Τα εγκλήματα των ευρωπαίων αποικιοκρατών σε όλο τον πλανήτη δεν είναι άγνωστα. Λίγες περιπτώσεις, όμως, μπορούν να συγκριθούν με εκείνη του βέλγου βασιλιά Λεοπόλδου Β’, τα κακουργήματα του οποίου στο Βελγικό Κονγκό είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού της αποικίας κατά 1,5 έως και πάνω από 10 (!) εκατομμύρια μέσα σε περίπου 20 χρόνια.

Το αιματηρό έργο του απλώνεται στις σελίδες του βιβλίου «Η Σκοτεινή Ιστορία της Μοναρχίας» που κυκλοφορεί στις 23 Ιουλίου αποκλειστικά με «Το Βήμα της Κυριακής», ανάμεσα σε δεκάδες ακόμη περιστατικά που αποκαλύπτουν το πιο βάναυσο πρόσωπο της μοναρχίας.

Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:

Ένα κυνικό προπέτασμα καπνού

Ο Λεοπόλδος οργάνωσε μια Επιτροπή για την Προστασία των Ιθαγενών, με αποστολή να ενημερώνει για κάθε κατάχρηση που θα υπέπιπτε στην αντίληψή της. Αυτό όμως φάνηκε ότι απλώς ήταν άλλο ένα προπέτασμα καπνού από τον Λεοπόλδο, επειδή η νέα επιτροπή οργανώθηκε με έναν τρόπο που αποκλείεται να λειτουργούσε.

Τα μέλη της, όλοι ιεραπόστολοι, βρίσκονταν σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων μεταξύ τους και έτσι η επαφή τους, που στην καλύτερη περίπτωση ποτέ δεν ήταν εύκολη, ήταν προβληματική. Επιπλέον, οι εξουσίες της ήταν περιορισμένες: δεν είχε δικαίωμα να ζητάει πληροφορίες, ακόμα και όταν ερχόταν σε επαφή με αξιωματούχους που είχαν κάθε λόγο να τις αποκρύπτουν. Επομένως, η επιτροπή στην ουσία ήταν αναποτελεσματική και οι καταχρήσεις συνεχίστηκαν.

Χείριστα παραδείγματα κακομεταχείρισης συνέβησαν εξαιτίας του συστήματος ποσόστωσης που εφαρμόστηκε στην παραγωγή του καουτσούκ, το πιο ζωτικό συστατικό της κονγκολέζικης οικονομίας. Αν οι ιθαγενείς δεν παρήγαγαν το καουτσούκ που έπρεπε, για τη βελτίωση της απόδοσής τους, εφαρμόζονταν απάνθρωπες τιμωρίες –μαστιγώματα, ξυλοδαρμοί, ακρωτηριασμοί, ακόμα και δολοφονίες μελών οικογενειών.

Το 1905 ο ιεραπόστολος, αιδεσιμότατος Τζον Χάρις, έγραψε μια ανατριχιαστική περιγραφή για την τιμωρία της υποπαραγωγής:

«Οι άνθρωποι από την Εσάνγκα [νοτίως του ποταμού Κονγκό] ανέφεραν πώς, σε μια περίπτωση, επειδή είχαν φέρει 49 αντί για 50 καλάθια καουτσούκ, μερικοί [από αυτούς] φυλακίστηκαν και στάλθηκαν φρουροί για να τιμωρήσουν τον κόσμο… Όλοι είχαν να αφηγηθούν ανατριχιαστικές ιστορίες για τη βάναυση δολοφονία στενών συγγενών. Μερικοί εκτελέστηκαν μπροστά στα μάτια τους. Σε άλλες περιπτώσεις κατέφυγαν στις λόχμες για να γλιτώσουν και όταν επέστρεψαν βρήκαν τα πτώματα των συγγενών τους να κείτονται γύρω.

»Ενώ οι άνδρες έλειπαν στο δάσος προσπαθώντας να φέρουν καουτσούκ, οι φρουροί βίασαν, ξυλοκόπησαν και απήγαγαν τις γυναίκες τους. Μπροστά σε όλα αυτά που έχουν υποφέρει στα χέρια των δυναστών τους, είναι να απορεί κανείς, επειδή δεν αισθάνονται μίσος και μόνο στη θέα των λευκών. Μερικές φορές εμείς οι ιεραπόστολοι πιστεύουμε ότι το μήνυμα της λύτρωσης [μέσω του Χριστού] θα τους φαίνεται σαν κοροϊδία».

Ο σάλος που ξεσηκώθηκε αρχικά στη Βρετανία όταν μαθεύτηκε η είδηση για τις θηριωδίες στο Κονγκό, εξαπλώθηκε στη Γερμανία όπου, το 1899, μια καταδικαστική έκθεση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Kölnische Zeitung της Κολωνίας. Στη συγκεκριμένη έκθεση, ο Ακίλε Φιεβέζ, διοικητής στο Σουλτανάτο του Ζέμιο, ενός προτεκτοράτου του Ελεύθερου Κράτους, κατηγορήθηκε για τουλάχιστον 1.308 ακρωτηριασμούς, κυρίως κομμένων χεριών.