Πριν από πέντε χρόνια ακριβώς, σε μια Αθήνα που θύμιζε βομβαρδισμένη πόλη ύστερα από τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου και των επεισοδίων που ακολούθησαν, οι σπουδαστές των Δραματικών Σχολών αποφάσισαν να πουν πώς νιώθουν με τον δικό τους τρόπο. Οργάνωσαν δράσεις σε κεντρικούς δρόμους, ζωγράφιζαν με σπρέυ το περίγραμμα πτωμάτων χρησιμοποιώντας ως μοντέλα τα σώματά τους, έκαναν παρεμβάσεις στην καθημερινότητα άλλοτε σαστίζοντας, άλλοτε εκνευρίζοντας και άλλοτε εμπνέοντας περαστικούς, διέκοπταν δημοφιλείς θεατρικές παραστάσεις, ανέβαιναν στη σκηνή και έλεγαν λόγια αφύπνισης κάτω από τους προβολείς. Η ηθοποιός Ελεάνα Στραβοδήμου θυμάται εκείνες τις μέρες της φωτιάς και αναρωτιέται αν όλα είναι τελείως διαφορετικά σήμερα.

-Πώς γεννήθηκε η ιδέα των δράσεων, πόσο καιρό κράτησαν, τί περιελάμβαναν και πόσα άτομα απάρτιζαν την ομάδα;

«Υπάρχει μια φράση που έχω καταγράψει στο σημειωματάριοτων ημερών από την πρώτη συζήτηση των σπουδαστών της δραματικής σχολής του Εθνικού στην οποία ήμουν τότε πρωτοετής: «είναι η πρώτη φορά που φοβάμαι αλλά δεν τρομάζω με τον φόβο μου». Αυτή εξηγεί το πώς γεννήθηκαν οι δράσεις. Δυο μέρες μετά τη δολοφονία του μαθητή Αλέξη Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια, είχαμε μάθημα λίγο πιο κάτω, στην Πειραιώς, όπου βρίσκεται η Σχολή. Αλλά τα μαθήματα δεν γινόταν να διεξαχθούν κανονικά! Η κανονικότητα είχε διαταραχθεί. Ζητήσαμε λοιπόν από τους καθηγητές τη διακοπή των μαθημάτων και κλειστήκαμε στη μεγαλύτερη αίθουσα της σχολής να συζητήσουμε, ουσιαστικά να μοιραστούμε την αμηχανία μας , τον φόβο, τον θυμό, την απορία και ό,τι έφερε στην επιφάνεια για τον καθένα κάτι τόσο το πρωτόγνωρο. Γιατί τότε, το 2008,δεν ήταν δεδομένη η παρουσία αστυνομικής περιφρούρησης σε κάθε γωνιά του κέντρου, δεν είχαν ακόμα υπάρξει τόσο εκτεταμένα επεισόδια βίας όπως στο Σύνταγμα του 2011, δεν είχε δολοφονηθεί ο Παύλος Φύσσας, δεν είχαμε επίγνωση οι ευρύτερες πληθυσμιακές ομάδες της επερχόμενης οικονομικής και πολιτικής κρίσης , δεν είχαμε με άλλα λόγια τόσο δεδομένη την αποδοχή του φόβου μας μπροστά σε ένα αβέβαιο και ζοφερό μέλλον».
-Τι αποφασίσατε;
«Η συζήτηση οδήγησε στην κατάληψη της σχολής καθώς είναι δημόσια, ώστε να γίνει το κέντρο συντονισμού από κοινού δράσεων όλων των σχολών. Εγινε κάλεσμα, ανταποκρίθηκαν γρήγορα οι σπουδαστές και των υπολοίπων δραματικών σχολών που είχαν τις ίδιες ανησυχίες εκείνες τις μέρες με εμάς, έγινε η πρώτη αναγνωριστική συνέλευση, ώσπου στη συνέλευση στις 18/12 να έχουμε οργανωθεί έτσι ώστε κάθε σχολή να έχει τη δική της συνέλευση, να κατεβάζει τις δικές της προτάσεις, να προτείνει δράσεις σε από κοινού ψηφίσματα, καθένας δήλωνε σε ποια ομάδα δράσης ήθελε να είναι και ακολουθούσε-μπορεί κάποιος να μην ήταν σε καμία και κάποιος σε όσες περισσότερες επιθυμούσε. Κάθε σχολή είχε το δικό της υπεύθυνο επικοινωνίας μεταξύ των σχολών. Στη δική μου σχολή ήμουν εγώ και η Ελένη Ζαχοπούλου. Δεν υπήρχε κομματική καθοδήγηση από καμία παράταξη και επειδή ο πληθυσμός μιας δραματικής σχολής είναι πολύ πιος μικρός από αυτόν μιας Πανεπιστημιακής ( μιλάμε για 40-60 σπουδαστές σε κάθε σχολή και στα τρία της έτη συνολικά, εκ των οποίων δεν συμμετείχε παρά μια μερίδα στις κινητοποιήσεις), η αίσθηση μιας άμεσης δημοκρατίας ήταν πιο εφικτή παρά ποτέ. Ήταν δηλαδήεφικτή μια ουτοπία».
