Για να ενισχύσει τα επιχειρήματά της υπέρ των μεταρρυθμίσεων που προωθεί, η κυβέρνηση επικαλείται συχνά το ευρωπαϊκό κεκτημένο ή γενικότερα τη διεθνή εμπειρία.

Και πολύ σωστά. Αν η χώρα μας ανήκει σε ένα ευρύτερο σύστημα αξιών πάνω στο οποίο βασίζονται οι καταστατικές αρχές και δομές της οργάνωσης του κράτους και της ζωής, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να αποτελεί εξαίρεση, είτε αυτές αφορούν τις εκλογές και την επιστολική ψήφο είτε την εκπαίδευση και τα μη κρατικά πανεπιστήμια είτε τα δικαιώματα και τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.

Πρόκειται για ζητήματα που αλλού έχουν λυθεί εδώ και χρόνια ή ακόμη και δεκαετίες. Οφείλει να αναρωτηθεί κανείς συνεπώς πώς από αυτόν τον μεταρρυθμιστικό οίστρο απουσιάζει παντελώς η μεταρρύθμιση μίας από τις πλέον αναχρονιστικές εξαιρέσεις: η υποκατάσταση της τακτικής Δικαιοσύνης από τη Βουλή με τη μετατροπή της σε δικαιοδοτικό όργανο που αποφαίνεται επί των τυχόν ευθυνών των μελών της.

Ένα ζήτημα που δεν έχει απασχολήσει ούτε την κυβέρνηση ούτε τα υπόλοιπα κόμματα ήρθε να φωτίσει με τη συγκλονιστική της κατάθεση μια πολίτης, η Μαρία Καρυστιανού, μητέρα της 20χρονης Μάρθας που έχασε τη ζωή της στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.

«Σκεφθείτε», είπε στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής που διερευνά τα αίτια και τις ευθύνες της τραγωδίας , «να χάνατε το πιο αγαπημένο σας πρόσωπο από ιατρικό λάθος, από αδιαφορία, από ελλιπή γνώση. Και ο εν λόγω γιατρός αντί να παραπέμπεται στη Δικαιοσύνη να παραπέμπεται στον Ιατρικό Σύλλογο. Πώς θα νιώθατε; Πώς θα το κρίνατε αυτό; Σωστό; Δίκαιο;».

Το ερώτημα είναι πολύ σαφές για να μείνει αναπάντητο. Δεν είναι η συναισθηματική φόρτιση της κας Καρυστιανού που το καθιστά αμείλικτο. Αλλά το γεγονός πως οι εξεταστικές επιτροπές λειτουργούν κατά κανόνα στον αντίποδα των προθέσεων του συνταγματικού νομοθέτη.

Υπόκεινται σε πολιτικές σκοπιμότητες. Συγκαλύπτουν αντί να αποκαλύπτουν. Προσφέρουν ασυλία αντί να αναζητούν ευθύνες. Εμποδίζουν το έργο και της Δικαιοσύνης προσβάλλοντας εντέλει τη συνταγματική τάξη και εκθέτοντας το κράτος Δικαίου.

Είναι ωστόσο κι αυτό ένα ζήτημα που έχει λυθεί εδώ και δεκαετίες στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Βουλευτές, υπουργοί, πρώην πρόεδροι οδηγούνται στην τακτική Δικαιοσύνη χωρίς να εξετάζεται το βάσιμο των ευθυνών τους από επιτροπές που δεν διαθέτουν ούτε τη σχετική γνώση ούτε τα εργαλεία.

Ειδικά σε περιπτώσεις όπως η τραγωδία των Τεμπών, η εξαίρεση δεν είναι απλώς αναχρονιστική. Είναι θλιβερή. Και συνιστά προσβολή στη μνήμη των αδικοχαμένων θυμάτων.