«Η ιστορία έχει ως εξής: θέλεις κάτι ακριβό, αλλά δεν έχεις αρκετά χρήματα. Εγώ είμαι καλός στο να κλέβω και χρειάζομαι χρήματα. Επικοινωνείς μαζί μου, με ρωτάς αν μπορώ να κλέψω αυτό που θέλεις και μου λες πόσα είσαι διατεθειμένος να πληρώσεις». Η αγγελία είναι σύντομη, σαφής και περιεκτική. Προέρχεται από τον ιστότοπο Buttery Bootlegging και μη σπεύσετε να πληκτρολογήσετε www.butterybootlegging.com, γιατί δεν πρόκειται να τη βρείτε εκεί. Βλέπετε, ο χρήστης Dangler, κλειδοκράτορας του παραδείσου των κλοπών, δεν διαφημίζει το ταλέντο του στην επιφάνεια του Διαδικτύου, αλλά στις αχαρτογράφητες αβύσσους του λεγόμενου «Deep Web».
«Βαθύς ιστός», «σκοτεινός ιστός», «μυστικός ιστός», οι ονομασίες είναι πολλές, αλλά η ουσία μία, ενιαία και αδιαίρετη. Πρόκειται για ένα σύνολο δικτυακών τόπων κρυφών από τα εργαλεία αναζήτησης του Google, προστατευμένων από τις τεχνικές υποκλοπής των υπηρεσιών ασφαλείας, καλυμμένων από έναν μανδύα απόλυτης ανωνυμίας. Απότοκο του TOR, ενός στρατιωτικού προγράμματος υπεράσπισης δεδομένων που αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 από το ερευνητικό εργαστήριο του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, τo Deep Web είναι η λυδία λίθος όσων επιζητούν την πλήρη απόκρυψη του διαδικτυακού τους ίχνους. Το σχετικό software χρησιμοποιείται σήμερα από εκατομμύρια χρήστες (36 εκατ. downloads μόνο εντός του 2011) από το Wikileaks έως κινέζους διαφωνούντες – και πάσης φύσεως εγκληματίες.
Ιδανικός εκπρόσωπός τους, ο Ρος Ούλμπριχτ. Ως τις αρχές του περασμένου Οκτωβρίου ο γνωστός στον εικονικό κόσμο ως «Dread Pirate Roberts» ήταν ο διαχειριστής της πιο προσοδοφόρου από τις τοποθεσίες του Deep Web. To «Silk Road», όνομα δανεισμένο από τον μεσαιωνικό εμπορικό «δρόμο του μεταξιού» μεταξύ Ευρώπης και Απω Ανατολής, προπαγάνδιζε την απόλυτη εμπειρία της αγοράς χωρίς περιττούς νόμους και κανόνες: «Στον πυρήνα του είναι ένας τρόπος να παρακάμψουμε τις κρατικές ρυθμίσεις. Αν εκείνοι λένε ότι δεν μπορούμε να αγοράσουμε ή να πουλήσουμε συγκεκριμένα προϊόντα, εμείς θα το κάνουμε έτσι κι αλλιώς» έλεγε ο «Dread Pirate» σε συνέντευξή του στο «Forbes» τον περασμένο Αύγουστο.
Μαύρη αγορά όπλων, εκρηκτικών, παραχαραγμένων διαβατηρίων, ψευδών πτυχίων, πορνογραφίας και εγκληματικών υπηρεσιών επιπέδου «Breaking Bad», το Silk Road απέκτησε τη φήμη υψηλής εξειδίκευσης στον τομέα των ναρκωτικών: ένας τυπικός πελάτης του αγόραζε το προϊόν της αρεσκείας του με το δικτυακό νόμισμα Bitcoin, παραλάμβανε την παραγγελία του με κούριερ και αξιολογούσε την ποιότητά της. Προτού συλληφθεί από τις αμερικανικές Αρχές κατηγορούμενος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, διακίνηση ναρκωτικών και τη σύναψη δύο συμβολαίων θανάτου («150.000-300.000 δολάρια είναι μάλλον ακριβά, είχα κανονίσει μια “καθαρή” δουλειά για 80.000» φέρεται να λέει), ο Ούλμπριχτ είχε φτάσει να διευκολύνει τακτικές συναλλαγές 100.000 ατόμων με αξία 1 δισεκατομμύριο δολάρια, αποκομίζοντας προμήθεια ύψους 80 εκατ. σε διάστημα δύο ετών. Η νορβηγίδα προγραμματίστρια Ρούνα Σάντβικ θα εξηγούσε στο «GQ» τον Φεβρουάριο του 2013 ότι αν δεν προέκυπταν πειστήρια εγκλήματος, το Silk Road δεν θα μπορούσε να «κατεβεί» λόγω κενού δικαίου: «Η βρετανική νομοθεσία το απαγορεύει βάσει του νόμου περί κατάχρησης υπολογιστών». Ηθικό δίδαγμα; Στη νομικά ακάλυπτη επικράτεια του Ιnternet ισχύει η προειδοποίηση των μεσαιωνικών χαρτών για τις αχαρτογράφητες περιοχές: «Ηic sunt leones», εδώ υπάρχουν λιοντάρια – και άλλα τέρατα.
*Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑmen Απριλίου 2014



