Αποστολή στο 82ο Φεστιβάλ Βενετίας
Διαβάζοντας μια ανακοίνωση έκκλησης για ειρήνη, η παλαιστίνια ηθοποιός Σάζα Κιλάνι μίλησε σήμερα το μεσημέρι για όλους τους συντελεστές – παριστάμενους και μη – της ταινίας «Η φωνή της Χίντ Ρατζάμπ» της Καουτερ Μπεν Χάνια, η οποία, μόνο αν γίνει κάποιο θαύμα, δε θα κερδίσει τον Χρυσό Λέοντα της φετινής διοργάνωσης.
Με δεξιοτεχνικό τρόπο, η «Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» πραγματεύεται ένα θέμα που πέρσι πάγωσε ολόκληρη την υφήλιο: τον θάνατο από ισραηλινά πυρά ενός εξάχρονου κοριτσιού, της παλαιστίνιας Χιντ Ρατζάμπ, σε μια περιοχή της Γάζας. Το κορίτσι βρισκόταν μόνο του μέσα σε ένα αυτοκίνητο. Όλοι οι συνεπιβάτες της ήταν ήδη νεκροί. Παρακαλούσε να έρθουν να την πάρουν.
Η συγκλονιστική συνέντευξη Τύπου μιας συνταρακτικής ταινίας
Οι προσεγμένες λέξεις της Σάζα Κιλάνι, αυτό το «αρκετά!» και το «φτάνει!» για «ένα έγκλημα που πρέπει επιτέλους να σταματήσει!», αυτή η άμεση έκκληση να δοθεί επιτέλους τέλος στην γενοκτονία της Γάζας, διαμόρφωσε το άκρως πολιτικό κλίμα της μέρας στο φεστιβάλ Βενετίας.
«Πως φτάσαμε στο σημείο να επιτρέπουμε σε ένα παιδί να παρακαλεί για τη ζωή του;» συνέχισε η Κιλάνι και δεν ήταν βεβαίως η μόνη στο πάνελ της ταινίας, στη συνέντευξη Τύπου που μοιράστηκε την αγωνία της στις δραματικές στιγμές εκείνης της τραγωδίας.
Όμως η ταινία της προερχόμενης από τον χώρο του ντοκιμαντέρ Μπέν Χάινι, δεν αξίζει μόνο λόγω θέματος, αλλά και ως θαυμάσιος κινηματογράφος, Περιορίζοντας τη δράση μέσα στον κέντρο επιχειρήσεων της Ερυθράς Ημισελήνου στη Ραμάλα, η ταινία εστιάζει στην τηλεφωνική επικοινωνία των υπεύθυνων του κέντρου με το κορίτσι.
Και το χάιλαιτ της, ο τρόπος με τον οποίο η Μπεν Χάινι συνδέει τη μυθοπλασία με την τεκμηρίωση, είναι πανέξυπνος: η φωνή του κοριτσιού που ακούμε στην ταινία είναι της πραγματικής Χιντ Ρατζάμπ, ενώ προσπαθούσε να συνεννοηθεί με τους ειδικά εκπαιδευμένους υπαλλήλους, που βρίσκονταν στην άλλη μεριά της τηλεφωνικής γραμμής και προσπαθούσαν να την σώσουν.
«Κάθε Παλιστίνιος που άκουσε αυτή τη φωνή, άκουσε μια φωνή έκκλησης βοήθειας ολόκληρης της Γάζας», είπε η Κάουτερ Μπεν Χάνια, η οποία είναι Τυνήσια. «Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ένιωσα την ανάγκη να γυρίσω αυτήν την ταινία. Ήταν υποχρέωσή μου».
«Καθήκον μας» να παίξουμε σε αυτή την ταινία
Όμως όλοι οι ηθοποιοί που έπαιξαν στην «Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ», το έκαναν επειδή ένιωθαν ότι όφειλαν να το κάνουν. «Ήταν καθήκον μας», είπαν όλοι ανεξαιρέτως. «Η ταινία γυρίστηκε μέσα σε πραγματικούς λυγμούς, όχι μόνο τους δικούς μας, δηλαδή των ηθοποιών, αλλά και των μελών του συνεργείου», είπε χαρακτηριστικά ο παλαιστίνιος ηθοποιός Αμέρ Χλεχέλ.
Ένας άλλος ηθοποιός, ο Μόουζες Μαλχές, που υποδύεται τον Ομάρ, τον πρώτο υπάλληλο της Ερυθράς Ημισελήνου που ήρθε σε επαφή με την Χιντ, ανέφερε ότι έχει ζήσει παρόμοιες καταστάσεις όταν ο ίδιος ήταν παιδί. «Για μένα η Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ δεν είναι ταινία. Είναι η ζωή μου».
Η παράνοια μιας επιχείρησης σωτηρίας
Η ταινία στέκεται αρκετά στο πώς ο συναισθηματικός παράγοντας μπορεί να πάρει τον πρώτο λόγο σε περιπτώσεις όπως της Χιντ Ρατζάμπ. Ο Ομάρ δεν αντέχει την κατάσταση παράνοιας που επικρατεί στην «επιχείρηση» σωτηρίας, που δε λέει να αρχίσει, παίρνοντας το πράσινο φως.
Έτσι, έρχεται σε σύγκρουση με τον προϊστάμενό του, που πρέπει να ακολουθήσει κάποιες συγκεκριμένες οδηγίες, όπως ορίζει το πρωτόκολλο για την ασφάλεια όλων.
Μέσα σε ένα απίστευτο αλαλούμ τηλεφωνημάτων και κακών συνεννοήσεων με άλλες υπηρεσίες (όπως π.χ. του Ερυθρού Σταυρού), ένα κοριτσάκι μόνο του αγωνιά για την ζωή του. «Ελάτε να με πάρετε, ελάτε να με πάρετε!», λέει στο τηλέφωνο και η καρδιά σου σπαράζει, γνωρίζοντας όταν ξέρεις ότι ακούς τη φωνή του πραγματικού κοριτσιού.





