Οι νέοι φτωχοί δεν είναι πλέον οι παραδοσιακοί συνταξιούχοι, αλλά τα νοικοκυριά που έχουν ένα, δύο, τρεις ανέργους στις γραμμές τους, τονίζει ο Τάσος Γιαννίτσης μιλώντας στο «Βήμα» για τα συμπεράσματα της έρευνας. Και συμπληρώνει ότι το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι εκείνοι που λόγω της ανεργίας έφτασαν σε επίπεδο ακραίας φτώχειας και περιθωριοποίησης.
Ποιο από τα ευρήματα σας έκανε τη μεγαλύτερη έκπληξη;
«Ενα πολύ ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι μέσα στην κρίση, τόσο στα χαμηλά όσο και στα μεσαία και στα υψηλά και στα πολύ υψηλά στρώματα, υπάρχουν ομάδες που καταφέρνουν να βελτιώσουν τη θέση τους σε σύγκριση με το 2008 και φυσικά υπάρχει και η ομάδα των χαμένων. Προσοχή: οι κερδισμένοι δεν σημαίνει ότι φτάνουν να έχουν το εισοδηματικό επίπεδο που είχαν τα αντίστοιχα στρώματα πριν από την κρίση. Είναι χαμηλότερα. Είναι όμως καλύτερα απ’ ό,τι οι ίδιοι ήσαν το 2008 σε σύγκριση με τους άλλους που βρέθηκαν σε χειρότερη θέση. Συνολικά, το ισοζύγιο είναι αρνητικό, καθώς αν συνυπολογίσει κανείς θετικές και αρνητικές εξελίξεις, υπάρχει επιδείνωση. Το εύρημα αυτό δείχνει ενδιαφέρουσες, αφανείς διαδικασίες αλλαγής στη δομή της ελληνικής κοινωνίας».
Ποιο είναι το συμπέρασμα της έρευνας;
«Υπάρχουν πολλά επιμέρους συμπεράσματα. Αυτό όσον αφορά τις επιπτώσεις στα εισοδήματα οφείλεται στο γεγονός ότι σπάσαμε τον πληθυσμό σε δεκατημόρια, δηλαδή σε δέκα κατηγορίες, αρχίζοντας από τα υψηλότερα εισοδήματα και φτάνοντας στα κατώτερα. Στο στόχαστρο ήταν η κατάσταση του εκάστοτε στρώματος –πώς ήταν αρχικά και πώς εξελίχθηκε την περίοδο της κρίσης. Παράλληλα ερευνήσαμε τα προβλήματα που ανέκυψαν στο θέμα της φτώχειας, της ανισότητας και της ανεργίας, καθώς και το πώς επέδρασαν στα εισοδήματα οι νέοι φόροι, όπως ο φόρος περιουσίας, η επέκταση του φόρου εισοδήματος σε ορισμένες κατηγορίες, ο φόρος αλληλεγγύης ή οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης. Από όλα αυτά επηρεάστηκαν όχι μόνο τα εισοδήματα και η φτώχεια, αλλά και ο βαθμός ανισότητας μέσα στην κοινωνία».
Επιβεβαιώθηκε το κλισέ ότι σε περιόδους κρίσης οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι;
«Οχι. Μπορεί να πει κανείς ότι η φτώχεια εντάθηκε και ότι το κόστος το έφεραν όλοι σε διαφορετικό βαθμό. Και τα οικονομικά ανώτερα στρώματα σήκωσαν σοβαρό μέρος του κόστους, αλλά και τα μεσαία και τα χαμηλότερα. Το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι εκείνοι που λόγω της ανεργίας έφτασαν σε επίπεδο ακραίας φτώχειας και περιθωριοποίησης. Εχουμε νοικοκυριά με μορφές παιδικής φτώχειας, με μορφές ανεργιακής φτώχειας και άλλα σοβαρά προβλήματα, που δεν έχουν πιο πλούσια νοικοκυριά, γιατί αν πέσεις από ένα υψηλό εισόδημα σε ένα χαμηλότερο, αλλά επίσης υψηλό εισόδημα, δεν παύεις να παραμένεις σε υψηλό επίπεδο. Αρα το στερεότυπο δεν ισχύει. Αλλά πρέπει να δει κανείς με πολλή σαφήνεια ότι έχεις πρόβλημα φτώχειας και ανισοτήτων και ότι αυτό έχει αλλάξει μορφή. Με την πάροδο του χρόνου τα διάφορα στρώματα βρέθηκαν σε πολύ χειρότερο επίπεδο από ό,τι παλιότερα, και αυτό έχει φέρει τεράστια ανακατάταξη στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας».
