Η συζήτηση για την αγροτική ανάπτυξη στη χώρα θυμίζει μια σύγχρονη «Βαβέλ». Κράτος, παραγωγοί και πολίτες δεν μιλούν την ίδια γλώσσα, στερούμενοι ενός κοινού «γνωστικού κοινωνικού κεφαλαίου», κάτι που έχει οδηγήσει σε βαθιά και αμοιβαία δυσπιστία: οι μεν αγρότες αισθάνονται παραμελημένοι και παρεξηγημένοι, οι δε πολίτες, ιδίως των αστικών κέντρων, δεν κατανοούν τις προκλήσεις της υπαίθρου, ενώ η πολιτεία αδυνατεί με τις πολιτικές της να γεφυρώσει το χάσμα. Το αποτέλεσμα είναι η διαρκής κρίση στην αγροτική οικονομία, με σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα που ανακυκλώνονται.

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), το 40% του συνολικού κόστους των εισαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων αφορά κρέας, γαλακτοκομικά, ζωοτροφές και ελαιούχους σπόρους.

Σημαντική εξάρτηση από τις εισαγωγές

Αυτό το στοιχείο υπογραμμίζει μια σημαντική εξάρτηση: δαπανώνται περίπου 4,5 δισ. ευρώ το έτος για την εισαγωγή προϊόντων που θα μπορούσαν να παραχθούν εγχώρια, αξιοποιώντας τήν, σε μεγάλο βαθμό, εγκαταλελειμμένη ελληνική ύπαιθρο – μια δαπάνη που υπερβαίνει κατά 700 εκατ. τα 3,8 δισ. ευρώ των συνολικών ενισχύσεων, κοινοτικών και εθνικών, που θα καταβληθούν φέτος στον πρωτογενή τομέα. Υπάρχουν άραγε εφαρμόσιμες εναλλακτικές, με βιώσιμο οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα;

Για τον καθηγητή Τεχνολογικής Διακυβέρνησης και βιωσιμότητας στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Τάλιν στην Εσθονία και επισκέπτη ερευνητή στο ερευνητικό κέντρο «Μπέρκμαν Κλάιν» της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ, Βασίλη Κωστάκη, το θεμελιώδες πρόβλημα πίσω από την κρίση του πρωτογενούς τομέα είναι η έλλειψη ενεργειακής και τεχνολογικής ανεξαρτησίας των παραγωγών, η οποία και αντανακλάται στο αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και τροφίμων της τελευταίας πενταετίας (2020-24) που άγγιξε το 36,7% το 2025 στον πρωτογενή τομέα της χώρας. «Αν “ξύσεις” το διατροφικό, από κάτω εμφανίζεται η ενέργεια. Και αν προχωρήσεις πιο βαθιά, θα εμφανιστεί η τεχνολογία».

Συνεταιριστικά σχήματα για φθηνή ενέργεια

Οι αγρότες που ζητούν φθηνότερη ενέργεια για άρδευση, ψύξη και μεταποίηση στην ουσία αναζητούν ένα κανονιστικό πλαίσιο που θα τους δώσει τη δυνατότητα να μειώσουν ένα δομικό κόστος που τους «γονατίζει». Ο νόμος του 2018 για τις ενεργειακές κοινότητες αυτοπαραγωγής, αν και ατελής, έδωσε την ευκαιρία για την ίδρυση συνεταιριστικών σχημάτων όπως η «Κοινέργεια» στα Ιωάννινα και η «Μινώα Ενεργειακή» στην Κρήτη, το 2021 και το 2023, αντίστοιχα.

Στην περίπτωση της «Κοινέργεια», με ένα μερίδιο της τάξης των 4-4,5 χιλ. ευρώ, κάθε ένα από τα 181 νοικοκυριά συμμετέχει σε ένα φωτοβολταϊκό πάρκο, εξασφαλίζοντας (πέραν τελών) μηδενικό κόστος πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας για 25 χρόνια. Το πρώτο έργο της «Μινώα» ήταν ένα φωτοβολταϊκό 405 kWp με εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό, σε χώρο που παραχωρήθηκε από τον Δήμο Μινώα Πεδιάδας και σχεδιάστηκε για να εξασφαλίζει ενεργειακή αυτάρκεια σε περίπου 100 νοικοκυριά και επιχειρήσεις για 25 χρόνια. Από τις 10 Ιουλίου 2023 λειτουργεί το δεύτερο έργο της κοινότητας, ισχύος 1 MW, κατασκευασμένο σε άγονη γη που παραχώρησε ο ίδιος Δήμος νοτιοανατολικά του Αρκαλοχωρίου. Σε πλήρη λειτουργία, το έργο αυτό παράγει πάνω από 1.670 MWh ετησίως, καλύπτοντας τις ανάγκες περισσότερων από 250 νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Η κοινή πίστη στη συνεργασία

