Το μεσημέρι της Παρασκευής μια ετερόκλητη πλειοψηφία προθύμων κύρωσε τη συμφωνία των Πρεσπών. Ηταν μια επιτυχία της κυβέρνησης.

Η συμφωνία των Πρεσπών όμως άφησε ένα βαθύ ρήγμα στην ελληνική κοινωνία, το οποίο ούτε θα ξεπεραστεί ούτε θα επουλωθεί εύκολα. Θα μας οδηγήσει έως τις εκλογές και επέκεινα. Αυτό είναι το όφελος της αντιπολίτευσης.

Μιλώντας ο Μητσοτάκης για «εθνική ήττα» εξέφρασε προφανώς όσους αισθάνονται έτσι. Αλλά, καλώς ή κακώς, συμβαίνει να αποτελούν την ευρύτατη πλειοψηφία του ελληνικού λαού.

Αν λοιπόν η μισή επιτυχία στην πολιτική είναι να βρεις ένα πειστικό δίλημμα και να πάρεις τον καλό ρόλο, τότε η αντιπολίτευση κέρδισε τον πρώτο λαχνό του Λόττο.

Θα πάμε στις εκλογές με το πιο ισοπεδωτικό δίλημμα που γνωρίζω: «πατριώτες εναντίον προδοτών». Ενα δίλημμα-οδοστρωτήρας.

Και φυσικά δεν χρειάζεται να ρωτήσετε ποιοι θα είναι οι μεν και ποιοι οι δε. Ακόμη κι αν δεν θα ονοματίζονται έτσι για λόγους πολιτικής ορθότητας και ευπρέπειας, όλοι θα ξέρουν ποιους εννοούν.

Υπερβολικό; Ενδεχομένως. Αλλά όσο υπερβολικά ήταν και τα διλήμματα του 2012 και του 2015.

Αβάσιμο; Πιθανώς. Αλλά όσο αβάσιμα ήταν και τα διλήμματα του 2012 και του 2015.

Δεν άλλαξε τίποτε. Μόνο το ερώτημα και οι ρόλοι.

Πώς την πάτησε έτσι ο Τσίπρας; Μπορώ να βρω πολλές εξηγήσεις.

– Υποτίμησε το θέμα επειδή ουσιαστικά το αγνοούσε;

– Επεσε θύμα της ευκολίας και της προχειρότητας που τον χαρακτηρίζει προσπαθώντας να βάλει τρικλοποδιά στην αντιπολίτευση;

– Αλλαξαν στην πορεία τα δεδομένα ενώ σχεδίαζε να κάνει εκλογές τον Σεπτέμβριο 2018 και να φορτώσει τη συμφωνία στον Μητσοτάκη;

– ‘Η μήπως πίστεψε πως ο «διεθνής παράγων» θα υποχρεώσει την αντιπολίτευση να συμπράξει;

Ο,τι κι αν ισχύει πραγματικά (πιθανώς μάλιστα να συντρέχουν και περισσότερες της μίας εξηγήσεις…), το παιχνίδι για την κυβέρνηση χάθηκε όταν ο Μητσοτάκης αποφάσισε να πάει στο «Οχι».

Το περίεργο είναι ότι ο Τσίπρας δεν έκανε καμία ουσιαστική προσπάθεια να τον αποτρέψει ή έστω να τον εγκλωβίσει σε μια συναινετική γραμμή.

Αισθανόταν άραγε ισχυρός ή είχε εκτιμήσει λάθος τον αντίπαλό του;

Πέρυσι τέτοια εποχή στο Νταβός εξηγούσε στον Ζάεφ πως «δεν περιμένει ότι η ΝΔ θα είναι πλήρως συνεργάσιμη επειδή ο Κ. Μητσοτάκης θέλει να εξασφαλίσει κέρδη στις εκλογές».  

Αυτό το «πλήρως συνεργάσιμη» μόνο ως οξύμωρο μπορώ να το εκλάβω!

Από εκεί και πέρα φυσικά, το μόνο που μπορούσε να κάνει ο Τσίπρας ήταν να διαχειριστεί τη ζημιά. Και για να το επιτύχει είχε μόνο έναν τρόπο: να αυξήσει το κόστος τού «Οχι» για τον Μητσοτάκη.

Ούτε αυτό το κατάφερε. Και ούτε θα το κατάφερνε ποτέ με τις ανοησίες για τα «τάγματα εφόδου» και την Ακροδεξιά, με την προσπάθεια να διχάσει τη ΝΔ, με τη διαφήμιση της υποστήριξης Μέρκελ ή με τη δραστηριοποίηση του πρεσβευτή Πάιατ.

Ο Τσίπρας έπεσε τόσο έξω από την αρχή μέχρι τέλους και με τόσο κόστος από την αρχή μέχρι τέλους που αρχίζω να αναρωτιέμαι μήπως τελικά πίστευε ότι έκανε το σωστό και το υπεύθυνο.

Ούτως ή άλλως, έχει αποδειχθεί επιρρεπής σε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες.

Στο τέλος της διαδρομής όμως δεν έχει πολλούς λόγους να επαινεί τον εαυτό του. Διότι τι έχει συμβεί;

Η αντιπολίτευση έμεινε ενωμένη και η κυβέρνηση διαλύθηκε. Η συμπολίτευση κατάντησε μια οριακή κουρελού με αποστάτες, ρετάλια και σούργελα.

Αν αυτό επεδίωκε η κυβέρνηση, τότε είναι το πιο αυτοκτονικό σχέδιο που έχει γνωρίσει ποτέ η πολιτική.

Αν επεδίωκε το αντίθετο, τότε είναι το πιο αποτυχημένο σχέδιο που έχει γνωρίσει ποτέ η πολιτική.

Αν δεν ήξερε τι επεδίωκε, τότε οι άνθρωποι είναι οι χειρότεροι ερασιτέχνες που έχει γνωρίσει ποτέ η πολιτική.

Τι κέρδισαν;

Τώρα που τελείωσε το δίδυμο «εμπιστοσύνη – Πρέσπες» στη Βουλή, τώρα που διαλύθηκαν κόμματα, σχέσεις και παρέες, έχω μια απορία.
Να δεχτώ ότι οι αποστάτες υπουργοί από τη Δεξιά ψήφισαν για να μείνουν υπουργοί. Να δεχτώ ότι μερικοί δεν έχουν πάρει τα χάπια τους. Να δεχτώ ότι ο Δανέλλης κάπου θα «τρουπώσει».

Αλλά ο Θεοδωράκης, ο Θεοχαρόπουλος, ο Λυκούδης τι κέρδισαν; Τι λόγο είχαν να στηρίξουν μια κυβέρνηση τώρα που καταρρέει και να το πληρώσουν;

Ισχυρίζονται ότι δεν ψήφισαν για την κυβέρνηση αλλά για τις Πρέσπες. Αν η δικαιολογία πείθει τους ίδιους, τότε δεν έχω να προσθέσω τίποτε.
Τα πράγματα είναι χειρότερα από όσο νόμιζα.