Απογοήτευση και θυμός έχουν αλλάξει τη χώρα μετά το Κραχ του 2008. Αναλυτές μιλάνε για «Ηνωμένες Πολιτείες της Οργής». Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 70% των Αμερικανών δηλώνουν «πολύ δυσαρεστημένοι» ή «θυμωμένοι» για την κατάσταση σήμερα. Τα ποσοστά είναι υψηλά σε όλες τις ομάδες: Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς, λευκούς, ισπανόφωνους και Αφροαμερικανούς. Οι περισσότεροι λένε ότι το σύστημα λειτουργεί «μόνο για όσους έχουν λεφτά και εξουσία» και ότι δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στους πολιτικούς του κατεστημένου.
Το ερώτημα είναι γιατί τόσος θυμός τώρα. Η οικονομία έχει ανακάμψει και αναπτύσσεται το 2016. Αλλά με χαμηλό ρυθμό και την ανισότητα να γίνεται όλο και πιο κραυγαλέα. Πολλοί Αμερικανοί αισθάνονται μόνοι με τις ανησυχίες τους, αποκομμένοι, προδομένοι. Λένε πως έχει ραγίσει κάτι που νιώθουν πως δεν θα ξανακολλήσει ποτέ. Με τα εισοδήματα της εργατικής και της μεσαίας τάξης στάσιμα εδώ και 10 χρόνια, και με τόσο πλούτο στα χέρια του «1%», το αμερικανικό όνειρο έχει ξεθωριάσει για πάρα πολλές οικογένειες.
Αντίδραση στη χρόνια παρακμή


Υπό μία έννοια, οι ψηφοφόροι αντιδρούν και εξεγείρονται τώρα απέναντι σε μια χρόνια παρακμή –στον εγκλωβισμό σε μια κατάσταση όπου η χώρα είναι μεν ακόμη η παγκόσμια υπερδύναμη, πλούσια, δυνατή και τεχνολογικά προηγμένη, αλλά μοιάζει ανίκανη να προοδεύσει με τον τρόπο που θεωρούσαν κάποτε πολύ δεδομένο οι πολίτες της.
Ο ακροδεξιός σόουμαν κροίσος Ντόναλντ Τραμπ και ο κεντροαριστερός Μπέρνι Σάντερς μοιάζουν σε αρκετούς να «λένε το ίδιο πράγμα» με εντελώς διαφορετικό τρόπο και από εκ διαμέτρου άλλη ιδεολογική αφετηρία. Οτι οι Αμερικανοί δεν είναι υποχρεωμένοι να ανεχθούν άλλο αυτή την κατάσταση. Οτι πρέπει να δώσουν επιτέλους μια «γροθιά στο κατεστημένο» με την ψήφο τους. Μόνο σε μια περίοδο όπου πολύς κόσμος νιώθει φόβο και οργή, θα μπορούσε ο ξεκάθαρος ρατσισμός του Τραμπ και οι ουτοπικές εκκλήσεις του Σάντερς για ειρηνική αριστερή επανάσταση στην Αμερική να έχουν τέτοια απήχηση σε προεδρική προεκλογική εκστρατεία.
Αν το δούμε ανάποδα, είναι η χειρότερη στιγμή για να είσαι παλιός, γνωστός και έμπειρος υποψήφιος του κατεστημένου. Ο Ρεπουμπλικανός Τζεμπ Μπους έχει πιάσει πάτο. Και η Δημοκρατική Χίλαρι Κλίντον πληρώνει το γεγονός ότι μαζί με τον σύζυγό της, τον πρώην πρόεδρο Μπιλ Κλίντον, έχουν πλουτίσει από τις δεκαετίες της ενασχόλησής τους με την πολιτική. Η κυρία Κλίντον, το μεγάλο εθνικό φαβορί των Δημοκρατικών, συμβολίζει πολλά από όσα θυμώνουν τον μέσο Αμερικανό.
Τραμπ εναντίον Σάντερς, λοιπόν, τουλάχιστον στην αφετηρία των προκριματικών για το χρίσμα των δύο μεγάλων κομμάτων. Ακροδεξιός δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας εναντίον Σοσιαλιστή γερουσιαστή της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Πρωτόγνωρα πράγματα για εκλογές στις ΗΠΑ. Και όμως, το «προεδρικό εξπρές» έφυγε από τον σταθμό του Νιου Χάμσιρ με αυτούς τους δύο υποψηφίους καθισμένους αναπαυτικά στο βαγόνι της πρώτης θέσης. Κανένας δεν θα το πίστευε πριν από λίγους μήνες, αλλά ο Τραμπ και ο Σάντερς είναι οι πραγματικοί νικητές στην αρχή της κούρσας για το χρίσμα.
Αντισυστημικό μήνυμα ανατροπής


