήριο δικαίωμα απομάκρυνσης από την κατάσταση, για να ξορκίσουμε το κακό, είτε συνεχίζουμε την ζωή μας σαν να μην συμβαίνει τίποτα, ουσιαστικά κάνουμε το ίδιο. Αρνούμαστε να έρθουμε στην θέση του, μισούμε και το παραμικρό ίχνος συμπάθειας που ενδέχεται να γεννηθεί.

Το φρικώδες όταν τελείται με ξένα έξοδα, βρίσκει αμέσως πελάτες. Η συμφορά όταν σκάει μακριά από την κεφαλή μας αλλάζει νόημα. Η φρίκη, όταν πλήττει τους άλλους ασκεί μίαν ανεξήγητη έλξη, ακόμα και πάνω στα υγιή πνεύματα. Αυτό το ηδονικό συναίσθημα είναι απότοκο μίας αυθόρμητης σύγκρισης. Το δράμα του άλλου, υπογραμμίζει την ασφάλεια του παρατηρητή. Μπροστά στο πιο αποτρόπαιο θέαμα, ο θεατής μακαρίζει εντός του την δική του καλή τύχη.

Στην τρέχουσα προσφυγική κρίση άτομα, ομάδες, οργανισμοί, κρατικοί μηχανισμοί, παρέχουν βοήθεια, είναι πολλοί εκείνοι που σπεύδουν να συνδράμουν. Όταν αυτό συμβαίνει χωρίς να απαθανατίζεται στην κάμερα ή να δημοσιεύεται συστηματικά σε ημερολόγια προσφυγιάς διατηρεί την αθωότητα και την αυθορμησία του. Στην Ελλάδα δύσκολα συναντά κανείς οικογένεια δίχως προσφυγικές μνήμες. Το ίδιο συμβαίνει και στα περισσότερα σήμερα ευρωπαϊκά κράτη. Κι όμως κράτη που μέτρησαν χιλιάδες ή εκατομμύρια πολιτών τους να φυλλορροούν ως πρόσφυγες, σήμερα υψώνουν περίτρανα τείχη. Δίχως να εκλείπει παράδειγμα μεσογειακής χώρας, της πιο απομακρυσμένης από την περιοχή των συρράξεων, να απορεί και να εξανίσταται, γιατί ενώ από το καλοκαίρι έχει έτοιμες εγκαταστάσεις υποδοχής χιλιάδων προσφύγων, εκείνοι δεν καταφθάνουν ποτέ.

Θα μπορούσαν πολλά να ειπωθούν. Για την βέβηλη και κούφια πράξη της έκφρασης “συμπάθειας” στα λόγια ή με φωτογραφίες μέσα στα κοινωνικά δίκτυα, τον προσωπικό θάλαμο ψυχολογικής και ηθικής αποσυμπίεσης του σύγχρονου ατόμου. Ή την αποσπασματικότητα και την έλλειψη οργάνωσης των ομάδων και των οργανώσεων. Για τις αδυναμίες των κρατικών μηχανισμών μεσούσης πανευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής κρίσης. Τις ανιστόρητες δηλώσεις και αποφάσεις αλπικών πολιτικών, που δεν είναι σε θέση να εννοήσουν τι μπορεί να σημαίνει φύλαξη θαλάσσιων συνόρων. Το έλλειμμα πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Για τις ευθύνες της διεθνούς κοινότητας για μη παρέμβαση. Για τις διαφορές στις απόψεις και την αντιμετώπιση μεταξύ ατόμων, περιοχών, κρατών. Ο μόνος λόγος που η Ευρώπη μαζί με τους πολίτες της παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα, λες και πρόκειται για τελικό Champions Leagueτην παρούσα προσφυγική κρίση, μοιάζει να είναι το γεγονός ότι άρχισε να απειλείται το δικό της οικοδόμημα, το γεγονός ότι εξαίφνης το μακριά, που μέχρι πρότινος δεν την αφορούσε, έφτασε πια στην πόρτα της. Αν όχι στο σαλόνι.

Ενδεχομένως, εκείνο που θα αρκούσε είναι μία προσωπική άσκηση “συμπάθειας”. Να περάσει κανείς δίχως προηγουμένως να έχει πάρει βραδινό, μία νύχτα Μαρτίου με ξαστεριά, ασκεπής στο μπαλκόνι του. Το ψύχος και η νηστεία, όπως έλεγε ο Μπρεχτ, κάνουν πάντοτε καλό.

“Η αγάπη και η συμπάθεια, από μιαν ορισμένη σκοπιά, είναι λειτουργίες χάρη στις οποίες προσπελάζουμε την ουσία των πραγμάτων. Από τον τρόπο ύπαρξης της αγάπης και της συμπάθειας συνάγονται συμπεράσματα προς όφελος της ενότητας του κόσμου.” Κι αυτό ο Μαξ Σέλερ το είχε πει, σε διαφορετική σελίδα της Συμπάθειας.