Project Syndicate
Υπάρχει ένα εγγενές μειονέκτημα στην εμπορική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ. Αν και είναι σχεδόν αδύνατο να προβλέψει κανείς πού θα καταλήξει ο αμερικανός πρόεδρος σε θέματα όπως η φορολογία ή η μετανάστευση, δύο βασικοί στόχοι της στρατηγικής του στο εμπόριο αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν: η θέσπιση ενός παγκόσμιου ελάχιστου δασμού και η επιβολή ειδικής τιμωρίας στην Κίνα. Το πρόβλημα βρίσκεται στον συνδυασμό αυτών των δύο.
Για χάρη της συζήτησης, ας υποθέσουμε ότι ένας γενικός δασμός 10% για όλους τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ γίνεται η νέα κανονικότητα. Ο Τραμπ διατυμπανίζει ότι ένας τέτοιος δασμός είναι το ελάχιστο αντιστάθμισμα για τη «ληστεία» που – όπως ισχυρίζεται – έχει υποστεί επί δεκαετίες η Αμερική από τις άδικες εμπορικές πρακτικές άλλων χωρών.
Αγνοεί όμως έτσι τα πολλαπλά οφέλη που έχει αποκομίσει η Αμερική από το εμπόριο – όχι μόνο τη μείωση τιμών και την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, αλλά και τις εισροές ξένων κεφαλαίων που συγκρατούν τα επιτόκια και συμβάλλουν στη δημιουργία χρηματοοικονομικού πλούτου.
Οπως και να ‘χει, η μετάβαση από έναν μέσο αποτελεσματικό δασμό 1,8% την περίοδο 1995-2024 σε ένα νέο «κατώτατο όριο» 10% είναι κάτι παραπάνω από σημαντική. Πρόκειται για αύξηση 8,2 ποσοστιαίων μονάδων – ελαφρώς μεγαλύτερη από την αύξηση των 6,3 μονάδων που καταγράφηκε την περίοδο 1929-1933, μετά τον περιβόητο δασμολογικό νόμο Smoot-Hawley. Ωστόσο, ο δασμός 10% θα σηματοδοτούσε αύξηση κατά 445% σε σχέση με το χαμηλό καθεστώς των τελευταίων δεκαετιών, ενώ το 1930 η αύξηση ήταν μόλις 47%.
Επιπλέον, αυτή η αύξηση θα εφαρμοστεί σε μια εποχή όπου οι εισαγωγές αγαθών αντιστοιχούν στο 12,2% του ΑΕΠ των ΗΠΑ – σχεδόν τριπλάσιο ποσοστό από το 4,3% του 1929. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει τίποτα το «ελάχιστο» σε έναν δασμό 10% – θα αποτελούσε σοβαρό σοκ για την αμερικανική οικονομία.
Ο δεύτερος πυλώνας της πολιτικής Τραμπ είναι η «ποινή στην Κίνα». Σήμερα, οι εισαγωγές από την Κίνα επιβαρύνονται με δασμούς 30% – τριπλάσιους από εκείνους που ισχύουν για σχεδόν όλες τις άλλες χώρες. Αν η αιτιολόγηση συνδέεται με την υπόθεση του φαιντανύλης, οι δασμοί μπορεί να μειωθούν, εφόσον υπάρξει συμφωνία ΗΠΑ-Κίνας για τους πρόδρομους χημικούς παράγοντες.
Η βασική απειλή για την αμερικανική οικονομία είναι η απομάκρυνση του εμπορίου από την Κίνα προς πιο ακριβές χώρες. Το αποτέλεσμα θα είναι ένα μεγαλύτερο πολυμερές εμπορικό έλλειμμα και ακριβότερες εισαγωγές.
Αναμενόμενη είναι μια στροφή της Κίνας προς την ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης, αλλά οι πιθανότητες άμεσης αλλαγής είναι μικρές.
Τίποτε από αυτά δεν είναι καλό για μια παγκόσμια οικονομία που ήδη επιβραδύνεται από την επίδραση των δασμών στο εμπόριο. Δεδομένου ότι ΗΠΑ και Κίνα αντιπροσωπεύουν πάνω από το 40% της παγκόσμιας ανάπτυξης από το 2010, ο κίνδυνος παγκόσμιας ύφεσης θα αυξηθεί εάν ο Τραμπ επιμείνει στη μη βιώσιμη εμπορική του συνταγή.
Ο κ. Stephen S. Roach είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale και πρώην πρόεδρος της Morgan Stanley Asia.