-Τι συναισθήματα γεννιούνταν τότε;
«Η ενέργεια που μπορεί να προκαλέσει η έστω και ολιγοήμερη ψευδαίσθηση της πραγμάτωσης μιας ουτοπίας μέσα από κινητοποιήσεις, ήταν τεράστια πηγή έμπνευσης. Μόλις το 1/3 από όσα σχεδιάζονταν τελικά πραγματοποιήθηκαν. Όλα έγιναν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και υπήρχε αρκετή τόλμη. Κατεβαίναμε με κοινό πανό στις πορείες, έγραφε-ψηφισμένο από την πλειοψηφία-«Στο θέατρό σας αρνούμαι να παίξω. Φτου ξελευτερία!». Βρίσκω φράσεις από τις συζητήσειςστο σημειωματάριο:«θέλω να προστατεύσω τον άνθρωπο», «καταρχάς να γνωριστούμε, όταν τα πολλά εγώ γίνονται εμείς», «να βρω δράσεις που να εντάσσουν τον άλλο, μην γίνω μια μαριονέτα εντυπωσιασμού»,«η τέχνη μας είναι εκπαιδευτικό μέσον, εκπαιδεύομαι στο θέαμα, με θέαμα θα εκφραστώ, να εκπροσωπήσουμε ένα κομμάτι αλλά να μην κάνουμε το κομμάτι μας στους δρόμους», κάπως έτσι προέκυψαν δρώμενα όπως αυτό στην Ερμού: κάποιοι από εμάς λίντσαραν προβοκατόρικα τους υπολοιπους, με σκοπό να προκαλέσουν τους περαστικούς που είχαν βγει για Χριστουγεννιάτικα ψώνια να αντιδράσουν».
-Τι άλλα δρώμενα πραγματοποιήθηκαν;
«Είχαμε παραστήσει τα πτώματα στη μέση της Ερμού Σάββατο πρωί.Κάναμεfreeze, παγώναμε όλοι μαζί σαν να χάλαγε το σύστημα ελέγχου για λίγα λεπτά. Και άλλα, πιο ρομαντικά, όπως το να μπαίνουμε στο μετρό και να λέμε ξαφνικά δυνατά ο ένας στον άλλο καλημέρα ή κάτι εμψυχωτικό, γιατί διακρίναμε πως σαν κοινωνία είχαμε αρχίσει να γινόμαστε όλο και πιο φοβισμένη και δύσπιστη -αυτό έγινε μόνο ένα πρωί, γιατί έφερνε και εμάς σε μεγάλη αμηχανία. Επίσης βγάζαμε ομαδικές κραυγές και λέγαμε τραγούδια σε πορεία. Είχε ψηφιστεί μια μέρα για μια καθιστική διαμαρτυρία στο Σύνταγμα ένας στίχος του Σαββόπουλου:«ποιος στ’αλήθεια είμαι εγώ και που πάω,με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό, προβολείς με στραβώνουν και πάω,και γονατίζω και το αίμα σου φιλώ».