Την επιτυχία τους την εξηγεί το ένα και μοναδικό πράγμα που έχουν κοινό: είναι τα «αουτσάιντερ», οι «αντάρτες» που έχουν κηρύξει πόλεμο στο κατεστημένο. Ο ένας από τη ρατσιστική Δεξιά και ο άλλος από τη ριζοσπαστική Αριστερά εκφράζουν και κερδίζουν την ψήφο της διαμαρτυρίας, της καταγγελίας, της τιμωρίας. Ο ανεκδιήγητος κροίσος των Ρεπουμπλικανών κατακεραυνώνει συνεχώς το διεφθαρμένο κατεστημένο της Ουάσιγκτον. Ζητεί την απομόνωση της χώρας με απαγορεύσεις, δασμούς, τείχη στα σύνορα. Ο 69χρονος Τραμπ χαϊδεύει ταπεινά ένστικτα κατά μεταναστών και μειονοτήτων, προσφέροντας ακραίες, απλοϊκές λύσεις σε αγανακτισμένους ψηφοφόρους.
Αντισυστημικό μήνυμα ανατροπής στέλνει και ο «Κόκκινος Μπέρνι» από τα αριστερά. Προτεραιότητα του 74χρονου είναι η δίκαιη ανακατανομή του πλούτου, με φόρους 90% σε υψηλά εισοδήματα και μεγάλες επιχειρήσεις. Θέλει κρατικό έλεγχο στη Γουόλ Στριτ και κατώτατο μισθό στα 15 δολάρια την ώρα. Υπόσχεται Εθνικό Σύστημα Υγείας και δημόσια δωρεάν Παιδεία για όλους.
Για τα πρότυπα της Αμερικής, ο Σοσιαλιστής γερουσιαστής από το Βερμόντ είναι ένας ηλικιωμένος υποψήφιος της ακραίας, ριζοσπαστικής Αριστεράς –ένας «κομμουνιστής», σχεδόν, που δεν θα είχε ποτέ ελπίδα να κερδίσει τον μέσο ψηφοφόρο. Ως σήμερα. Διότι ανεβαίνει συνεχώς σε κάλπες και δημοσκοπήσεις, τρομάζοντας το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος. Σχεδόν ισόπαλος με τη Χίλαρι Κλίντον στην Αϊοβα, τη νίκησε στο Νιου Χάμσιρ, όπου ενθουσίασε και κινητοποίησε νέους, μορφωμένους, προοδευτικούς ψηφοφόρους.
Πανάκριβη τηλεοπτική εκστρατεία με στόχο το 5% ως 10% των αναποφάσιστων, ανεξέλεγκτοι σπόνσορες και «μαύρες τρύπες»
Μάχη για το χρίσμα σημαίνει κούρσα για το χρήμα

