Μια έκθεση με γλυπτά, αρχαία αντικείμενα και πορτρέτα του Φαγιούμ από το Μουσείο του Καΐρου, σε μια από τις ελάχιστες «εξόδους» τους από την Αίγυπτο, και μια δεύτερη έκθεση φωτογραφιών που συνοδεύονται από κείμενα για τις άγνωστες νεκροπόλεις και τα μοναδικά τοπία των οάσεων της Δυτικής Ερήμου, η οποία καταχρηστικά ονομάζεται Λιβυκή Ερημος, θα παρουσιάζονται στο Μέγαρο Μουσικής από την ερχόμενη Τρίτη 3 Ιουνίου. H πρώτη έκθεση διοργανώνεται σε αποκλειστική συνεργασία με το Μουσείο του Καΐρου λόγω της επίσκεψης στην Ελλάδα της κυρίας Suzanne Mubarak, πρώτης κυρίας της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου και προέδρου του ΔΣ της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Στη διοργάνωση συνέβαλαν η πρέσβειρα της Αιγύπτου στην Ελλάδα κυρία Magda Shahin, η Πρεσβεία της Ελλάδας στο Κάιρο και η κυρία Μαριάννα Βαρδινογιάννη, πρέσβειρα καλής θελήσεως της UNESCO και μέλος του ΔΣ της Αλεξανδρινής Βιβλιοθήκης.
Οπιο άδικος ίσως χαρακτηρισμός για τα πορτρέτα του Φαγιούμ είναι όταν τα ονομάζουμε «νεκρικά πορτρέτα». H ηρεμία που εκπέμπουν τα πρόσωπα, ακόμη και η μελαγχολία τους, δεν είναι του θανάτου αλλά της καρτερικής αναμονής για μια άλλη ζωή. Τα πορτρέτα του Φαγιούμ μπορεί να έγιναν για να συνοδεύσουν τον νεκρό κατά τη μετάβασή του στην άλλη ζωή, πιστεύεται όμως ότι, ορισμένα τουλάχιστον, ζωγραφίστηκαν όταν οι άνθρωποι ήταν εν ζωή και, παρά τη μελαγχολική έκφραση των προσώπων, τα μάτια είναι σαν κάρβουνα αναμμένα, σαν φλόγες που δεν μπόρεσαν να σβήσουν ο θάνατος και ο χρόνος. Συνέχεια της μεγάλης ζωγραφικής των αρχαίων Ελλήνων, από την οποία δεν έχουν διασωθεί πολλά δείγματα, τα πορτρέτα του Φαγιούμ αποτελούν τη μεγαλύτερη κατηγορία έργων αρχαίας ζωγραφικής που έφθασε στις μέρες μας και είναι κατά κάποιον τρόπο ο συνδετικός κρίκος που ενώνει τη ζωγραφική της ελληνιστικής περιόδου με τη ρωμαϊκή της ύστερης αρχαιότητας.
Στο βιβλίο της Ευφροσύνης Δοξιάδη Τα Πορτρέτα του Φαγιούμ (εκδόσεις Αδάμ, 1995) αναφέρεται ότι σώζονται σήμερα σπαρμένα σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία, και μάλιστα συχνά και σε διαφορετικά τμήματα του ίδιου μουσείου, π.χ. στο Τμήμα Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων αλλά και στο Τμήμα Ρωμαϊκής Ζωγραφικής, κάπου χίλιες τέτοιες προσωπογραφίες που απεικονίζουν άνδρες, γυναίκες και παιδιά που μας κοιτάζουν με μάτια μεγάλα και φλογερά, έχοντας τα χείλη ερμητικά κλειστά. Οι γυναίκες συχνά φορούν κοσμήματα, διαδήματα ή στεφάνια πλεγμένα στην κόμη τους και πολύτιμα ενδύματα, οι άνδρες χιτώνες συνήθως λευκούς με ταινίες πράσινες ή μαβιές, το ίδιο και τα παιδιά.
