Δώδεκα. Τόσοι είναι οι πόλεμοι που έχουν διεξαχθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων περίπου 500 ετών μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Από τα μέσα του 16ου αιώνα, όταν τα στίφη των Οθωμανών αποπειράθηκαν να καταλάβουν την πόλη Αστραχαν στο Δέλτα του Βόλγα, ως και τις αρχές του 20ού αιώνα και την Εκστρατεία του Καυκάσου (1914-1918), οι δύο πρώην αυτοκρατορίες αιματοκύλισαν δεκάδες πεδία μαχών καθορίζοντας σημαντικά τον ρου της παγκόσμιας ιστορίας.
Σήμερα, έπειτα από περισσότερο από δύο δεκαετίες σφιχτού οικονομικού εναγκαλισμού –από την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη ως και την κατάρριψη τον περασμένο Νοέμβριο ενός ρωσικού μαχητικού από την Τουρκία -, οι δύο χώρες είναι και πάλι στα μαχαίρια, με κορυφαίους ευρωπαίους πολιτικούς –από τον γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ ως την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Φεντερίκα Μογκερίνι – να δηλώνουν πως «ένας πόλεμος Ρωσίας – Τουρκίας δεν μπορεί να αποκλειστεί». Πόσο υπαρκτός όμως είναι ο κίνδυνος αυτός; Μπορεί όντως να ξεσπάσει ο 13ος ρωσοτουρκικός πόλεμος;
Σημείο τριβής οι Κούρδοι της Συρίας
Διεθνείς αναλυτές μιλούν για έναν άτυπο και βραδυφλεγή Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο που διεξάγεται τμηματικά και διά αντιπροσώπων στη Συρία. Οι εμπλεκόμενες δυνάμεις είναι ανησυχητικά πολλές, με αντικρουόμενα συμφέροντα. Η Αγκυρα στηρίζει ομάδες ανταρτών που μάχονται κατά του Μπασάρ αλ Ασαντ, ενώ η Μόσχα συμβάλλει με την πολεμική της αεροπορία στην επανάκτηση πολλών εδαφών από τις δυνάμεις του σύρου δικτάτορα.
Σημείο τριβής είναι η έμμεση στήριξη που παρέχει η Ρωσία στους Κούρδους της Συρίας, διακαής πόθος των οποίων είναι η δημιουργία μιας κουρδικής ζώνης σήμερα η οποία θα μπορούσε αύριο να μετεξελιχθεί σε κράτος. Η Τουρκία απειλεί ότι σε αυτή την περίπτωση θα εισβάλει στην όμορη χώρα. Γνωρίζει ωστόσο ότι, δεδομένης της ισχυρής ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας, μια τέτοια αποστολή δίχως καταιγιστική αεροπορική κάλυψη θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. Γνωρίζει επίσης πως υπέρ της στήριξης των Κούρδων της Συρίας (της μοναδικής χερσαίας δύναμης που μάχεται αποτελεσματικά κατά του Ισλαμικού Κράτους) τάσσεται ανοιχτά και ο Λευκός Οίκος, συνεπώς και η πλειονότητα των χωρών του ΝΑΤΟ.
Ο κίνδυνος των λανθασμένων υπολογισμών
Παρότι στο άρθρο 5 της Καταστατικής Συνθήκης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας ρητά τα κράτη-μέλη θεωρούν οποιαδήποτε «ένοπλη επίθεση» προς σύμμαχο κράτος επίθεση «εναντίον όλων», η τουρκική ηγεσία δείχνει να αντιλαμβάνεται πως δύσκολα η Δύση θα ερχόταν σε στρατιωτική εμπλοκή με τη Ρωσία για τη διασφάλιση των όποιων τουρκικών συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά, ούτε η Ρωσία επιθυμεί μια σύρραξη με τη Δύση. Κύριος στόχος της φαίνεται πως είναι να αποδείξει ότι παραμένει παγκόσμια υπερδύναμη, ο λόγος της οποίας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.