-Πώς τα βλέπεις όλα αυτά ύστερα από πέντε χρόνια;
«Είναι πράγματα που τώρα θα ντρεπόμουν πολύ περισσότερο να κάνω ή θα ψείριζα περισσότερο αν «έχει νόημα τώρα αυτό; Και τώρα από απόσταση συνειδητοποιώ πως δεν ήταν καν εκτεταμένες δράσεις, ήταν μια τρύπα στο νερό που διήρκεσε λίγες μέρες χωρίς να ταράξει ιδιαίτερα τα νερά, αλλά εκείνες τις μέρες πραγματικά πιστεύαμε πως μπορεί να βρούμε έναν νέο τρόπο διαμαρτυρίας. Στο σημειωματάριο έχω σημειώσει «να πειραματιστούμε στην αλλάγη». Και για να μην ωραιοποιούμε τα πράγματα, δεν έλειπαν και οι ασυμφωνίες, οι ώωωωρες συζητήσεων,οι διαφορές από σχολή σε σχολή, ο κυνισμός των πιο οργανωτικών σε σχέση με τη χαρά του δρώμενου, οι απώλειες μέρα με τη μέρα κτλ. Απλά υπερίσχυσε πραγματικά για μερικές ημέρες μια πηγαία ανάγκη για συνεννόηση. Για δύο εβδομάδες περίπου».
-Το πιο συγκινητικό πράγμα που σας συνέβη;
«Η πιο συγκινητική ήταν αυτή η πρώτη συζήτηση και η αυθόρμητη υλοποίηση της πρώτη δράσης. Η χωρίς δεύτερη σκέψη υλοποίηση της ιδέας κάποιου: να αποτυπώσουμε σε πεζοδρόμια, στη μέση του δρόμου, σε πεζούλια, το γνωστό σχέδιο που αφήνει η αστυνομία γύρω από το σώμα ενός πτώματος στο χώρο του εγκλήματος. Για να ξυπνάς τις επόμενες μέρες και να υπάρχει ένα ίχνος που θα το ακολουθείς και θα σε ακολουθεί και θα σου λέει«μην ξεχνάς». Με το που το είπαμε, λίγο αργότερα φτιάχναμε το πρώτο στην Πειραιώς, σ’αυτή την ομάδα ήμουν κι εγώ. Άλλη ομάδα είχε φύγει για άλλη περιοχή. Είχαμε φτιάξει και από χαρτόνι το σχέδιο για να το ξεπατικώνουμε, αλλά το σπρέυ πότιζε το χαρτί και δεν έβγαινε καλό. Τότε ξαπλώνει ακαριαία ένας από εμάς στη μέση της Πειραιώς, ενώ ένας άλλος σταματούσε την κίνηση. Δεν θυμάμαι σε ποια σημεία ξάπλωνα εγώ και σε ποια σημεία έβαφα, όλοι ήθελαν να έχουν τη χαρά να τα κάνουν όλα εναλλάξ , αλλά όταν ξάπλωσε ο πρώτος, αισθάνθηκα «το εννοούμε, θα το κάνουμε!». Όταν τέλειωσαν τα σπρέυ γυρίσαμε πίσω στη σχολή για ανεφοδιασμό και φτάσαμε ώρες αργότερα ως την Ουλωφ Πάλμε, νομίζοντας ότι έχουμε κάνειπάρα πολλά, εκατοντάδες, ένω στην πραγματικότητα είχαμε κάνει καμιά τριαπενταριά…ένα χαζό παιχνίδι θα έλεγε κάποιος με σοβαρή πολιτική δράση. Καιέτσι ήταν, αλλά η αδρεναλίνη και η χαράόταν οραματίζεσαι ότι κάνεις κάτι μεγάλοσε παρασύρουν. Και έχει αξία αυτή η χαράτου οράματος, μπορεί να γεννήσει μετέπειτα κάτι μεγάλο και χρήσιμο. Όπως πρόσφατα ακόμα και το ότι κάποιος στάθηκε ακίνητος σε ένδειξη διαμαρτυρίας στην πλατεία Ταξίμ: από τη στιγμή που η δράση αυτή γενικεύτηκε, συνέβαλε στο να ενταθεί η συζήτηση για τις πολιτικές επιλογές του Ερντογάν».
