Επίθεση στο Ιράν θα οδηγήσει σε «επιτάχυνση της δημιουργίας πυρηνικού οπλοστασίου στη χώρα» προειδοποιούν βρετανοί αναλυτές του think tank του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. «Σε περίπτωση στρατιωτικής δράσης μας, η Τεχεράνη ασφαλώς θα αναθεωρήσει το πυρηνικό πρόγραμμά της, για να το προσαρμόσει στις στρατιωτικές ανάγκες» τονίζουν σε πολυσέλιδο υπόμνημα το οποίο συνέταξαν κατόπιν κυβερνητικής παραγγελίας και ορισμένα σημεία του οποίου μετέδωσε το BBC την περασμένη Τρίτη. Στην άλλη ακτή του Ατλαντικού οι σχετικές προειδοποιήσεις είναι πιο δραματικές. Αμερικανική επίθεση στο Ιράν θα κατέληγε σε «αιχμαλωσία των 150.000 αμερικανών στρατιωτών που βρίσκονται στο Ιράκ», υποστηρίζουν στρατιωτικοί με προϋπηρεσία στην περιοχή, οι οποίοι όμως αμφιβάλλουν αν ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους θα είχε την υποστήριξη του Δημοκρατικού Κογκρέσου σε περίπτωση που επιχειρούσε επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.
Ο πρόεδρος Μπους δεν διέγραψε από τις προθέσεις του την επίθεση εναντίον του Ιράν, βεβαιώνουν πηγές – περιλαμβανόμενων και αραβικών – που έχουν στενές σχέσεις με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου. Ο πρόεδρος, λέγουν, θεωρεί πάντοτε την επίθεση στο Ιράν μέρος της «δημοκρατικής σταυροφορίας» του στη Μέση Ανατολή και, εξάλλου, έχει υποσχεθεί στο Ισραήλ ότι «θα εκμηδενίσει κάθε απειλή εναντίον του», υπόσχεση την οποία επανέλαβε, κάπως αορίστως είναι αλήθεια, στον ισραηλινό πρωθυπουργό Εούντ Ολμερτ κατά τη συνάντησή τους στην Ουάσιγκτον τον περασμένο Νοέμβριο. Στο Πεντάγωνο άλλωστε υπάρχει πάντοτε η λεγόμενη «ομάδα Ράμσφελντ», η οποία παραμένει «σε άγρυπνη επιφυλακή» («Washington Post») και η οποία υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει λύση στο Ιράκ αν δεν εξουδετερωθεί το Ιράν, άποψη την οποία δεν φαίνεται να συμμερίζεται ο νέος υπουργός Ρόμπερτ Γκέιτς. Η πιθανότητα αμερικανικής επίθεσης στο Ιράν – μόνο από αέρος και θαλάσσης φυσικά – έχει αρχίσει να χάνει έδαφος τις τελευταίες εβδομάδες και σύμφωνα με δημοσκοπήσεις μόνο ο ένας στους τέσσερις Αμερικανούς «δεν θα έβλεπε αρνητικά» μια τέτοια επιχείρηση. Πριν από έξι μήνες η σχέση ήταν ένας στους δύο. Σημειώνω ότι στην Ευρώπη μόλις ο ένας στους 35 θεωρεί μια επίθεση στο Ιράν «χρήσιμη» και εκείνοι που «ίσως την υποστήριζαν» δεν φθάνουν το 12%, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο (Ιανουάριος 2007).
