Παρότι το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου που προσφάτως απέσπασε η Ρενέ Ζελβέγκερ για την ερμηνεία της στην ταινία «Judy» δεν έχει βρει σύμφωνους τους πάντες (εμού συμπεριλαμβανομένου), η αμερικανίδα ηθοποιός που στις 25 Απριλίου κλείνει τα 51 φαίνεται ότι είναι πολύ αγαπητή στις τάξεις των συναδέλφων της. Επίσης, το γεγονός ότι στην «Judy» η Ζελβέγκερ υποδύεται ένα πρόσωπο από την πάλαι ποτέ χρυσή εποχή του Χόλιγουντ, τη θρυλική Τζούντι Γκάρλαντ που έφυγε πρόωρα από τη ζωή σε ηλικία 47 ετών και ενώ βρισκόταν όχι στην κορυφή αλλά στο ναδίρ, θα πρέπει σίγουρα να έπαιξε τον ρόλο του για αυτή τη βράβευση, σε μια χρονιά που, κακά τα ψέματα, μάλλον το χρυσό αγαλματίδιο ανήκε στη Σκάρλετ Τζοχάνσον (υποψήφια στην ίδια κατηγορία για την ερμηνεία της στην ταινία «Ιστορία γάμου»).

Ηθοποιός που ποτέ δεν ξεχώρισε ούτε για την απαστράπτουσα ομορφιά ούτε για το πραγματικά μεγάλο ταλέντο της, πρωταγωνίστρια σε συμπαθητικές αλλά όχι και τίποτα σπουδαίες ταινίες (το μιούζικαλ «Σικάγο» παραμένει η καλύτερή της στιγμή), η Ρενέ Ζελβέγκερ, χωρίς αμφιβολία, ανήκει στα πιο τυχερά πρόσωπα που έχουν περάσει από το Χόλιγουντ. Για μια αρκετά μεγάλη περίοδο (2009-2016), το στρουμπουλό ξανθό «κορίτσι της διπλανής πόρτας» εξαφανίστηκε από τα πράγματα και όταν επανήλθε – αδύνατη σαν καλάμι και σχεδόν μεταμορφωμένη από τις φημολογούμενες πλαστικές στο πρόσωπο – κατάφερε να κερδίσει ένα δεύτερο Οσκαρ έπειτα από εκείνο του Β’ ρόλου που ήδη είχε για την «Επιστροφή στο Cold Mountain» (2003). Με έναν τρόπο το έχει δηλώσει και η ίδια: «Η ζωή μου έχει ξεπεράσει σε μεγάλο βαθμό αυτό που ενδεχομένως θα μπορούσα να είχα ονειρευτεί, διότι ποτέ δεν θα ήμουν τόσο τολμηρή για να οραματιστώ ότι αυτά τα πράγματα που μου συνέβησαν θα μπορούσαν όντως να μου συμβούν!».

Με μητέρα νορβηγίδα νοσηλεύτρια και μαία και πατέρα ελβετό μηχανικό, από τα γυμνασιακά της χρόνια η Ζελβέγκερ, που γεννήθηκε στο χωριό Κάτι του Τέξας, ενδιαφέρθηκε για την υποκριτική και έτσι αργότερα, στο Πανεπιστήμιο του Οστιν όπου φοίτησε, φρόντισε να πάρει κάποια μαθήματα. Εκεί εξάλλου αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με την ηθοποιία χωρίς όμως να μετακομίσει αμέσως στο Χόλιγουντ. Ηταν φιλόδοξη αλλά και προσγειωμένη. «Ηθελα να έχω διαρκώς προκλήσεις μπροστά μου και όταν πήρα τη δουλειά σε ένα μπαρ και ήξερα ότι θα μπορούσα να πληρώσω για τα δίδακτρά μου και να προχωρήσω σε ακροάσεις και μερικές φορές να βρίσκω δουλειές που μου άρεσαν και να πληρώσω το ενοίκιό μου, ήξερα ότι θα ήμουν εντάξει».