-Και το πιο δυσάρεστο;
«Οπως συμβαίνει πάντα, η πτώση που έρχεται μετά την άνοδο. Η βραδιά, αν θυμάμαι καλά, της 22ης του Δεκέμβρη, που ήμουν στη σχολή και κατάλαβα πως η πηγαία χαρά και η δημιουργικότητα αυτή είχε προς το παρόν ξεθυμάνει, είχε χάσει τον στόχο της και πως αν το συνεχίζαμε , θα κατέληγε σε καλλιτεχνικό αυνανισμό, μια δήθεν κινητικότητα. Τις ίδιες μέρες έγινε αντιληπτό ταυτόχρονα από όλους μας πάνω κάτω και λίγο μετά τρώγαμε γαλοπούλα στα σπίτια μας. Όλες τις κινητοποιήσεις τις πνίγουν βίαια οι διακοπές. Και ύστερα ήρθαν τα Χριστούγεννα, τα Μπάνια του Λαού, οι μέλισσες και δεν ξέρω τι άλλο. Μέχρι να μη νοούνται πια μπάνια και μέλι».
-Είχατε κάνει ιδιαίτερη αίσθηση μπαίνοντας σε θέατρα και διακόπτοντας παραστάσεις…Κάποιοι ηθοποιοί είχαν ενοχληθεί, κάποιοι σας είχαν αγκαλιάσει με θέρμη…
«Η απροειδοποίητη διακοπή με το έτσι θέλω μιας καθ΄όλα νόμιμης δράσης κάποιου άλλου όπως είναι μια θεατρική παράσταση, είναι στη βάση της βίαιη και παράνομη. Οπότε η ενόχληση κάποιου θιασάρχη ή ηθοποιού δεν μπορεί να θεωρηθεί παράλογη ή μη αποδεκτή. Αν πληρούσε όμως τους όρους της νομιμότητας , αν είχαμε πάρει άδεια, δεν θα αποτελούσε παρέμβαση αλλά θεατρικό δρώμενο, κάτι που δεν ήταν ο στόχος της συγκεκριμένης δράσης. Είχε αποφασιστεί στη γενική συνέλευση των Δραματικών σχολών να διακοπούν κάποιες παραστάσεις μεγάλων θεάτρων -το «μεγάλων» είχε σχέση με το εύρος διάδοσης του μηνύματος που θέλαμε να περάσουμε αλλά και κάποιο πιο θεσμικό συμβολισμό- προκειμένου να διαβαστεί ένα κείμενο που είχαμε συγγράψει όλοι μαζί. Αποτελούσε ουσιαστικά ένα κοινωνικό κάλεσμα για αφύπνιση, τουλάχιστον αυτή ήταν η πρόθεσή του. Οι χώροι θεαμάτων συγκεντρώνουν πολλούς ανθρώπους, εμείς οραματιζόμασταν μια καλύτερη κοινωνίακαι θελήσαμε να ξεκινήσουμε από την κοινωνική ομάδα που από μόνη της προσεγγίζει το βήμα από το οποίο και εμείς σαν μελλοντικοί ηθοποιοί θα θέλαμε να μιλήσουμε, θεατές και θεατρική σκηνή με όρους πιο άμεσου δημόσιου «πολιτικού» λόγου».
-Είχατε τρακ γι’ αυτές τις «εμφανίσεις»;
«Αν δεν ήμασταν «τα παιδιά των Δραματικών Σχολών», να μας δικαιολογηθεί ένας μποεμισμός και αφέλεια , θα μπορούσαμε να είχαμε μπλεξίματα με τον νόμο. Ο τρόπος όμως που πραγματοποιείται κάθε δράση έχει άμεση σχέση τόσο με την ανάγκη και την πρόθεση που τη γεννά, όσο και με την ποιότητα του αποτελέσματος που παράγει. Μπορεί να πραγματοποιήσεις ειρηνικά και με ήθος μια παρέμβαση-που εξ’ ορισμού είναι «βίαιη» όπως κάθε παρέμβαση-, και μπορεί να είσαι ανήθικος και στυγνά βίαιος μέσω καθ’ όλα νομιμοποιημένων διαδικασιών. Αναλόγως λοιπόν με το φορτίο, τον χαρακτήρα του κάθε θεάτρου, ή την ευαισθησία και τα αντανακλαστικά καθενός, η ίδια πράξη επικοινωνήθηκε επιτυχώς ή όχι. Κάποιοι θεατές και καλλιτέχνες μπορεί να σοκαρίστηκαν και να αντέδρασαν πιο σπασμωδικά, άλλοι, όπως ο Δημήτρης Παπαιωάννου, να αντέδρασαν πιο θετικά, άφησαν ουσιαστικά το κείμενο να ακουστεί. Η στιγμή που έγινε αυτό στο Παλλάς, ενώ ήταν σε εξέλιξη η «Μήδεια» του Παπαϊωάννου, αποτέλεσε μια συγκινητική έκπληξη και για μένα. Ωστόσο, 5 χρόνια αργότερα, με τις κοινωνικές εντάσεις να είναι πολύ πιο τεταμένες , υπάρχει συσσωρευμένος θυμός και κούραση, συνθήκες δηλαδή που μπορούν να οδηγήσουν πιο εύκολα στον εκτροχιασμό του ελέγχου εν μέσω μιας ακτιβιστικής δράσης . Χρειάζεται λοιπόν μια πιο συγκροτημένη σκέψη, όχι τόσο αυθόρμητη όπως τότε, σχετικά με το πώς παρεμβαίνω, αναλαμβάνω δράση, στο όνομα ποιου και γιατί…».
