Μετά την πρόσφατη δημοσίευση στον «Guardian» ότι το 30% της κίνησης στο Διαδίκτυο αποδίδεται στη διακίνηση πορνογραφικού υλικού, η πορνογραφία δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει απλώς μια κρυφή ερωμένη – κάποιος έπρεπε να ασχοληθεί μαζί της σοβαρά. Μόνο στην Αμερική υπάρχουν 4,2 εκατομμύρια πορνογραφικά σάιτ τα οποία κάθε μήνα προσελκύουν περισσότερους επισκέπτες από ό,τι οι χρήστες των Netflix, Amazon και Twitter αθροιστικά.

Αυτή η σκέψη κινητοποίησε τη Φιόνα Ατγουντ, καθηγήτρια πολιτισμικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μίντλσεξ, και την Κλαρίσα Σμιθ, λέκτορα σεξουαλικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σάντερλαντ, ώστε να γίνουν εκδότριες της τριμηνιαίας επιστημονικής επιθεώρησης «Porn Studies». Ενώ τα περισσότερη μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας φοβούνται μήπως τους αποδοθεί ο χαρακτηρισμός «porn guy» (τσοντάκιας), οι δύο καθηγήτριες παρακάμπτουν την υποκρισία δηλώνοντας ευθαρσώς ότι πρόκειται για την «πρώτη εξειδικευμένη, διεθνή επιστημονική επιθεώρηση που εξετάζει με κριτική ματιά τα πολιτισμικά προϊόντα και τις υπηρεσίες που θεωρούνται πορνογραφικές». Το πρώτο τεύχος κυκλοφορεί τώρα από τις εκδόσεις Routledge και διατίθεται δωρεάν στο Διαδίκτυο.

«Κάθε άνθρωπος έχει τρεις ζωές: τη δημόσια, την ιδιωτική και την κρυφή ζωή του» έγραφε ο πρόσφατα χαμένος Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Η πορνογραφία ανήκει συνήθως στην τρίτη περίπτωση. Τι επιπτώσεις, όμως, έχει ένα φαινόμενο τόσο διάχυτο πλέον στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου και στις σχέσεις του; Ως την εμφάνιση της επιθεώρησης, μόνο η λογοτεχνία και το σινεμά κοίταζαν με πλάγιο, αλλά και βαθύ τρόπο μέσα από την κλειδαρότρυπα τον κρυφό κόσμο της πορνογραφίας. Το ύφος μεταμοντέρνων συγγραφέων όπως ο Μισέλ Ουελμπέκ («Στοιχειώδη σωματίδια»), ο Μπρετ Ιστον Ελις («Γκλαμόραμα») και ο Ιρβιν Γουέλς («Porno») σε ορισμένα σημεία αγγίζει τα όρια της πορνογραφικής λογοτεχνίας.

Στον κινηματογράφο, η πορνογραφία λειτουργούσε πάντα ως πρόσχημα για την εξερεύνηση της ανθρώπινης ύπαρξης. Παράλληλα, ο μικρόκοσμος της βιομηχανίας του πορνό ενσωματώθηκε σε ταινίες όπως οι «Ξέφρενες νύχτες» (1997) «Λίντα Λάβλεϊς: Το βαθύ λαρύγγι» (2013). Σημαντικοί κινηματογραφιστές δανείστηκαν πορνογραφικό υλικό: ο Στίβεν Σόντερμπεργκ στο «Συνοδός πολυτελείας» (2009) επέλεξε ως πρωταγωνίστρια την ελληνικής καταγωγής Σάσα Γκρέι, που σχεδόν υποδυόταν τον εαυτό της, ενώ το περσινό «Don Jon» του Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ περιστρέφεται γύρω από τον βίο ενός σύγχρονου Δον Ζουάν που ικανοποιείται μόνο με το πορνό.

Ισως η πιο ειλικρινής στάση για την πορνογραφία προέρχεται σήμερα από την αμερικανική κωμική παράδοση, με πιο χαρακτηριστικό εκπρόσωπο τον ιδιοφυή Λούι Σ. Κ., μακρινό απόγονο του Γούντι Αλεν. Σε πρόσφατο επεισόδιο από τη δημοφιλέστατη τηλεοπτική του σειρά, με τίτλο «Louie», μια παρέα αντρών και μια γυναίκα (όλοι γνωστοί κωμικοί που υποδύονται τον εαυτό τους) συζητούν εξομολογητικά για τον αυνανισμό (πόσες φορές την ημέρα αυτοϊκανοποιούνται) γύρω από την πράσινη ροτόντα στο τραπέζι του πόκερ. Μετά την απενοχοποίηση του αυνανισμού και την αποσύνδεσή του από την εκκλησιαστική αμαρτία, ίσως ήρθε ο καιρός η δυτική κοινωνία να κοιτάξει με περισσότερη κατανόηση και το διάχυτο φαινόμενο mainstream πορνό.

*Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑmen Ιουνίου 2014