Αραβικές προσωπικότητες του Λονδίνου είχαν προ ημερών συζήτηση με αξιωματούχους της κυβέρνησης Μπλερ και στελέχη του Φόρεϊν Οφις, στους οποίους διαμήνυσαν τους φόβους τους ότι το Ιράν «έχει τη δυνατότητα να αντιδράσει δυναμικά σε οποιασδήποτε μορφής εξωτερική επέμβαση». Σύμφωνα με τα γραφόμενα στον αραβικό Τύπο της Βρετανίας, οι βρετανοί συνομιλητές τους «έδειξαν ότι συμφωνούν με τις προοπτικές που τους παρουσίασαν οι βρετανοί μουσουλμάνοι αλλά εξέφρασαν την ελπίδα ότι δεν θα υπάρξουν δραματικές εξελίξεις» στο ζήτημα του Ιράν. Οι συνομιλίες του ιρανού προέδρου Μαχμούντ Αχμαντινεζάντ με τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας Αμπντουλάχ μπιν Αμπντούλ Αζίζ το περασμένο Σάββατο «δημιουργούν πάντως κάποιο αίσθημα αισιοδοξίας», έγραψαν οι «Times» του Λονδίνου την περασμένη Τρίτη. Και στη Γερμανία εκτιμούν ότι ενδεχόμενη επίθεση κατά του Ιράν θα έχει ως συνέπεια «μία ακόμη συμφορά» για την Αμερική. Συνοψίζοντας τις πληροφορίες που υπάρχουν για μια τέτοια εξέλιξη στο Ιρανικό, η γερμανική «Die Welt» προβλέπει ότι τελικώς ο πρόεδρος Μπους «δεν θα παρασυρθεί από τις ψυχονευρώσεις του και τον κύκλο των σκληρών που τον περιβάλλει», διότι διαφορετικά θα υποστεί «νέα, μεγαλύτερων διαστάσεων γελοιοποίηση» στο Ιράν. Την ίδια ελπίδα εξέφραζε προ ημερών και ο γαλλικός «Figaro», θεωρώντας σχεδόν βέβαιο ότι μια επίθεση στο Ιράν «ισοδυναμεί με τραγωδία».
Αποκαλυπτικός και καταλυτικός όμως είναι ο Γουίλιαμ Λιντ του Ιδρύματος «Free Congress» της Ουάσιγκτον. Σε άρθρο του στο περιοδικό «American Conservative» με τον ενδεικτικό τίτλο «Πώς χάνουμε έναν στρατό» υποστηρίζει ότι μια αμερικανική επίθεση στο Ιράν θα καταλήξει στρατιωτικά σε ένα αμερικανικό Στάλινγκραντ και πολιτικά στην υποβάθμιση της Αμερικής ως μεγάλης δύναμης στον διεθνή χώρο. «Οι Ιρανοί μάς διαμήνυσαν ότι θα θεωρήσουν μια επίθεση του Ισραήλ εναντίον τους επίθεση της Αμερικής και ότι θα αντιδράσουν ανάλογα. Η αντίδρασή τους πρέπει να μας ενδιαφέρει, διότι ένας πόλεμος στο Ιράν συνδέεται με τον πόλεμο στο Ιράκ και οι Ιρανοί μάς είπαν ότι έχουν 140.000 αμερικανούς ομήρους, δηλαδή τις αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ. Ετσι είτε το Ισραήλ είτε η Αμερική επιτεθεί στο Ιράν, εμείς (σ.σ.: οι Αμερικανοί) θα χάσουμε έναν στρατό».
Ο Λιντ αναλύει και εξηγεί πώς μπορεί να συμβεί αυτό. «Ο κίνδυνος προέρχεται από το ότι όλος σχεδόν ο εφοδιασμός των δυνάμεών μας στο Ιράκ, περιλαμβανομένων των καυσίμων για τα τανκς και τα οχήματα, έρχεται εκεί από έναν δρόμο ο οποίος ξεκινά από τον Νότο και το λιμάνι του Κουβέιτ. Αν αυτή η γραμμή κοπεί, οι δυνάμεις μας δεν θα έχουν αρκετά καύσιμα να φύγουν από Ιράκ. Και οι αμερικανικές δυνάμεις είναι πετρελαιοβόρες, θέλουν ποταμούς καυσίμων». Ο συγγραφέας σημειώνει πως μολονότι το Ιράκ ήταν πετρελαιοπαραγωγός χώρα, σήμερα οι εγκαταστάσεις έχουν καταστραφεί και δεν είναι σε θέση να προμηθεύσει καύσιμα στις αμερικανικές δυνάμεις, οι οποίες «θα πάθουν ό,τι έπαθε ο γερμανός στρατηγός Γκουντέριαν το 1940 που δεν μπόρεσε να φθάσει στη Μάγχη ελλείψει καυσίμων για τις μηχανοκίνητες δυνάμεις του». Η διακοπή του εφοδιασμού σε καύσιμα είναι μάλλον απλή επιχείρηση για τους Ιρανούς, γράφει ο Λιντ. Μπορούν να καλέσουν τους ομόδοξους, ένοπλους και μη, σιίτες του Ιράκ να ξεσηκωθούν εναντίον των Αμερικανών και με τη βοήθεια της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς, που εύκολα θα διεισδύσει στο ιρακινό έδαφος, να κάνουν αδύνατη οποιαδήποτε κίνηση μεταφοράς εφοδίων. Ηδη ένοπλοι σιίτες, σύμφωνα με αμερικανικές στρατιωτικές πηγές, έχουν αναπτυχθεί κατά μήκος διαφόρων αρτηριών και οι αρχηγοί τους δήλωσαν σε βρετανό δημοσιογράφο πως «όταν διαταχθούμε (σ.σ.: από τους αγιατολάχ του Ιράν φυσικά), θα κάνουμε το καθήκον μας».