Ποιες νέες ανισότητες διαπιστώσατε;
«Διαπιστώσαμε κατ’ αρχάς ανισότητες στο εσωτερικό των μισθωτών του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. Οι μειώσεις μισθών ήταν -19% στον μη τραπεζικό, ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα και -8% στον δημόσιο τομέα χωρίς να υπολογιστούν οι ανατροπές που έφεραν οι δικαστικές αποφάσεις για ορισμένες κατηγορίες. Διαπιστώσαμε ύστερα μείωση των ανισοτήτων στο εσωτερικό των συνταξιούχων. Διαπιστώσαμε επίσης ποια εισοδήματα έπεσαν περισσότερο και ποια λιγότερο. Η συμβολή της μελέτης μας συνίσταται στο ότι μερικά γενικά συμπεράσματα για την ανισότητα και τη φτώχεια, που συνήθως εκφράζονται από 3, 4, 5 νούμερα, στηρίζεται τώρα σε πολύ περισσότερα, και μπορεί έτσι να δείξει σε πολύ αναλυτική βάση τι ακριβώς έχει γίνει».
Στους μεγάλους χαμένους ανήκει και η μεσαία τάξη…
«Υπάρχει μια διάλυση της μεσαίας τάξης και των χαμηλών τάξεων. Από τα στοιχεία δεν φαίνεται ότι η μεσαία τάξη πλήρωσε περισσότερο, από αυτήν προέρχεται πάντως το ένα τέταρτο, ή το ένα πέμπτο της αύξησης της ανεργίας –κάτι που προέκυψε από το κλείσιμο επιχειρήσεων, ή τη διακοπή εργασιών πολλών ελεύθερων επαγγελματιών. Από την άλλη μεριά όμως έχουμε 1,1 εκατομμύριο πρόσθετους ανέργους, που ήταν προηγουμένως απλοί εργαζόμενοι. Από 116.000 νοικοκυριά με μηδενικό εισόδημα το 2008 φτάσαμε τα 270.000 το 2012 με μηδενικό εισόδημα! Αυτό σημαίνει μια τεράστια αύξηση κατά 120%. Αυτά τα στοιχεία διαψεύδουν τα διάφορα κλισέ».
Ποιο από αυτά είναι το βασικότερο;
«Πρώτον, ότι χρειάζεται μια πολιτική που θα επικεντρωθεί στον άνεργο, όχι με την έννοια ότι θα του δίνει επιδόματα, αλλά ότι θα δημιουργήσει δουλειές –κάτι που παραπέμπει σε μια πολιτική ανάπτυξης. Χρειάζεται επίσης μια πολιτική που θα αντιμετωπίσει τις καινούργιες μορφές φτώχειας. Οι νέοι φτωχοί δεν είναι πλέον οι παραδοσιακοί συνταξιούχοι, αλλά τα νοικοκυριά που έχουν ένα, δύο, τρεις ανέργους στις γραμμές τους. Και επίσης χρειάζεται μια πολιτική, η οποία θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ανάπτυξης –όχι λογιστικά, αλλά πολιτικά. Γι’ αυτό όμως πάλι χρειάζεται εμπιστοσύνη, σταθερότητα, επενδύσεις».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