Ποιος κερδίζει στον ανελέητο αγώνα για εκατοντάδες εκατομμύρια προεκλογικά δολάρια; Προς το παρόν ο Τζεμπ Μπους και η Χίλαρι Κλίντον. Υποψήφιοι από προεδρικές δυναστείες, βαθιά εδραιωμένοι στο κατεστημένο του κόμματός τους και της οικονομικής ελίτ της χώρας, υπολογίζεται ότι έχουν ήδη στο ταμείο από 150 ως 200 εκατ. δολάρια ο καθένας.
Αλλά και οι αντισυστημικοί πάνε καλά. Ο απερίγραπτος Τραμπ λέει ότι έχει προσωπική περιουσία 9 δισ. δολαρίων, οπότε πληρώνει από την τσέπη του. «Εγώ δεν έχω ανάγκη να ξεπουληθώ σε κανέναν!» ουρλιάζει.
Καλά χρηματοδοτημένος είναι και ο σούπερ δεξιός γερουσιαστής από το Τέξας Τεντ Κρουζ. Σπόνσοράς του είναι το λεγόμενο «Club for Growth», ένα από τα πιο γνωστά λόμπι του υπερσυντηρητικού Κόμματος του Τσαγιού. Στους Δημοκρατικούς ο «σύντροφος Μπέρνι» ξοδεύει αυτή τη στιγμή περισσότερα από τη Χίλαρι στη Νότια Καρολίνα, Πολιτεία που ψηφίζει στα τέλη Φεβρουαρίου, και η οποία του χρειάζεται για να διατηρήσει τη δυναμική του.
Το τελευταίο τρίμηνο του 2015 η επίσημη εκστρατεία της Κλίντον συγκέντρωσε 29,9 εκατ. δολάρια, με τον Σάντερς να μαζεύει το εξίσου υψηλό ποσό των 26,2 εκατ. και μάλιστα από ψηφοφόρους που έδωσαν λιγότερα από 200 δολάρια ο καθένας.
Ολα δείχνουν ότι συνολικά η προεκλογική εκστρατεία του 2016 θα είναι η πιο ακριβή στην ιστορία των ΗΠΑ. Αναμένεται ότι ως τον Νοέμβριο θα έχει σπάσει το ποσό-ρεκόρ του 1 δισ. δολαρίων που συγκεντρώθηκαν και ξοδεύτηκαν το 2012.
Πηγή αυτού του πακτωλού δεν είναι οι επώνυμες επιτροπές των υποψηφίων, οι οποίες δεν μπορούν εκ του νόμου να δέχονται άνω των 2.700 δολαρίων από κάθε δωρητή. Τα εκατομμύρια ρέουν προς εξωτερικές οργανώσεις, τις λεγόμενες Super PACs (Υπερ-επιτροπές Πολιτικής Δράσης), στις οποίες ο νόμος επιτρέπει να συγκεντρώνουν απεριόριστα ποσά από άτομα, συνδικαλιστικές οργανώσεις, συντεχνίες, λόμπι και επιχειρήσεις. Επειδή οι Super PACs είναι θεωρητικά ανεξάρτητες από τους υποψηφίους, μπορούν να εισπράττουν και να ξοδεύουν άφθονο χρήμα χωρίς ελέγχους και όρια. Πού πάνε τα λεφτά; Κυρίως για τηλεοπτικά σποτ, με σκοπό να επηρεάσουν το 5% ως 10% των πραγματικά αναποφάσιστων ψηφοφόρων που θα κρίνουν τελικά το αποτέλεσμα του Νοεμβρίου σε 5-6 κρίσιμες αμφίρροπες Πολιτείες. Τα δύο τρίτα των χρημάτων πηγαίνουν σε διαφημίσεις στην TV. Περίπου το 10% στον Τύπο και άλλο ένα 10% σε απευθείας αλληλογραφία, καμπάνιες στο Ιnternet και γενικά έξοδα κίνησης.
Διαφάνεια δεν υπάρχει. Το σύστημα δεν έχει απλώς «παραθυράκια» αλλά ολόκληρες μαύρες τρύπες. Τα πράγματα έχουν βελτιωθεί από τη δεκαετία του 1970 με τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εκλογών, η οποία οφείλει να δίνει πληροφορίες και στοιχεία για το πολιτικό χρήμα δημοσιοποιώντας τα στο Διαδίκτυο. Αλλά όχι για το «μαύρο», αυτό που σκορπάνε οι Super PACs, οι οποίες δεν υποχρεούνται ούτε να αποκαλύπτουν στοιχεία.
Αρα διαπλοκή και διαφθορά οργιάζουν. Ενας μεγαλο-χορηγός θα έχει πάντα πρόσβαση στο κόμμα και στον υποψήφιο που υποστηρίζει. Πιο αδρά πληρώνουν όσοι ενδιαφέρονται για αλλαγές στη νομοθεσία διότι αυτές επηρεάζουν περιουσίες, επιχειρήσεις και κάθε λογής συμφέροντα. Να γιατί φωνάζει ο Σάντερς ότι «είναι ντροπή που η αμερικανική Δημοκρατία έχει ξεφτιλιστεί, με τη Γουόλ Στριτ να κάνει κουμάντο στο Κογκρέσο».
Αλλά όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι νικάει, κατ’ ανάγκην, ο υποψήφιος που έχει τα περισσότερα λεφτά. Το έδειξε καθαρά η περίπτωση του Μπους στην Αϊόβα. Πλήρωσε περί τα 14 εκατ. δολάρια μόνο για διαφήμιση σε αυτή τη μικρή Πολιτεία που ψηφίζει παραδοσιακά πρώτη για το χρίσμα. Μάταια. Ο Τζεμπ πάτωσε: τον τίμησαν μόλις 5.000 ψήφοι, που του κόστισαν 2.800 δολάρια η μία! Ενώ, ας πούμε, ο Τραμπ, που σάρωσε στο Νιου Χάμσιρ, ξόδεψε περί τα 37 δολάρια για κάθε ψήφο που κέρδισε εκεί.

