Ο «πόλεμος των τριών ημερών» του Πούτιν, που «σε μία εβδομάδα θα έπαιρνε το Κίεβο», κλείνει δύο μήνες. Δεν λέει να τελειώσει.

Και ούτε θα τελειώσει εύκολα και σύντομα. Ο Πούτιν χάνει – για την ακρίβεια, σίγουρα δεν κερδίζει

Και κανείς ηγέτης τύπου Πούτιν δεν παραδέχεται εύκολα την ήττα ή το λάθος του, όποιο κι αν είναι το κόστος της ήττας ή του λάθους.

Ιδίως όταν έχει μπλέξει στον κυκεώνα μιας αδιέξοδης σύγκρουσης στην οποία η Δύση θα πολεμήσει τη Ρωσία «με το αίμα και του τελευταίου Ουκρανού».

Πολλά έχουν γραφεί για τις ψευδαισθήσεις του Πούτιν, την αίσθηση ισχύος και την υποτίμηση των δυτικών αντιδράσεων.

Οπως επίσης και για την εξαιρετική επιτυχία των αμερικανικών και βρετανικών υπηρεσιών να προβλέψουν επιτυχώς όλες τις κινήσεις αλλά και τα ρωσικά πολεμικά σχέδια ήδη από τα τέλη Οκτωβρίου 2021 («The Economist», 9/4).

Μιλάμε συνολικά για μια κορυφαία αποτυχία της ρωσικής πολιτικής και προς το παρόν δεν φαίνεται στον ορίζοντα κάποια αναδίπλωση ή έστω διαχείριση των ζημιών. Με άλλα λόγια, δεν ξέρουμε ακόμη το τέλος του έργου.

Ηδη όμως μάθαμε μερικά πράγματα.

Κατ’ αρχάς ότι η ουκρανική κρίση επιβεβαίωσε τη σταθερότητα των συμμαχικών αξόνων. Σχεδόν αναβάθμισε το ΝΑΤΟ, το οποίο πλέον από οργανισμός άνευ αντικειμένου έγινε οργανισμός άμυνας κατά του ρωσικού επεκτατισμού.

Και ύστερα ότι η «επιτήδεια διπλωματία» όπως και η «πολιτική ισχύος» υπακούουν αυστηρά στον κανόνα για «τα μεταξωτά βρακιά που θέλουν και επιδέξια οπίσθια».

Η Ρωσία δύο μήνες προσπαθεί να καταλάβει την κατεστραμμένη Μαριούπολη, ενώ η Τουρκία ή το Ισραήλ ακόμη προσπαθούν να κάνουν τους διαμεσολαβητές. Καλώς ή κακώς, ένας πόλεμος είναι υπόθεση πραγματικής ισχύος, όχι φούμαρων.

Αυτό φυσικά δεν εμποδίζει να εξετάζουμε τα πραγματικά δεδομένα.

Πρώτον, με τη Ρωσία στα χαρακώματα τελευταία σκοτούρα του ΝΑΤΟ είναι τα ελληνοτουρκικά τζαρτζαρίσματα. Οποιος δεν το καταλαβαίνει κάνει κακό και στην Ελλάδα και στην Τουρκία και στο ΝΑΤΟ.

Αυτό φυσικά δεν λύνει τις ελληνοτουρκικές διαφορές ή το Κυπριακό, ούτε πρόκειται να τις λύσει και ούτε κανείς προσβλέπει να λυθούν. Απλώς τις παγώνει και βλέπουμε.

Δεύτερον, το ζήτημα της Ρωσίας θα αποτελεί κυρίαρχο παγκόσμιο πρόβλημα τα επόμενα χρόνια, όποιες κι αν είναι τελικά οι εξελίξεις στην Ουκρανία.

Και ακριβώς επειδή είναι κυρίαρχο, θα διαμορφώσει μονιμότερους συσχετισμούς και διαχωριστικές γραμμές. Αρκεί να μην κάνει κάποιος το λάθος να βρεθεί στη λάθος πλευρά της διαχωριστικής γραμμής.

Τρίτον, αργά ή γρήγορα η Ευρώπη θα μετρήσει και θα χειριστεί το ζήτημα των οικονομικών (κυρίως) σχέσεών της με τη Ρωσία.

Καλό το ΝΑΤΟ. Καλός ο Μπάιντεν. Αλλά το οικονομικό θα έχει βαρύνουσα σημασία για την Ευρωπαϊκή Ενωση όσο απομακρυνόμαστε από τα πεδία των μαχών. Σε όλα του τα επίπεδα και παραμέτρους.

Τέταρτον, ωραία αυτά, αλλά τώρα που είναι Πάσχα και μπαινοβγαίνουμε στις εκκλησίες να ανάψουμε και κανένα κεράκι να ξαναβγεί ο Μακρόν.

Διαφορετικά η αποσταθεροποίηση της Ευρώπης θα είναι μεγάλη και δυστυχώς τις μεγάλες αναταραχές τις πληρώνουν οι πιο εύθραυστοι.

Δεν ξέρω λοιπόν αν υπάρχει άγιος για την περίσταση, αλλά κι αν δεν υπάρχει μάλλον θα πρέπει να τον εφεύρουμε.

Ιμπραήμ

Ομολογώ ότι δεν θυμόμουν πότε είχε γίνει το προηγούμενο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε καν αν υπήρχε προηγούμενο συνέδριο.
Αν είχε όμως τόση πλάκα όσο το τωρινό, σίγουρα θα το θυμόμουν.

Αφενός επειδή νίκησε ο Τσίπρας. Πάλι καλά. Διότι αν ο αρχηγός δεν κερδίζει ούτε στα συνέδρια του κόμματός του, κλάφ’ τα, Χαράλαμπε.

Αφετέρου επειδή για πρώτη φορά είδα τόσο κόσμο να συζητάει για τόσα πράγματα που τόσο λίγο ενδιαφέρουν την ελληνική κοινωνία.

Και τι προτείνεις; θα ρωτήσετε. Να λύσει ο ΣΥΡΙΖΑ το μυστήριο Πισπιρίγκου;

Οχι, φυσικά. Αλλά είμαι βέβαιος πως αυτό με τον Ιμπραήμ Μητσοτάκη ούτε η Πισπιρίγκου δεν θα το είχε σκεφτεί.