Οι συνέπειες μιας ακόμη ήττας
Τι θα σημάνει μία ακόμη ήττα της Αμερικής στο Ιράν; «Θα αλλάξει ο κόσμος» πιστεύει ο Γουίλιαμ Λιντ του Ιδρύματος «Free Congress». «Θα είναι για την Αμερική ό,τι ήταν για τους Ισπανούς η μάχη του Ροκρουά, όταν έχασαν το 1643 στη σύγκρουση με τους Γάλλους, θα είναι το δικό μας Στάλινγκραντ. Η αμερικανική ισχύς και το κύρος δεν θα υπάρξουν ποτέ πια. Γι’ αυτό τίποτε, ούτε οι απαιτήσεις του Ισραήλ, δεν πρέπει να μας οδηγήσει στο να διακινδυνεύσουμε μιαν οποιασδήποτε μορφής επίθεση στο Ιράν (…) και αυτό μόνο οι στρατιωτικοί ηγέτες μπορεί να το αποτρέψουν. Αν όμως μείνουν σιωπηλοί και επιτρέψουν την τρέλα της επίθεσης στο Ιράν, θα έχουν την πλήρη ηθική ευθύνη για τις συνέπειές της, οι οποίες περικλείουν και την απώλεια του στρατού» καταλήγει ο Γουίλιαμ Λιντ.
Η κυκλωτική κίνηση των Ιρανών
Υπάρχει και ένα, πιο τολμηρό, ενδεχόμενο, το οποίο μάλιστα οι Τούρκοι βλέπουν ως πιθανότερο σενάριο, γράφει το αμερικανικό περιοδικό. Το Ιράν, με τη συνεργασία των σιιτών, μπορεί να στείλει σημαντικές μηχανοκίνητες δυνάμεις μέσα στο Ιράκ, «να καταστρέψουν οδικά έργα και να κινηθούν εν συνεχεία προς Νότον, για να κυκλώσουν τις δυνάμεις μας γύρω από την Μπάσρα. Αυτό θα ήταν μια κλασική ενέργεια, ακριβώς ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν τέτοιες δυνάμεις. (…) Το τραγικό είναι ότι οι αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν μια τέτοια ιρανική κίνηση. Δεν έχουμε στο Ιράκ τις κατάλληλες μονάδες. Θα δεχθούν ισχυρή πίεση, θα προσπαθήσουν να συμπτυχθούν, χωρίς να έχουν επαρκή καύσιμα». Πώς θα ήταν δυνατόν να απαντήσει η Αμερική; Φυσικά, με την αεροπορία της, αλλά και αυτή έχει τα ασθενή σημεία της – τον καιρό, ο οποίος μεταβάλλεται συνεχώς. Γι’ αυτό «το Ιράν, όπως οι χιτλερικοί στη μάχη των Αρδεννών το 1945, μπορεί να επιτεθεί όταν οι καιρικές συνθήκες θα του δίνουν κάποια προστασία. Αλλωστε οι ιρανοί μαχητές-καταδρομείς θα βρίσκονται τόσο κοντά στις δικές μας δυνάμεις που η αεροπορία μας δεν θα μπορεί να τους πλήξει χωρίς τον κίνδυνο να πλήξει και αμερικανικές δυνάμεις» γράφει ο Γουίλιαμ Λιντ του Ιδρύματος «Free Congress».