Το δεύτερο επίπεδο αφορά την τεχνολογία, άυλη και υλική, ως δικαίωμα πρόσβασης σε μέσα παραγωγής στο πλαίσιο ενός μετα-καπιταλιστικού μοντέλου. Ο Βασίλης Νιάρος από τον Μη Κερδοσκοπικό Οργανισμό με έδρα τα Ιωάννινα «P2P Lab» περιγράφει στο «Βήμα» απτές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μικρής κλίμακας αγρότες και κτηνοτρόφοι της Ηπείρου που «είτε δεν μπορούν να αγοράσουν τα μηχανήματα που παράγει η μεγάλη βιομηχανία είτε αυτά τα μηχανήματα δεν ταιριάζουν στο ανάγλυφο των ορεινών περιοχών τους ή τις τεχνικές καλλιέργειας που εφαρμόζουν». Μαθαίνοντας από επιτυχημένα makerspaces της Γαλλίας, όπως το «l’ atelier paysan», οι «Τζουμέικερς» έχουν εδώ και μια δεκαετία φέρει κοντά αγρότες, ερευνητές, μάστορες και ακτιβιστές της κοινωνικής καινοτομίας με στόχο τον σχεδιασμό και την κατασκευή εργαλείων προσαρμοσμένων στις ιδιαίτερες ανάγκες των αγροτών που έτσι κι αλλιώς δεν θα μπορούσαν να βρουν στη βιομηχανία.

Εδώ το «γνωστικό κοινωνικό κεφάλαιο» μεταφράζεται στην κοινή γλώσσα ανάμεσα σε αυτούς που γνωρίζουν τη γη τους και σε εκείνους που ξέρουν να σχεδιάζουν. Σύμφωνα με τον κ. Νιάρο, αυτό που ενώνει διαφορετικούς ανθρώπους δεν είναι ούτε το γεωργικό προϊόν αυτό καθαυτό, ούτε η τεχνολογία ως πανάκεια, αλλά η κοινή πίστη στις αξίες της συνεργασίας, της ανοιχτότητας, της διαφάνειας και της συμπερίληψης.

Ενα νέο συμβόλαιο εμπιστοσύνης

Στη νότια πλευρά της Πίνδου με έδρα το Ανατολικό Ζαγόρι, έχουν εδώ και εννέα χρόνια «υψωθεί» τα «Ψηλά Βουνά», η κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση που παρέχει υποστήριξη σε όσους ζουν και παράγουν σε ορεινές περιοχές, σε πολιτιστικούς συλλόγους, κοινότητες και ορεινούς δήμους, καθώς και σε όσους σκέφτονται να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στην ύπαιθρο. Εμπνεόμενα από το διαδεδομένο στο εξωτερικό μοντέλο της κοινοτικά υποστηριζόμενης γεωργίας, τα «Ψηλά Βουνά» αναπτύσσουν βιώσιμους και κοινωνικά δίκαιους μηχανισμούς αναδόμησης της σχέσης αγροπαραγωγού και καταναλωτή. Μιλώντας στο «Β», ο Σωτήρης Τσουκαρέλης επισημαίνει ότι η μικρή ορεινή παραγωγή ήταν αυτή που «γονάτισε» πρώτη, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι η χώρα, όντας κατά 80% ορεινή, δεν μπορεί ούτε να συγκρίνεται ούτε να αντιγράψει μοντέλα αγροτικής παραγωγής όπως αυτό της Ολλανδίας.

Τα «Ψηλά Βουνά» συστήνουν ένα νέο συμβόλαιο εμπιστοσύνης αγροπαραγωγού – καταναλωτή (γνωστό στη Γαλλία ως AMAP), με έμφαση στον διαμοιρασμό του ρίσκου μέσω ενός μη κερδοσκοπικού λογιστικού, μη ανταγωνίσιμου μοντέλου χωρίς μεσάζοντες που εξασφαλίζει εβδομαδιαίες παραδόσεις καλαθιών με φρούτα και λαχανικά. Πτυχιούχος πολιτικής επιστήμης από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, με μεταπτυχιακό στο περιβάλλον και την ανάπτυξη ορεινών περιοχών από το ΕΜΠ, ο κ. Τσουκαρέλης αποφάσισε να συνδυάσει τη θεωρία με την πράξη. «Ολοκλήρωσα τη γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων, ενώ στη συνέχεια έκανα σεμινάρια στον αγροτουρισμό στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή. Τα χρόνια όμως που ασχολήθηκα με τα αγροτικά, εννοώ χειρωνακτικά, ήταν σαν να έβγαλα άλλα δύο-τρία πανεπιστήμια» αναφέρει ο ίδιος.

 

Η κρίση δεν είναι μόνο θέμα επιδότησης

Παρόλο που οι παραπάνω πρωτοβουλίες για ένα νέο κοσμοτοπικό μοντέλο αγροτικής παραγωγής δεν χωρούν στα κουτάκια της ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), αποτελούν όμως «proof of concept» (επαλήθευση της ιδέας) για την προσαρμογή και τον εκσυγχρονισμό της σε ένα εξαιρετικά ασταθές κλιματικό και γεωπολιτικό πλαίσιο. Σε κάθε περίπτωση, καθιστούν σαφές ότι η αγροτική κρίση δεν είναι μόνο θέμα επιδότησης ή «κακών» τιμών αλλά θέμα αυτάρκειας και κυριαρχίας στις ενεργειακές και τεχνολογικές υποδομές. Και αν τα εμπόδια είναι πολιτικά και αξιακά, τότε οι λύσεις ίσως να προϋποθέτουν κάτι ταπεινό αλλά θεμελιώδες: ένα κοινό λεξιλόγιο.