-Τί αποκόμισες από όλο αυτό; Τότε ήσουν φοιτήτρια υποκριτικής. Σήμερα είσαι πλέον επαγγελματίας ηθοποιός. Αν συνέβαινε τώρα η δολοφονία του Αλέξη θα έκανες ακριβώς το ίδιο; Η’ θεωρείς ότι τα πράγματα έχουν αγριέψει ακόμα περισσότερο λόγω κρίσης και οι άνθρωποι γίνονται ακόμη πιο καχύποπτοι;
«Το τότε και το τώρα σε σχέση με την αποδοχή του φόβου που επέφερε η κρίση, διαφέρει. Άρα και ο βαθμός παραίτησης διαφέρει. Όπως και ο βαθμός απαξίωσης του ρομαντισμού, βασική προϋπόθεση της ικανότητας να οραματίζεσαι, που διέπνεεεκείνη την αντίδραση, διαφέρει. Τότε ήμουν σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα, περιβάλλον εξ’ ορισμού πρόσφορο για την εκκόλαψη συνειδήσεων και δράσεων. Δεν θα αντιδρούσα με τον ίδιο τρόπο τώρα, γιατί δεν είμαι πια στη σχολή . Και γιατί οι ραγδαίες εξελίξεις έχουν αμβλύνει τα αντανακλαστικά μου όπως και στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Μέσα σε ένα μήνα, τον Οκτώβρη, δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας και δύο μέλη της Χρυσής Αυγής , μέσα σε λίγες μέρες καλείσαι από τη ρητορεία των ίδιων μέσων να πάρεις θέση απέναντι στις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, που δεν είναι παρά η βία. Αλλά τα πράγματα έχουν γίνει πιο σύνθετα από το«αστυνομικός σκότωσε εν ψυχρώ μαθητή στα Εξάρχεια».
– Σπάνια βλέπουμε πλέον τόσο εύστοχες παρεμβάσεις. Ο ακτιβισμός πολλές φορές κουκουλώνεται από κομματικές παρατάξεις, συνδικαλιστικές φωνές ή προσπάθειες εντυπωσιασμού. Ποιο πιστεύεις είναι το στοιχείο εκείνο που σας έκανε να είστε τόσο σαφείς στον στόχο σας;
«Είναι αστείο που θα αναφερθώ πάλι στο σημειωματάριο εκείνων των ημερών, αλλά μέσα του υπάρχουν όλα: ΣΤΟΧΟΙ. Πρώτη κουκίδα: Εχθρός είναι ο φόβος . Η σαφήνεια ερχόταν από την άγνοια του κινδύνου και από την επιθυμία να ξεπεράσουμε τον φόβο. Φυσικά βοήθησε το ότι πολλοί που σπουδάζουν θέατρο μαζί, αυξάνουν το επίπεδο φαντασίας σε έναbrainstorming. Τα καλύτερα όμως, τα έχω ακούσει ή δει από ανθρώπους που είναι βουτηγμένοι ολοκληρωτικά στην πραγματική ζωή, πιο τεχνοκράτες. Οπότε είναι απλά θέμα αυτοδιάθεσης. Και όσοι είναι ακτιβιστές σήμερα, σίγουρα μάχονται με πολύ μεγαλύτερους και πιο συλλογικούς φόβους απ’ ό,τι τον Δεκέμβρη του 2008 και είναι άξιοι επαίνου. Η φαντασία και η έμπνευση όμως γεννά τρόπους. Αυτό χρειάζεται. Και παιδεία. Και τόλμη να αναληφθούν ευθύνες. Αιτίες για δράση υπάρχουν. Και είναι περισσότερες από κάθε άλλη φορά».
