Λέγεται ότι έχει επηρεάσει ακόμη και τη δημοφιλή δημιουργία του Σπίλμπεργκ «E.T. ο εξωγήινος». Ο λόγος για την (εντελώς διαφορετικής φιλοσοφίας και αισθητικής) καλτ ταινία επιστημονικής φαντασίας «Ο άνθρωπος που έπεσε στη Γη», παραγωγής 1976. Το φιλμ έχει ωστόσο μείνει στην κινηματογραφική ιστορία για έναν επιπλέον λόγο: επειδή αποτέλεσε το ντεμπούτο στο σινεμά (με κανονικό ρόλο) του Ντέιβιντ Μπόουι (1947-2016), ο οποίος ήδη τότε μεσουρανούσε ως παγκόσμιο είδωλο της μουσικής –υπερεπιτυχημένος πια και στις ΗΠΑ χάρη στην επιτυχία του σινγκλ «Fame» από το ευπώλητο άλμπουμ «Young Americans».
Ενα φωτογραφικό λεύκωμα που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από τον εκδοτικό οίκο Taschen με καρέ από την ταινία και πολλές φωτογραφίες από τα γυρίσματα που τράβηξε ο βρετανός φωτογράφος Ντέιβιντ Τζέιμς, ο οποίος είχε προσληφθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό, ρίχνει φως στο παρασκήνιο αυτής της παραγνωρισμένης στην εποχή της παραγωγής. Βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Γουόλτερ Τέβις, το σενάριο περιγράφει τις περιπέτειες του Τόμας Τζερόμ Νιούτον, ενός εξωγήινου ταξιδιώτη που έφτασε στη Γη από έναν μακρινό, μυστηριώδη πλανήτη που μαστίζεται από παρατεταμένη ξηρασία, για να βρει νερό. Το σχέδιό του είναι να χρησιμοποιήσει τις προηγμένες τεχνολογικά γνώσεις του για να αποκτήσει πολλά χρήματα και με αυτά να κατασκευάσει ένα τεράστιο διαστημόπλοιο που θα του επιτρέψει να μεταφέρει το πολύτιμο ύδωρ στην πατρίδα του. Ο ήρωας παρασύρεται βεβαίως από τον επίγειο καταναλωτισμό και αυτό ακριβώς το σχόλιο πάνω στο αμερικανικό καπιταλιστικό σύστημα ήθελε να κάνει ο σκηνοθέτης Νίκολας Ρεγκ, ο οποίος τρία χρόνια νωρίτερα είχε υπογράψει το αριστουργηματικό θρίλερ «Μετά τα μεσάνυχτα» με τον Ντόναλντ Σάδερλαντ και την Τζούλι Κρίστι. Ο Μπόουι έμοιαζε κομμένος και ραμμένος για τον ρόλο του alien: o ανδρόγυνος, χλωμός δανδής έμοιαζε ούτως ή άλλως κάπως ουρανοκατέβατος στο μέχρι τότε πιο συμβατικό τοπίο της ποπ κουλτούρας.