Μιλούν τρεις αμερικανοί πανεπιστημιακοί
«Οι ψηφοφόροι τελικά θα κινηθούν προς το Κέντρο»

«Πώς εξηγείτε την ως τώρα εντυπωσιακή άνοδο των άκρων στις προκριματικές εκλογές;»
ρώτησε τρεις αμερικανούς ειδικούς «Το Βήμα».

«Αυτές είναι σίγουρα οι πιο περίεργες προκριματικές στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ»
μας λέει η Ρουθ Ρόζεν, καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας. Και εξηγεί: «Δείχνουν πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα. Συνήθως οι Αμερικανοί δεν επιβραβεύουν με την ψήφο τους την Ακροδεξιά ή την Ακρα Αριστερά. Το ότι ο Τραμπ έχει αιχμαλωτίσει το ενδιαφέρον τόσο πολλών αποκαλύπτει τη διάχυτη οργή για την ανισότητα του πλούτου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Σάντερς απευθύνεται σε εκείνους των οποίων οι θέσεις εργασίας είναι επισφαλείς και θέλουν ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά είναι πολύ νωρίς για να υποθέσουμε ότι όλη αυτή η οργή θα δώσει το χρίσμα σε έναν αντισυστημικό υποψήφιο, κάτι που θα ήταν ιστορική πρωτιά για τις ΗΠΑ. Οι περισσότερες περιοχές της χώρας δεν έχουν μιλήσει ακόμη και η αμερικανική πολιτική κουλτούρα δείχνει ότι οι ψηφοφόροι τελικά θα κινηθούν προς το Κέντρο».

«Τραμπ και Σάντερς είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος»
μας λέει ο Ντέιβιντ Γκρίνμπεργκ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Rutgers, συγγραφέας και σχολιαστής στο CNN. «Εκφράζουν στα δύο άκρα τη μεγάλη δυσαρέσκεια των Αμερικανών για το πολιτικό και το οικονομικό σύστημα. Ο Τραμπ αποκλίνει πολύ από την ορθοδοξία της συντηρητικής Δεξιάς. Είναι ένας σόουμαν που λέει ακραία πράγματα για να προκαλέσει το ενδιαφέρον του κόσμου και των ΜΜΕ. Ο πραγματικά σκληρός δεξιός ιδεολόγος είναι ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ. Ο Σάντερς επωφελείται από την αγανάκτηση επειδή οι πλούσιοι και η ανώτερη μεσαία τάξη απολαμβάνουν την ανάκαμψη επί Ομπάμα ενώ οι φτωχοί, οι εργαζόμενοι και η μεσαία οικογένεια υποφέρουν ακόμη. Δεν μπορώ να προβλέψω τι θα συμβεί, αλλά αν πάρει το χρίσμα ο Σάντερς θα είναι ένα τεράστιο σοκ για το σύστημα» τονίζει ο κ. Γκρίνμπεργκ.