Ενα αστέρι γεννιέται

Αρχισε να παίρνει μέρος σε οντισιόν για ρόλους στο Χιούστον του Τέξας και σε ορισμένες περιπτώσεις τους κέρδιζε, όπως συνέβη με το «Νέοι, ωραίοι και άνεργοι» (1994) του Μπεν Στίλερ, με τον ίδιο και τον Ιθαν Χοκ, με τον οποίο η Ζελβέγκερ μοιράζεται το πρώτο κινηματογραφικό φιλί της. «Ηθελα να είμαι αυτάρκης, ήθελα να φροντίσω η ίδια τον εαυτό μου και ήθελα να μάθω» θα έλεγε αργότερα η ηθοποιός για εκείνη την κομβική περίοδο της ζωής της. «Ηθελα να ταξιδέψω, ήθελα να δω τον κόσμο και να ανοίξω τα μάτια μου. Τότε ήταν που τα όνειρά μου είχαν γίνει πραγματικότητα, πολύ πριν κάποιος μού τηλεφωνήσει για να μου πει: «Ελα να συναντήσεις τον Τομ Κρουζ»».

Στην πραγματικότητα, όμως, η καριέρα της Ρενέ Ζελβέγκερ άρχισε όντως το 1995 όταν συνάντησε τον Τομ Κρουζ. Γιατί ενώ στη δεκαετία του 1990 η ηθοποιός έπαιξε σε αρκετές ταινίες, καμία τους δεν είχε το εκτόπισμα του «Τζέρι Μαγκουάιρ», της κομεντί που γύρισε με τον Κρουζ στα μέσα εκείνης της δεκαετίας. Σε αυτή την ταινία η Ζελβέγκερ οφείλει πολλά για τη μετέπειτα καριέρα της. Πέρα από το ότι μια ατάκα της ως Ντόροθι Μπόιντ στο «Τζέρι Μαγκουάιρ» έχει γίνει κλασική (όταν λέει στον Κρουζ εκείνο το «you had me from hello»), η ερμηνεία της ήταν όντως ένα από τα πολύ καλά στοιχεία του φιλμ και την έβαλε στον χάρτη. Ετσι δικαιώθηκε τελικά ο σκηνοθέτης Κάμερον Κρόου που κατέληξε σε αυτήν (την είδε στην ταινία «The Whole Wide World») παρότι πολλές ηθοποιοί ενδιαφέρονταν για τον ρόλο – ανάμεσά τους η Κάμερον Ντίαζ, η Μπρίτζετ Φόντα, η Γουαϊνόνα Ράιντερ και η Μαρίζα Τομέι.

Από εκείνη τη χρονιά και για ένα μεγάλο διάστημα η Ζελβέγκερ ήταν πρώτο όνομα, αν και αυτό που χρειαζόταν ήταν μια ταινία την οποία  θα κρατούσε η ίδια στις πλάτες της. Της δόθηκε η ευκαιρία με το «Ημερολόγιο της Μπρίτζετ Τζόουνς» (2001) και εκείνη την αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο. Η ταινία έκανε θραύση παγκοσμίως και την ακολούθησαν δύο συνέχειες, το 2004 και το 2016, στο ίδιο ύφος και εξίσου επιτυχημένες εισπρακτικά. Για την πρώτη ταινία της σειράς χρειάστηκε μάλιστα να πάρει περίπου 15 κιλά. «Νομίζω ότι είναι πολύ γενναία, γιατί λέει αυτό που έχει στο μυαλό της» έχει πει για την Μπρίτζετ Τζόουνς. «Τελικά, ξέρει ότι ακόμη και αν δεν πάρει τη σωστή απάντηση από τον άνδρα που θέλει, θα σηκωθεί, θα σταθεί στα πόδια της και θα προχωρήσει. Αυτό για μένα είναι δύναμη».