Πανάρχαιη τέχνη
Στην έκθεση που εγκαινιάζεται αύριο στο Μέγαρο Μουσικής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. K. Στεφανόπουλο και την πρώτη κυρία της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, κυρία Suzanne Mubarak, με τίτλο «Πρόσωπα της Αιγύπτου από την Γκίζα στο Φαγιούμ», θα έχουμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε ανάμεσα στα περισσότερα από 40 έργα που εστάλησαν στην Αθήνα από το Μουσείο του Καΐρου κάπου 14 πορτρέτα του Φαγιούμ. Οι προσωπογραφίες αυτές που γίνονταν για να συνοδεύουν τον νεκρό στην άλλη ζωή πρωτοεμφανίστηκαν κατά το πρώτο μισό του 1ου αι. μ.X. ως ένα είδος συνέχειας και εξέλιξης της πανάρχαιας αιγυπτιακής παράδοσης της ταρίχευσης και μουμιοποίησης των νεκρών. Με την εμφάνιση του χριστιανισμού στην Αίγυπτο κατά τα τέλη του 3ου αι. μ.X., η παράδοση σταδιακά υποχώρησε και τα πορτρέτα άρχισαν να σπανίζουν και να χάνονται. Τα πορτρέτα του Φαγιούμ ονομάστηκαν έτσι επειδή τα πρώτα από αυτά που έγιναν γνωστά στην Ευρώπη στις αρχές του 7ου αι. προέρχονταν από την πόλη Φαγιούμ. Πρόκειται για ζωγραφική που γινόταν με εγκαυστική τεχνική επάνω σε λεπτό ξύλο. Οι χρωστικές ουσίες αναμειγνύονταν με κερί και νάτριο και στη συνέχεια τις έβραζαν με νερό για να γίνουν πιο ανθεκτικά και έντονα τα χρώματα.
Τα ζωγραφισμένα πορτρέτα του Φαγιούμ ήταν η τελευταία εξέλιξη της πανάρχαιας τέχνης των Αιγυπτίων που ήταν αφιερωμένη στην προετοιμασία του νεκρού για το μεγάλο ταξίδι, το οποίο ουσιαστικά, σύμφωνα με την αρχαία πίστη, ήταν για μια άλλη ζωή. Ετσι η τέχνη αυτού του είδους των πορτρέτων, είτε ως προσωπόμορφες σαρκοφάγοι είτε ως ζωγραφισμένα γύψινα προσωπεία, αλλά και ως πορτρέτα ζωγραφισμένα σε ξύλο, γινόταν για να διατηρηθεί η ψυχή, αυτό που λέμε η ταυτότητα του νεκρού, στην επόμενη ζωή του.
Σταματήσαμε στα πορτρέτα του Φαγιούμ γιατί, πέρα από το ότι αποτελούν μια εξαιρετικής μορφής τέχνη, για εμάς τους Ελληνες είναι και ένα κομμάτι της χαμένης μας ιστορίας, είναι η συνέχιση της ελληνιστικής μεγάλης ζωγραφικής που μόλις τώρα τη γνωρίζουμε με τις τοιχογραφίες των ταφικών ευρημάτων που αποκαλύπτονται στη Μακεδονία.
H φαραωνική Αίγυπτος
H έκθεση όμως που με μεγάλη επισημότητα εγκαινιάζεται αύριο δεν περιλαμβάνει μόνο πορτρέτα Φαγιούμ. Μπορεί η ανάμειξη του φαραωνικού και του ελληνικού πολιτισμού να έφθασε στο ζενίθ της μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τον Μέγα Αλέξανδρο, όπου αποκρυσταλλώθηκε η συνένωση των δύο πολιτισμών στη Σχολή της Αλεξάνδρειας, συσχετισμοί όμως στην τέχνη των δύο κορυφαίων πολιτισμών της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και στενοί δεσμοί εμφανίστηκαν πολλούς αιώνες νωρίτερα, με κατ’ αρχάς εμπορικές συναλλαγές, και αναπτύχθηκαν σταδιακά, για να φθάσουν στο αποκορύφωμά τους με την ίδρυση της Αλεξάνδρειας και της δυναστείας των Πτολεμαίων.
Τα περίπου 45 εκθέματα καλύπτουν χρονικό διάστημα από την 3η χιλιετία π.X. ως και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Με την επιλογή των έργων επιχειρείται μια αναδρομή στον κόσμο της αρχαίας Αιγύπτου για να παρακολουθήσει ο επισκέπτης την εξέλιξη της τέχνης, τις ξενόφερτες επιδράσεις, τη διαφοροποίηση των υλικών αλλά και τη βαθιά πίστη των ανθρώπων για τη ζωή που ακολουθεί τον θάνατο. Γύρω από τον θάνατο λοιπόν περιστρέφονται τα έργα που θα δούμε: γλυπτά, γύψινα προσωπεία και πορτρέτα σε λεπτό ξύλο που τα χρώματά τους παρέμειναν σχεδόν ανέπαφα χάρη στη θαλπωρή και βεβαίως στην ξηρασία της ζεστής άμμου της ερήμου. H έκθεση περιλαμβάνει γλυπτά όπως ο καθιστός φαραώ Μυκερίνος-Μενκαουρέ που έχτισε την τρίτη πυραμίδα στην Γκίζα, της 4ης Δυναστείας του Παλαιού Βασιλείου (2532-2515 π.X.), ή ο επιτύμβιος πίνακας του Μπιτέχ Ανχ, της 1ης Δυναστείας του Μέσου Βασιλείου (1976-1794 π.X.), από την Αβυδο, ή το άγαλμα του Φιουφ Αα από το άδυτο του Καρνάκ στο Λούξορ που χρονολογείται από τις αρχές της 26ης Δυναστείας της όψιμης περιόδου (664-650 π.X.). Μετά ακολουθούν τα γύψινα προσωπεία και τα πορτρέτα του Φαγιούμ της ύστερης ελληνιστικής και ρωμαϊκής τέχνης.