«Πιστεύω ότι καμία πλευρά δεν επιθυμεί μια στρατιωτική αντιπαράθεση» δήλωσε στο «Βήμα» ο Ντμίτρι Γκόρενμπουργκ, συνεργάτης του Κέντρου Ρωσικών και Ευρασιατικών Σπουδών Davis Center του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, επισημαίνοντας ωστόσο έναν άλλον κίνδυνο. «Η αντιπαράθεση κατέληξε να είναι προσωπική, μεταξύ δύο ισχυρών ηγετών που αισθάνονται προσβεβλημένοι. Ως αποτέλεσμα κανένας δεν εμφανίζεται διατεθειμένος να υποχωρήσει με τρόπο που θα έπληττε το γόητρό του, καθώς αυτό θα ζημίωνε τη θέση του στο εσωτερικό. Αμφότεροι προσπαθούν να δώσουν την εντύπωση ότι υπερασπίζονται την πατρίδα τους, δίχως ωστόσο να φτάσουν στο σημείο να προκαλέσουν μια στρατιωτική σύρραξη που κανένας δεν θέλει. Σε μια τέτοια στάση, ωστόσο, ενυπάρχει ο κίνδυνος των λανθασμένων υπολογισμών οι οποίοι θα μπορούσαν να μετεξελιχθούν σε μια ανοιχτή στρατιωτική αντιπαράθεση» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Γκούσταβ Γκρέσελ, ερευνητής του European Council on Foreign Relations
«Σύγκρουση δύο υπερφίαλων ηγετών»
«Κανένας δεν μπορεί να τον αποκλείσει με βεβαιότητα, αλλά ένας πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών παραμένει εξαιρετικά απίθανος» υποστηρίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο Γκούσταβ Γκρέσελ, ερευνητής του European Council on Foreign Relations. Και εξηγεί: «Αν η Τουρκία κλιμακώσει την ένταση, οι πιθανότητες οι ΗΠΑ και η Δύση να αφήσουν τον Ερντογάν στα κρύα του λουτρού είναι υψηλές. Οπότε, παρά την αυτοπεποίθηση και τα σκληρά λόγια του, ο τούρκος πρόεδρος γνωρίζει τα όρια της τουρκικής ισχύος και γι’ αυτό θα αποπειραθεί να ελιχθεί με κάθε τρόπο. Κυρίως γιατί δεν θέλει να μετατραπεί η Συρία σε ένα προτεκτοράτο υπό τον έλεγχό του και να φέρει ο ίδιος την ευθύνη για την ασφάλεια στη διαλυμένη χώρα. Αν ήταν αυτός ο στόχος του, θα είχε ήδη εισβάλει». Οσον αφορά τη Ρωσία, «είναι ισχυρότερη στρατιωτικά αλλά υπάρχουν γεωγραφικοί περιορισμοί. Οι σύμμαχοί της που έχουν κοινά σύνορα με την Τουρκία, όπως η Συρία και το Ιράν, αποτελούν ευάλωτους στόχους για τους Τούρκους» επεσήμανε ο κ. Γκρέσελ. «Οπότε αν το Εγώ δεν προδώσει είτε τον σουλτάνο είτε τον τσάρο, δεν πρόκειται να υπάρξει ανοιχτός πόλεμος» κατέληξε, προσδιορίζοντας ότι ακόμη και σε περίπτωση λανθασμένων υπολογισμών ή σύρραξης των αντιπροσώπων των δύο χωρών, «θα υπάρξουν διπλωματικές παρεμβάσεις και διεθνείς ελιγμοί προτού συμβεί κάτι μεγαλύτερο». Πάντως, σύμφωνα με τον κ. Γκρέσελ, το ζήτημα για τη Δύση και ειδικά για την Ευρώπη δεν αφορά το ενδεχόμενο να ξεσπάσει ένας 13ος ρωσοτουρκικός πόλεμος αλλά το πόσοι άνθρωποι θα μετατραπούν σε πρόσφυγες εξαιτίας της έντασης μεταξύ των δύο χωρών και μεταξύ δύο υπερφίαλων ηγετών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



