Στα νιάτα του ένας Βρετανός πουλούσε τακτικά το σπέρμα του έναντι αμοιβής σε μια από τις τράπεζες σπέρματος του Λονδίνου. Μόλις πρόσφατα όμως έμαθε πως από τις δωρεές αυτές είναι ο πατέρας όχι ενός, δύο ή τριών, αλλά… 34 παιδιών, που γεννήθηκαν το χρονικό διάστημα μεταξύ 1992-2003.
Οπως αφηγείται ο ίδιος στην εφημερίδα «Guardian», η ιστορία του ξεκίνησε το 1991, όταν άρχισε να δίνει το σπέρμα του για «αλτρουιστικούς λόγους», όπως ισχυρίζεται, προκειμένου να βοηθήσει τα ζευγάρια που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν.
«Αφού πέρασα όλα τα απαραίτητα ιατρικά τεστ που επιβεβαίωναν πως διέθετα άριστη ποιότητα σπέρματος, έγινα τακτικός δότης, ανά περιόδους μάλιστα επισκεπτόμουν την κλινική μία-δύο φορές την εβδομάδα. Δεν μου επέτρεπαν να έχω σεξουαλική επαφές ως τρεις μέρες πριν από την επίσκεψή μου, προκειμένου να είναι καλής ποιότητας –αλλιώς δεν θα πληρωνόμουν. Δεν είχα καμία απολύτως κοινωνική επαφή με κάποιον άλλον από τους δότες, ώσπου βρήκα μια κανονική δουλειά, οπότε δεν χρειάστηκε να δίνω άλλο το σπέρμα μου για να βγάζω τα προς το ζην» λέει ο «Κρις Γουίτμαν» (σ.σ.: δεν πρόκειται για το πραγματικό του όνομα).
Τα χρόνια πέρασαν και ο «Κρις» μεγάλωσε, παντρεύτηκε και έκανε τη δική του οικογένεια. Λέει πως ανέφερε μόνο μία φορά το θέμα στη γυναίκα του, η οποία ταράχτηκε αρκετά ώστε να του πει αυστηρά να μην το αναφέρει ξανά. Εκανε τα δικά του παιδιά και ούτε καν του είχε περάσει από τον νου πως, σε κάποιο άλλο σημείο της Βρετανίας ή του πλανήτη, μπορεί να ζούσε κάποιο από τα παιδιά που είχαν γεννηθεί με δικό του σπέρμα. Ηρθε όμως μια στιγμή που αποφάσισε να το ψάξει λίγο περισσότερο. Αυτό έγινε αφότου πήρε διαζύγιο από τη σύζυγό του, το 2011.
«Η διαδικασία του διαζυγίου επιτάχυνε μέσα μου τη θέληση να μάθω περισσότερα για το τι είχαν απογίνει οι δωρεές μου στην τράπεζα σπέρματος. Μια μέρα στα τέλη του 2012 άκουσα μια ραδιοφωνική εκπομπή για τους δότες σπέρματος και πήρα τη μεγάλη απόφαση: επισκέφθηκα τη βρετανική Υπηρεσία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (Human Fertilization and Embryology Authority – HFEA), το αρμόδιο σώμα που επιβλέπει την πορεία των δωρεών σπέρματος στη χώρα. Με ενημέρωσαν πως είχαν αναλυτικό αρχείο με την περίπτωσή μου. Το άνοιξα και αντίκρισα την πραγματικότητα: μεταξύ 1992-2003 είχαν γεννηθεί από το σπέρμα μου 34 παιδιά, 20 κορίτσια και 14 αγόρια. Μόνο μέσα στο 1993 γεννήθηκαν από το σπέρμα μου 13 παιδιά!», επισημαίνει στην εφημερίδα.
Και προσθέτει: «Τα 34 παιδιά είναι ασυνήθιστα υψηλό νούμερο. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως βοήθησα 34 οικογένειες να αποκτήσουν παιδί». Ωστόσο, όπως λέει, κατόπιν μια δεύτερη σκέψη άρχισε να τον απασχολεί, το κατά πόσον θα έπρεπε να «σπάσει» την ανωνυμία του και να αναζητήσει τα παιδιά αυτά. «Ως σήμερα μόλις 126 δότες έχουν αποφασίσει να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους και να μην αρνηθούν να συναντήσουν το… αποτέλεσμα των δωρεών τους. Ρώτησα μερικούς φίλους μου, οι απόψεις των οποίων διίσταντο. Εγώ όμως είχα ήδη πάρει την απόφασή μου: δεν είχα κανένα δικαίωμα να μείνω ανώνυμος και να αρνηθώ σε κάποιον το δικαίωμα να θέλει να με γνωρίσει από κοντά. Είτε για λόγους εγωισμού, είτε αλτρουισμού, είτε περιέργειας, είχα αποφασίσει να κινηθώ με τον τρόπο αυτό. Οπότε, όποιο από τα παιδιά μου, ηλικίας άνω των 18 ετών, θέλει να με βρει, πλέον μπορεί να το κάνει. Τους δίνω το e-mail μου και το όνομα της πόλης όπου μένω κι αυτά μπορούν, αν θέλουν, να έρθουν και να με βρουν» σημειώνει ο «Γουίτμαν», καταλήγοντας: «Επίσης, αντιλαμβάνομαι απολύτως και δικαιολογώ κι όσα από τα παιδιά αυτά δεν θα θελήσουν να σκαλίσουν το παρελθόν».
Με βάση τον βρετανικό νόμο, οι κλινικές δεν απαιτείται να παρέχουν προσωπικές πληροφορίες για τους δότες σπέρματος, ενώ δεν πρέπει να δώσουν στοιχεία που θα αποκαλύψουν την ταυτότητά τους παρά μόνο αν ο ίδιος ο δότης τούς δώσει τη σχετική άδεια. Η πρώτη γέννηση παιδιού με κρυοσυντηρημένο σπέρμα επετεύχθη το 1973, ενώ οι πρώτες οργανωμένες τράπεζες σπέρματος δημιουργήθηκαν στις ΗΠΑ στη δεκαετία του 1970.
Δημοσιεύτηκε στο helios plus στις 10 Φεβρουαρίου 2014
HeliosPlus