«Τραμπ και Σάντερς ανεβαίνουν επειδή υπάρχει τεράστια οικονομική ανασφάλεια»
εκτιμά ο Κάιλ Κόντικ, από το Κέντρο Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια.

«Για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, κυρίως για εκείνους με χαμηλότερα επίπεδα εισοδήματος και εκπαίδευσης, η οικονομική καταστροφή που χτύπησε τη χώρα και τον κόσμο το 2008 δεν τελείωσε ποτέ. Ο Σάντερς κατηγορεί τις μεγάλες επιχειρήσεις για την οικονομική ανισότητα και θέλει κρατισμό για την καταπολέμησή της. Ο Τραμπ κατηγορεί την κυβέρνηση και τους μετανάστες. Και οι δύο καταγγέλλουν το σημερινό σύστημα χρηματοδότησης των υποψηφίων που επιτρέπει στους μεγάλους χορηγούς να ελέγχουν τους πολιτικούς»
λέει.
Και καταλήγει: «Εχουν μεγάλη επιτυχία αλλά οι εκλογές μόλις άρχισαν. Ειδικά ο Σάντερς πρέπει να δείξει ότι μπορεί να κερδίσει σε Πολιτείες με πιο ποικιλόμορφο πληθυσμό. Προς το παρόν δεν έχει ρεύμα στους Αφροαμερικανούς, οι οποίοι αποτελούν μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων στις επερχόμενες προκριματικές στον Νότο».

Στον δρόμο για την Καλιφόρνια

Ο κρίσιμος μήνας Μάρτιος

Ολοι περιμένουν με αγωνία τη «Σούπερ Τρίτη» (1η Μαρτίου). Τότε ψηφίζουν 13 μεγάλες και κρίσιμες Πολιτείες, ανάμεσά τους το Τέξας και άλλες πέντε στον αμερικανικό Νότο. Φλόριδα, Ιλινόι και Οχάιο αποφασίζουν, μεταξύ άλλων, στις 15 Μαρτίου. Ολόκληρος ο κύκλος των προκριματικών θα έχει κλείσει στις 7 Ιουνίου με την Καλιφόρνια.
Πέντε έχουν μείνει «ζωντανοί»
Από τους 17 Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους που ξεκίνησαν το καλοκαίρι οι πέντε έχουν «μείνει ακόμη ζωντανοί». Είναι ο Τραμπ και όσοι εξασφάλισαν από 10% ως 16% των ψήφων στο Νιου Χάμσιρ: ο κυβερνήτης Τζον Κάσιτς (Οχάιο), ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ (Τέξας), ο πρώην κυβερνήτης Τζεμπ Μπους (Φλόριδα) και ο γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο (Φλόριδα).

Ισπανόφωνοι και μαύροι υπέρ της Χίλαρι

Παρά τη μεγάλη ήττα στο Νιου Χάμσιρ, το επιτελείο της Κλίντον επιμένει ότι θα έχει κλειδώσει το χρίσμα μέσα στον Μάρτιο, όταν ψηφίζουν 28 Πολιτείες για την ανάδειξη άνω του 50% των αντιπροσώπων. Μεγάλες είναι οι ελπίδες για Τέξας, Τζόρτζια, Αλαμπάμα, όπου μαύροι και ισπανόφωνοι θεωρούνται βέβαιοι ψηφοφόροι της Χίλαρι.

Το σκέφτεται ο Μάικλ Μπλούμπεργκ
Αλλος ένας μεγιστάνας, ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ, εξετάζει σοβαρά την πιθανότητα να κατέβει ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις προεδρικές. Ο 73χρονος δισεκατομμυριούχος των ΜΜΕ φέρεται έτοιμος να ξεκινήσει την προεκλογική εκστρατεία στις αρχές Μαρτίου –κακή είδηση για τη Χίλαρι, γιατί αν κατέβει θα της κόψει ψήφους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