-Αν σου παραχωρούσαν το κέντρο της Αθήνας για μια νύχτα πώς θα σκεφτόσουν να διαμαρτυρηθείς για όλα όσα συμβαίνουν;
«Δεν νιώθω το ίδιο μαχητική με τότε. Νιώθω πιο απομονωμένο άτομο και έχω να βιώσω τέτοια συλλογικότητα σε σχέση με το κοινωνικό γίγνεσθαι από τότε, ασχέτως σε πόσες πορείες διαμαρτυρίας μπορεί να έχω συμμετάσχει ή τι συζητήσεις όπως όλοι οι πολίτες έχουν ανάγκη να κάνουν μεταξύ τους. Τότε εξάλλου έτυχε να είμαι στη σχολή που εξαιτίας κτιρίου και συγκυριών ίσως και λίγο θεσμικής ισχύος βρέθηκε στο επίκεντρο της δραστηριοποίησης των φοιτητών Δραματικών Σχολών. Τώρα διοχετεύω την ανάγκη συλλογικότητας και ομαδικότητας στη δουλειά μου, που ευτυχώς το επιτρέπει, αλλά αυτό απέχει από τη μαχητικότητα και έχω συναίσθηση αυτού. Γι΄αυτό και με βρίσκει απροετοίμαστη η ερώτηση. Θα καλούσα ως συνδιοργανωτές όσους συνεχίζουν να είναι μαχητικοί αλλά με τον όρο να οργανωθεί κάτι με τέτοιο τρόπο, που να αναβλύζειαβάσταχτη ομορφιά και ποιητικότητα από τη διαμαρτυρία».
-Τι θα σου άρεσε να συμβεί;
«Υπάρχει ένας στίχος που αγαπώ του Ελύτη:«κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά». Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να μας γίνει κοινή συνείδηση μέσα σε μία βραδιά. Μπορεί να είχα γιγαντιαία τραμπολίνα και να υψωνόμασταν πάνω από κτίρια και με φόρα πάλι κάτω στα βρώμικα πεζοδρόμια, φωνάζοντας, γελώντας, κλαίγοντας, σε βαθμό που να το πιστέψουμε και οι ίδιοι πως ένα τέτοιο άλμα είναι δυνατό; Που να μην μπορείς να ξαναπερπατήσεις κανονικά αν η γη κάτω από τα πόδια σου και κάτω από το τραμπολίνο δεν αλλάξει προς το καλύτερο; Θα ήθελα όλο αυτό να απέχει τόσο πολύ από τη βία που παράγεται σε κάθε προσπάθεια διαμαρτυρίας τελευταία, ώστε να μαζευόταν όλη η Αθήνα και να πάρει μέρος σα μαγεμένη, χωρίς ενδοιασμούς, όπως τα παιδιά από τον «Μαγικό Αυλό». Που όμως πνίγηκαν. Ε ο δικός μου αυλητής δεν θα είχε την πρόθεση να τα οδηγήσει στον πνιγμό. Αλλά ποιος είναι αυτός ο μέγας εμπνευστής, γιατί για έμπνευση μιλάμε, να μπορείς να εμπνεύσεις τα πλήθη. Ποιος-οι είναι ο άνθρωπος-οι που θα άλλαζε-αν σε μια βραδιά τον ρου? Δεν ξέρω».
-Τα μελλοντικά σου σχέδια στο θέατρο;
«Από τις 13 Δεκέμβρη και για ένα μήνα θα παίζω στηνπαράσταση «Φλαντρώ» στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρουσε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρδου και στη συνέχεια ίσως πάρω μέρος στην παράσταση του Εθνικού«Πρόβα Νυφικού» σε σκηνοθεσία Βασίλη Βαφέα. Το μετέπειτα θεατρικό μου μέλλον, άγνωστο! Μου εύχομαι συνθήκες δημιουργικής ανησυχίας».