Στην Κοιλάδα με τις Χρυσές Μούμιες
Παράλληλα με τα «Πρόσωπα της Αιγύπτου», στον πρώτο όροφο του Μεγάρου (Φουαγέ της Πλατείας) παρουσιάζεται μία ακόμη έκθεση με φωτογραφίες και σχολιασμό του κ. Χρήστου Δ. Λαμπράκη για τις θρυλικές οάσεις της αιγυπτιακής ερήμου. Με τίτλο «H Νέα Κοιλάδα» η έκθεση παρουσιάζει μνημεία και τοπία από μια αλληλουχία οάσεων που βρίσκονται δυτικά του Νείλου, στην καταχρηστικά λεγόμενη Λιβυκή Ερημο. Οι οάσεις βρίσκονται επάνω στην κοίτη ενός παραπόταμου του Νείλου που στέρεψε πριν από περισσότερα από 10.000 χρόνια. Πρόκειται για τις οάσεις Dakhla, Kharga, Farafra, Fayum και Bahariya για τις οποίες λέγεται ότι το νερό τους προέρχεται είτε από υδάτινα στρώματα που δεν εξαντλήθηκαν ακόμη είτε, σύμφωνα με μια άλλη θεωρία, από υδάτινες λεκάνες που εμπλουτίζονται συνεχώς από υπόγεια ύδατα προερχόμενα από την Κεντρική Αφρική.
Στην τελευταία από αυτές τις οάσεις μάλιστα, στην Bahariya, ο σημερινός διευθυντής Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου, καθηγητής Zahi Hawas αποκάλυψε το 1999 ένα μοναδικό νεκροταφείο όπου υπολογίζει ότι υπάρχουν θαμμένες κάπου 10.000 μούμιες των ρωμαϊκών χρόνων, όλες ζωγραφισμένες με χρυσό. Ετσι η Bahariya, η οποία βρίσκεται κάπου 300 χλμ. δυτικά του Καΐρου, ονομάστηκε Κοιλάδα με τις Χρυσές Μούμιες και είναι σήμερα πια διάσημη και πόλος έλξεως τουρισμού, όπως άλλωστε και η όαση του Φαγιούμ που έδωσε το όνομά της στα πορτρέτα.
Σχεδόν άγνωστες αλλά εξαιρετικά όμορφες έχουν παραμείνει οι τρεις οάσεις που βρίσκονται νοτιότερα. Για αυτές υπάρχει από την εποχή του Νάσερ μια μελέτη για τη διοχέτευση νερού από τη μεγάλη Λίμνη Νάσερ, το περίφημο φράγμα που έγινε τότε στα νότια του Ασουάν. H μελέτη ονομάστηκε Πρόγραμμα της Νέας Κοιλάδας (New Valley Project) και αποσκοπεί στο να αναζωογονήσει τις οάσεις και τους οικισμούς που βρίσκονται σε αυτές. Το πρόγραμμα δεν έχει ξεκινήσει ακόμη, καθώς η μεγαλύτερη δυσκολία για την εφαρμογή του είναι το ζεστό κλίμα της ερήμου, εξαιτίας του οποίου τα νερά εξατμίζονται πολύ γρήγορα. H Νέα Κοιλάδα προβλέπεται να υπαχθεί στην Κεντρική Διοίκηση, έτσι ώστε να υπάρχει συντονισμός στην ανάπτυξη των λιγότερο γνωστών οάσεων Kharga, Dakhla και Farafra, προκειμένου να προστατευθούν τα πολιτιστικά και αισθητικά χαρακτηριστικά των οικισμών τους αλλά και οι παραδόσεις των κατοίκων τους που έχουν διατηρηθεί ως σήμερα άθικτες.
H διοργάνωση και παρουσίαση και των δύο εκθέσεων έγινε από την τεχνοκριτικό κυρία Εφη Ανδρεάδη, ενώ την αρχιτεκτονική μελέτη ανέλαβε η καθηγήτρια του ΕΜΠ κυρία Σόνια Χαραλαμπίδου-Διβάνη και οι αρχιτέκτονες κυρία Ειρήνη Χαραλαμπίδου και κ. Χριστιανός Λασκαρίδης. Τον συντονισμό των τεχνικών έργων έχει ο τεχνικός διευθυντής εγκαταστάσεων του ΟΜΜΑ κ. Θεόδωρος Σταθόπουλος.



