Η μεγαλύτερη μάχη είναι αυτή που ξεκίνησε στη Ν.Δ. και έχει άκρως ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο ενόψει και του δεύτερου γύρου των εσωκομματικών εκλογών της 10ης Ιανουαρίου. Μετά την καθυστερημένη επίσημη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, περίπου μισή ώρα μετά τα μεσάνυκτα της Τρίτης, σήμανε και επισήμως η έναρξη του δευτέρου γύρου, με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη να μπαίνει στην κούρσα έχοντας συγκεντρώσει 39.8% (ήτοι 160.823 ψήφους) και απέναντί του να είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης που κατέκτησε το 28.9% (ήτοι 115.162 σταυρούς).
Παρά την διαφορά των 11,3 ποσοστιαίων μονάδων, η μάχη ξεκινάει από μηδενική βάση, καθώς είναι μια άλλη αναμέτρηση αυτή της 10ης Ιανουαρίου με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά. Το κεντρικό στοιχείο της επικείμενης αναμέτρησης των δυο μονομάχων είναι ότι υπάρχουν εκλογικοί κατάλογοι και άρα είναι δεδομένο το εκλογικό σώμα.
Η διαφορά που χωρίζει τον κ. Μητσοτάκη από τον κ. Μεϊμαράκη είναι 45.661 ψήφοι, ενώ και οι δυο έχουν στόχο τους 128.093 ψηφοφόρους που ψήφισαν τους Απόστολο Τζιτζικώστα (σ.σ. συγκέντρωσε το 20.23%, ήτοι 82.028 ψήφους) και Άδωνι Γεωργιάδη (σ.σ. εξασφάλισε το 11.4%, ήτοι 46.065 ψήφους).
Σε εκλογές που υπάρχουν δυο γύροι, όμως είναι πάγια αρχή, ότι δεν υπάρχουν αθροίσεις ποσοστών και το γεγονός ότι ένας υποψήφιος στηρίζει κάποιων εκ των διεκδικητών στον τελικό γύρο δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα τον ακολουθήσουν και οι ψηφοφόροι που στον ψήφισαν. Ακόμα, ενδέχεται πολλοί ψηφοφόροι να μην ψηφίσουν ότι και στον πρώτο γύρο, αν και έχει λίγες πιθανότητες αυτό το σενάριο.
Η γενική εκτίμηση όμως που υπάρχει είναι ότι στον δεύτερο γύρο, θα είναι πολύ πιο μικρό το εκλογικό σώμα. Ως εκ τούτου και με δεδομένη την ύπαρξη εκλογικών καταλόγων, δύναται να είναι πιο εύκολη η προσέγγιση τμήματος των ψηφοφόρων, κυρίως των παραδοσιακών που διατηρούν διαχρονική σχέση με τη Ν.Δ.
Το ενδιαφέρον όμως είναι η στάση των 50.000 πολιτών που δεν είχαν ψηφίσει την αξιωματική αντιπολίτευση στις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου και προσήλθαν στις κάλπες της Κυριακής.
Η μάχη σιγά-σιγά θα αγριέψει, κυρίως από τη Δευτέρα, καθώς θα υπάρξει ένα μορατόριουμ λίγων εικοσιτετραώρων, λόγω των Χριστουγέννων, ενώ ήδη υπήρξαν οι πρώτες τροχιοδεικτικές βολές, κυρίως από την πλευρά των υποστηρικτών του κ. Μεϊμαράκη προς τον κ. Μητσοτάκη, χαρακτηρίζοντάς τον, στελέχη, όπως οι Ευριπίδης Στυλιανίδης, Νικήτας Κακλαμάνης και Ευάγγελος Αντώναρος ως «νεοφιλελεύθερο» και με «θατσερικές απόψεις» σε ορισμένα θέματα, όπως είπε ο τελευταίος.
Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης αντιπαρέρχεται τη σχετική συζήτηση, καθώς τη θεωρεί άνευ ουσίας, όταν σε μια χώρα έχουν έρθει τρία μνημόνια και έχουν προωθηθεί διατάξεις που έχουν συγκεκριμένο πρόσημο. Παράλληλα θεωρεί αναχρονιστική και περασμένου αιώνα τη συζήτηση περί διαχωρισμού «καραμανλικών» και «μητσοτακικών».
Στη σκιά της χθεσινοβραδινής τριχοτόμησης της Κ.Ο. της Ν.Δ. στη Βουλή κατά την ονομαστική ψηφοφορία επί του νομοσχεδίου για το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, συνεχίζονται οι ζυμώσεις και οι συζητήσεις για τις συμμαχίες του δεύτερου γύρου.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει τη στήριξη του κ. Γεωργιάδη, ενώ μέχρι στιγμής ο κ. Τζιτζικώστας δεν έχει τοποθετηθεί, αν και το χθεσινό του tweet ήταν ιδιαίτερα αιχμηρό για τους «καραμανλικούς». Ο ίδιος υπογράμμισε ότι κατέλαβε την πρώτη θέση, παρά τη σχετική αντίθετη συζήτηση, στην Α΄ και Β΄ Θεσσαλονίκης, αλλά και σε όλους τους νομούς της Κεντρικής Μακεδονίας, πλην των Σερρών (σ.σ. έδρα των «καραμανλικών») και υπογράμμισε τις αντιξοότητες που υπήρξαν.
Τι σημαίνει αντιξοότητες; Κατά τους στενούς του συνεργάτες, είναι η παρέμβαση του πρώην Πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή. Αυτό τι μπορεί να σηματοδοτήσει για το δεύτερο γύρο με δεδομένο ότι πολλοί ψηφοφόροι που τον στήριξαν είναι καραμανλικοί; Μένει να φανεί και εν τέλει να ξεκαθαριστεί ποια θα είναι η τελική του στάση, αν και αρκετοί βουλευτές που τον στήριξαν και τον βοήθησαν φαίνεται ότι κατευθύνονται προς την πλευρά του κ. Μητσοτάκη.
Από την άλλη πλευρά ο κ. Μεϊμαράκης αισθάνεται πιο σίγουρος, ξεκινώντας η μάχη του δευτέρου γύρου και στο επιτελείο του εμφανίζονται σίγουροι ότι θα επικρατήσει την 10η Ιανουαρίου, καθώς η υποψηφιότητά του, όπως λένε, εγγυάται την σταθερότητα και την ενότητα.