Κατά τη διάρκεια των 11 εβδομάδων που κάλυψαν τα γυρίσματα συνέβησαν διάφορες αναποδιές: ο Μπόουι ήπιε χαλασμένο γάλα και χρειάστηκε να μείνει εκτός για αρκετές ημέρες, οι κάμερες μπλόκαραν πιο συχνά απ’ ό,τι συνήθως, το επιτελείο χρειάστηκε να συγκρουστεί με μια ομάδα μοτοσικλετιστών, μελών των σκληροτράχηλων Hell’s Angels, που κατασκήνωναν κοντά στο σετ. Ο πρωταγωνιστής βρισκόταν πάντως σε εύθραυστη ψυχολογική κατάσταση. Το 1983 δήλωσε σε συνέντευξή του πολύ ευχαριστημένος που κατάφερε να τελειώσει την ταινία, «αλλά δεν είχα ιδέα τι ακριβώς γυρίζαμε. Απλώς ρίχτηκα με πάθος, έδωσα τον πραγματικό μου εαυτό, γιατί ήταν η πρώτη μου πραγματική κινηματογραφική δουλειά. Είχα έως τότε πλήρη άγνοια του τρόπου με τον οποίο γυρίζονται οι ταινίες, οπότε βασίστηκα στο ένστικτό μου. Μάθαινα κάθε μέρα τις ατάκες μου και τις έλεγα όπως τις ένιωθα. Η αλήθεια είναι πως αισθανόμουν τόσο αποξενωμένος όσο και ο ήρωας. Γι’ αυτό και η ερμηνεία μου ήταν αρκετά φυσική. Λόγω της ανασφάλειάς μου, έκανα 10 γραμμάρια κοκαΐνης ημερησίως. Ημουν εντελώς «φτιαγμένος» από την αρχή έως το τέλος των γυρισμάτων».
Η Κάντι Κλαρκ, συμπρωταγωνίστρια του «Λεπτού Λευκού Δούκα» θυμάται, σύμφωνα με διηγήσεις της, τα πράγματα λίγο διαφορετικά: «Ο Μπόουι είχε υποσχεθεί στον Νικ (σ.σ.: Ρεγκ) ότι θα απείχε από τις ουσίες και ήταν απόλυτα νηφάλιος, φιλικός και επαγγελματίας. Ηταν τόσο συγκεντρωμένος που θα έλεγα πως καθοδηγούσε την ομάδα. Φαίνεται άλλωστε και χάρη στην υποδειγματική διεύθυνση φωτογραφίας από τον Τόνι Ρίτσμοντ: ο Μπόουι είναι εκτυφλωτικός, η επιδερμίδα του λάμπει. Μοιάζει αγγελικός, παραδεισένιος. Ηταν τέλειος ως πλάσμα από άλλον πλανήτη». Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί πως ο σκηνοθέτης έκανε ό,τι μπορούσε για να ικανοποιήσει τον σταρ του. Προκειμένου να αισθάνεται στα νερά του o Ντέιβιντ Ρόμπερτ Τζόουνς, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Μπόουι, ο Νίκολας Ρεγκ προσέλαβε βρετανούς τεχνικούς και τους έφερε από το Λονδίνο στην έρημο του Νέου Μεξικού.
Υπάρχει όμως και ένα ακόμα μυστήριο που περιβάλλει με την αχλή του την ταινία: για πολλά χρόνια κυκλοφορούσε η φήμη ότι ο Μπόουι έχει συνθέσει και ηχογραφήσει για το φιλμ ένα ανολοκλήρωτο σάουντρακ που βρίσκεται χαμένο και ξεχασμένο κάπου (όπως το πρώτο ντέμο του που ανακαλύφθηκε πριν από μερικές ημέρες κρυμμένο σε μια ψωμιέρα). Η αλήθεια είναι πως είχε συμφωνήσει να το γράψει, ωστόσο εξαιτίας των καταχρήσεων είχε μόνο πέντε-έξι πειραματικά κομμάτια σε τελική μορφή, τα οποία δεν είχαν μάλιστα καμία σχέση με τις εικόνες ή την ατμόσφαιρα του «Ανθρώπου που έπεσε στη Γη». Οταν τα άκουσε ο Ρεγκ, τρομοκρατήθηκε και ανέθεσε γρήγορα τη μουσική στον Τζον Φίλιπς των Mamas & the Papas, ο οποίος επιστράτευσε, μεταξύ άλλων, τον Μικ Τέιλορ, κιθαρίστα για πέντε έτη των Rolling Stones. Κάποιες από τις ιδέες του ο Μπόουι τις χρησιμοποίησε τελικά στο άλμπουμ «Station to Station» που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με την ταινία.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Αυγούστου 2018.